Το Πανεπιστήμιο Αθηνών τις τελευταίες ημέρες βρίσκεται σε πλήρη εγρήγορση δοκιμάζοντας δύο φάρμακα από τις αρμόδιες Αμερικανικές Αρχές (FDA) και την Ευρωπαϊκή Αρχή Φαρμάκων (EMA) τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για τη καταπολέμηση του ιού Έμπολα. Οι δοκιμές διεξάγονται σε θαλάμους αρνητικής πίεσης με τα αποτελέσματα να αναμένονται μέσα στα επόμενα 24ωρα. Το αντι-ιικό φάρμακο Ρεμντεσιβίρη (Remdesivir) χρησιμοποιήθηκε σε σοβαρά περιστατικά κορωνοϊού στα νοσοκομεία του Ρίου και της Πάτρας.
Η πειραματική θεραπευτική αγωγή με το συγκεκριμένο φάρμακο βασίστηκε σε σχετική οδηγία του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (Ε.Ο.Δ.Υ.) της περασμένης εβδομάδας, μετά από την δημοσίευση κλινικών δοκιμών και των πρώτων αποτελεσμάτων από την πειραματική χρήση του στην Κίνα και στις ΗΠΑ.
Η Ρεμντεσιβίρη (Remdesivir) φαίνεται πως αναστέλλει τον πολλαπλασιασμό του γονιδιώματος των ιών RNA, στους οποίους ανήκει επίσης και ο κορωνοϊός. H χρησιμοποίηση του φαρμάκου εντάσσεται στο πλαίσιο κλινικών δοκιμών στις οποίες συμμετέχει και η χώρα μας.
Μάλιστα το Εθνικό Συμβούλιο Υγείας της Γαλλίας έχει εκδώσει οδηγία προς στους διευθυντές των τμημάτων λοιμώξεων νοσοκομείων αναφοράς να χρησιμοποιηθεί το συγκεκριμένο φάρμακο σε περιστατικά με βαριές πνευμονίες από κορωνοϊό, ενώ και στην Γερμανία το χρησιμοποιούν ήδη μετά από επιστημονικές δημοσιεύσεις στην Κίνα, για να αντιμετωπίσουν τον νέο κορωνοϊό σε περιστατικά με οξεία συμπτώματα.
Το γεγονός επιβεβαίωσε και ο λοιμωξιολόγος και καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών Χαράλαμπος Γώγος, αποκαλύπτοντας πως το φάρμακο έφθασε στη χώρα μας και χορηγήθηκε σε ασθενή που νοσηλεύεται διασωληνωμένος στο νοσοκομείο Ρίου σε σοβαρή κατάσταση.
Ο καθηγητής Οργανικής Χημείας-Φαρμακοχημείας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) και μέλος της συντονιστικής επιτροπής του Κέντρου Αριστείας Σχεδιασμού και Ανακάλυψης Φαρμάκων του ΕΚΠΑ, Γιώργος Κόκοτος, φέρεται να έχει ενημερώσει τον συντονιστή του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας, Σωτήρη Τσιόδρα για τα πρώτα αποτελέσματα των δοκιμών του πειραματικού αντιικό φαρμάκου Remdesivir στην χώρας, όπως και άλλων φαρμακευτικών ουσιών που είχαν χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά σε βαριές περιπτώσεις στην Ασία (Κίνα, Ιαπωνία, Μαλαισία, Ταϊλάνδη).
Το Remdesivir αποτελεί αυτή τη στιγμή ενδεχομένως τη μεγαλύτερη ελπίδα για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού (COVID-19) και ολοκληρώνονται σύντομα τα τελικά αποτελέσματα από τις ΗΠΑ και την Κίνα, από όπου ξεκίνησαν οι πρώτες κλινικές δοκιμές.
Για το θέμα μίλησε στον τηλεοπτικό σταθμό Star και ο καθηγητής Ιατρικής Σχολής και πρύτανης του ΕΚΠΑ, Θάνος Δημόπουλος, το βράδυ της Τρίτης. Αρχικά ανέφερε πως «υπάρχουν δεδομένα, τα οποία προέκυψαν τις τελευταίες εβδομάδες» και τα οποία δείχνουν «ότι σε κάποια φάση και σε μερικά άτομα ο ιός προκαλεί μία πολύ μεγάλη ενεργοποίηση του ανοσολογικού συστήματος – αυτό που αναφέρεται ως “καταιγίδα κυτταροκινών”».
«Επομένως», εξήγησε, «εάν αυτές οι κυτταροκίνες αφεθούν ελεύθερες να δράσουν είναι πιθανόν σε ορισμένους ασθενείς να δημιουργήσουν ανεπανόρθωτες βλάβες, όχι μόνο στους πνεύμονες (αλλά) και σε άλλα όργανα, μέσω της έντονης φλεγμονής που προκαλούν. Τώρα αυτό το οποίο έγινε, είναι (ότι) ομάδα καθηγητών που δουλεύουν στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ σε συνεργασία με συναδέλφους που είναι στην Εθνική Επιτροπή Λοιμωξιολόγων που ασχολούνται με τον κορονοϊό, σε συνεργασία με ανοσολόγους και ρευματολόγους, σε συνεργασία με κέντρα στη Γερμανία και στην Ολλανδία, είναι σε φάση να τσεκάρουν, να ελέγξουν κατά πόσον τον μπλοκάρισμα αυτών των κυτταροκινών ή κάποιων κυτταροκινών που έχουνε τον σημαντικότερο ρόλο με τη χρησιμοποίηση μονοκλωνικών αντισωμάτων μπορεί να σταματήσει αυτή την “καταιγίδα των κυτταροκινών”».
«Είναι μία τρίτη προσέγγιση», σημείωσε ο κ. Δημόπουλος, καθώς «έχουμε τα αντιικά φάρμακα -τα οποία βρίσκονται σε χρήση και ξέρουμε ότι γίνονται κλινικές μελέτες για να βρούμε τα πιο αποτελεσματικά- είναι η χλωροκίνη -που ξέρουμε ότι σταθεροποιεί, κατά κάποιο τρόπο, τα κύτταρα του πνεύμονα τα οποία είναι στις κυψελίδες- και τώρα έχουμε και μία διερεύνηση χρήσης μονοκλωνικών αντισωμάτων ή άλλων ουσιών όπως η ιντερφερόνη-Α για να μπλοκάρουν, στους ασθενείς που παρατηρείται, μεγάλη αύξηση των κυτταροκινών». Εξάλλου, «αυτές είναι ουσίες που μπορεί να τις μετρήσει κανείς και επομένως έχει τη δυνατότητα να επιλέξει και τους ασθενείς οι οποίοι είναι πιθανόν να ωφεληθούν περισσότερο», επεσήμανε.
Εν αναμονή επίσημων ανακοινώσεων από το Πανεπιστήμιο Αθηνών
Αναμένεται η επίσημη ανακοίνωση των πρώτων αποτελεσμάτων των κλινικών δοκιμών από το Κέντρο Αριστείας Σχεδιασμού και Ανακάλυψης Φαρμάκων του Πανεπιστημίου Αθηνών για συγκεκριμένη θεραπεία κατά του κορωνοϊού. Γι’ αυτό και ο Δρ Σωτήρης Τσιόδρας μίλησε κατά την διάρκεια της καθιερωμένης ενημέρωσης για «σημαντική ανακάλυψη» και «παγκόσμια πρωτοτυπία», παραπέμποντας όμως στις επίσημες ανακοινώσεις της ερευνητικής ομάδας του ΕΚΠΑ.
Σύμφωνα με πληροφορίες ενδέχεται να πρόκειται για ένα «κοκτέιλ » αντιικών φαρμάκων κατά της γρίπης και φαρμάκων κατά του ιού HIV ( ένας συνδυασμός Oseltamivir και των δραστικών ουσιών Lopinavir και Ritonavir), που δοκιμάστηκε τις τελευταίες 6 εβδομάδες στην Ταϊλάνδη, την Κίνα και την Ιαπωνία. Μάλιστα, στην Ταϊλάνδη χορηγήθηκε από τους γιατρούς σε μια γυναίκα και μέσα σε 48 ώρες δεν ήταν πλέον δυνατόν να ανιχνευθεί ο κορωνοϊός, όπως μεταδόθηκε από το Εθνικό Πρακτορείο Ειδήσεων ΤΝΑ.
Το δεύτερο φάρμακο που ήδη χρησιμοποιείται στην Ελλάδα είναι η δραστική ουσία Χλωροκίνη (Chloroquin), ένα φάρμακο κατά της ελονοσίας που αποδείχτηκε ήδη αποτελεσματικό σε ασθενείς του κορωνοϊού στην Κίνα, που ήταν σε αρκετά σοβαρά κατάσταση με έντονα συμπτώματα. Όμως, η συγκεκριμένη ουσία δεν είναι στην λίστα της οδηγίας του Ε.Ο.Δ.Υ. και χρησιμοποιείται μόνο με την συγκατάθεση του ασθενή σε μεμονωμένες περιπτώσεις.
Σύμφωνα με τον Δρ Κόκοτο, η μελέτη ήδη εγκεκριμένων για άλλη ασθένεια φαρμάκων για την αντιμετώπιση του νέου κορωνοϊού παρουσιάζει το μεγάλο πλεονέκτημα της άμεσης δυνατότητας χρήσης, αν επιβεβαιωθεί η αποτελεσματικότητά του του φαρμάκου κατά του COVID-19. Το δεδομένο είναι πάντως πως πολλές έρευνες για την ανακάλυψη της θεραπείας είναι σε εξέλιξη σε πολλές χώρες και τα πρώτα δείγματα είναι τουλάχιστον αισιόδοξα.