Κορωνοϊός αέρας: Μελέτη που ήρθε στο φως της δημοσιότητας δείχνει πως ο νέος κορωνοϊός μπορεί να επιβιώσει για πολλές ώρες εκτός ανθρώπινου σώματος, σε διάφορες επιφάνειες, ακόμη και στον αέρα. Ειδικότερα, οι επιστήμονες που διεξήγαγαν τη μελέτη, με χρηματοδότηση της κυβέρνησης των ΗΠΑ, συμπέραναν ότι ο SARS-CoV-2, ο ιός που προκαλεί την πανδημία της ασθένειας COVID-19, έχει δυνατότητα επιβίωσης στον αέρα συγκρίσιμη με εκείνη του ιού που προκαλούσε το ΣΟΑΣ (Σοβαρό Οξύ Αναπνευστικό Σύνδρομο).
Πιθανόν το εύρος της πανδημίας – η εξάπλωση της ασθένειας COVID-19 είναι πολύ πιο εκτεταμένη από εκείνη του ΣΟΑΣ, από το 2002 ως το 2003 – συνδέεται με το γεγονός ότι μεταδίδεται πολύ πιο εύκολα από έναν ασυμπτωματικό («υγιή») φορέα σε άλλους ανθρώπους. Τη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό New England Journal of Medicine (NEJM), εκπόνησαν επιστήμονες των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC), του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Λος Άντζελες και του Πρίνστον.
Ο κορωνοϊός μπορεί να επιβιώσει ακόμη και για δύο ως τρεις ημέρες πάνω σε πλαστικές επιφάνειες ή ανοξείδωτο χάλυβα, αλλά και έως και για 24 ώρες πάνω σ’ένα κουτί από χαρτόνι
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν επίσης νεφελοποιητή για να διασπείρουν τον ιό στον αέρα. Με αυτή την τεχνική, βρήκαν ότι ο ιός, υπό μορφή αεροζόλ – μορίων που μένουν στον αέρα – μπορούσε να εντοπιστεί για τρεις ώρες. Η μέθοδος αυτή πάντως αμφισβητήθηκε: ορισμένοι ειδικοί αντέτειναν πως η χρήση του νεφελοποιητή δεν έχει καμία σύγκριση με τον βήχα ή τα φτερνίσματα ενός ασθενούς, άρα πιθανόν αυξάνει τεχνητά το εύρος της πιθανότητας μόλυνσης μέσω του αέρα.
Ο ιός μεταδίδεται κυρίως με τα σταγονίδια που αποβάλλουν οι ασθενείς όταν βήχουν ή φτερνίζονται, και με αυτή τη μορφή (που δεν έχει καμία σχέση με το αεροζόλ) δεν επιβιώνει παρά μερικά δευτερόλεπτα
Οι επιδημιολογικές διαφορές «πιθανόν οφείλονται σε άλλους παράγοντες, όπως το υψηλότερο ιικό φορτίο στο ανώτερο τμήμα του αναπνευστικού συστήματος» και επίσης στο γεγονός ότι εντελώς ασυμπτωματικοί φορείς μεταδίδουν εν αγνοία τους τον SARS-CoV-2, εκτιμούν οι συγγραφείς της μελέτης.