Πολλοί αναρωτιούνται εύλογα πως γίνεται η Ελλάδα, παρότι κατά γενική ομολογία έχει το Διεθνές Δίκαιο με το μέρος της, να βρίσκεται διαρκώς διπλωματικά στριμωγμένη και διεθνοπολιτικά πιεζόμενη να ενδώσει στις παράνομες τουρκικές διεκδικήσεις. Μια απάντηση που δίνουν αρκετοί είναι ότι οι συσχετισμοί ισχύος στο στρατιωτικό σκέλος δεν ευνοούν την Ελλάδα, άρα είναι αναμενόμενο να πιέζεται να υποχωρήσει και εν τέλει να συμβιβαστεί με τις τουρκικές αξιώσεις.
Η ανταπάντηση σε αυτό είναι ότι η στρατιωτική μειονεξία δεν είναι νομοτέλεια, αλλά οφείλεται στην αδιαφορία και στην έλλειψη βούλησης από πλευράς πολιτικού προσωπικού να ενισχύσει τις Ένοπλες Δυνάμεις και τη συνολική αποτρεπτική δυνατότητας της χώρας. Η επίκληση του οικονομικού κόστους είναι προσχηματική, διότι τρόποι υπάρχουν, είναι μία εύκολη δικαιολογία για να μην κάνουν οι πολιτικοί αυτό που είναι υποχρεωμένοι. Έτσι νομίζουν ότι διευκολύνονται στον προφανή σκοπό τους να πείσουν τον ελληνικό λαό ότι η υποχώρηση έναντι της Τουρκίας και η εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων είναι μονόδρομος γιατί ενδεχόμενη στρατιωτική αντιπαράθεση θα οδηγήσει σε ήττα και σε βαρύτερες απώλειες. Προπαγανδίζουν δηλαδή την συνθηκολόγηση επικαλούμενοι την κατ’ αυτούς αδυναμία της χώρας για την οποία οι ίδιοι είναι υπεύθυνοι…
Η σκοπιμότητά τους όμως φαίνεται και από το γεγονός ότι η ίδια επιχειρηματολογία, περί συμβιβασμού με την Τουρκία, ήταν παρούσα και στις περιόδους που οι συσχετισμοί στρατιωτικής ισχύος δεν ήταν εις βάρος της χώρας μας -ανεξαρτήτως αν κάποιοι προπαγάνδιζαν το αντίθετο – και εν πάση περιπτώσει όταν ήταν σαφές ότι η Ελλάδα μπορούσε να επιβάλει πολύ υψηλό κόστος στη γείτονα αν επιχειρούσε υλοποίηση των απειλών της, κάτι που ισχύει και σήμερα.
Η αλήθεια και ο κύριος λόγος της διπλωματικής καχεξίας είναι ότι χώρα βρίσκεται σε διαρκή πίεση για συμβιβασμό με την αναθεωρητική Τουρκία διότι υπονομεύεται εκ των έσω από το ίδιο το πολιτικό προσωπικό που ο ρόλος του είναι να υπερασπίζεται τα εθνικά συμφέροντα. Και για να γίνει πιο καθαρό, υπονομεύεται από τις θέσεις και τις τοποθετήσεις Ελλήνων αρμοδίων που υιοθετούν κατά βάση την τουρκική προσέγγιση. Ορίστε μία σύντομη σταχυολόγηση δηλώσεων που αποκαλύπτουν τον λόγο που η Ελλάδα εμφανίζεται αδύναμη να υπερασπιστεί τις θέσεις της. Ο λόγος είναι ότι αυτοί που θα έπρεπε να τις υπερασπίζονται, ρίχνουν νερό στον μύλο της τουρκικής επιχειρηματολογίας. Πως να υπερασπιστείς τις ελληνικές θέσεις, όταν υιοθετείς αυτές του αντιπάλου;
Χρήστος Ροζάκης: “Η Ελλάδα έχει τηρήσει μια μαξιμαλιστική θέση σε όλα της τα ζητήματα. Έχει θεωρήσει ότι μπορεί να έχει ΑΟΖ μέχρι την Κύπρο, πράγμα αδύνατον .Έχει θεωρήσει ότι μπορεί να έχει 12νμ παντού. Έχει θεωρήσει ότι μπορεί να έχει εναέριο χώρο μεγαλύτερο από την αιγιαλίτιδα ζώνη της(…) Δεν μπορούμε να έχουμε τα πάντα με το μέρος μας. Θα πρέπει να δώσουμε και κάτι. Για να πάμε στη Χάγη χρειάζεται συνυποσχετικό . Αν για κάποιους λόγους εμείς δεν συμφωνούμε επί όλων των θεμάτων δεν θα φθάσουμε στην υπογραφή, άρα δεν θα πάμε στο δικαστήριο(…)Ορισμένες διεκδικήσεις μας είναι μαξιμαλιστικές και ως εκ τούτου δύσκολα θα μπορέσει η ελληνική ηγεσία να πείσει τον ελληνικό λαό να υποχωρήσει απ’ αυτές».
Άννα Διαμαντοπούλου: « Μια λύση που να εστιάζει σε ένα κοινό οικονομικό μέλλον στην Αν. Μεσόγειο, όπου θα κερδίζουν όλοι μπορεί να είναι περισσότερο εφικτή από την ισορροπία αμυντικού τρόμου και επίδειξης ισχύος.»
Γιώργος Κατρούγκαλος. «Πώς μπορεί κάποιος να αποκλείσει από αυτή την περιοχή την Τουρκία η οποία έχει τόσα χιλιόμετρα ακτή στη Μεσόγειο. Κανείς δεν ισχυρίζεται το αντίθετο από αυτό»
Νίκος Κοτζιάς.«Αν αρχίσεις στις διεθνείς σχέσεις και είσαι μοναχοφάης λέγοντας ‘όλα δικά μου’, τότε είσαι κι εσύ μέρος του προβλήματος(…)Αν νομίζεις όπως κάνουν μερικοί στην Ελλάδα ότι η Τουρκία με χιλιάδες μίλια δεν έχει ΑΟΖ, δεν έχει τίποτα και όλη η ΑΟΖ είναι ξέρω ‘γω το Καστελόριζο έχει το 100%, έχει όλη την περιοχή, δεν είναι έτσι. Τα πράγματα θέλουν προσοχή, φιλική πολιτική, διεθνές δίκαιο και να τον βάζεις και τον άλλο στο παιχνίδι, για να κατευνάζεις».
Ντόρα Μπκαογιάννη «Αν κάνουμε πόλεμο θα είμαστε μόνοι μας. Κανείς δεν πρόκειται να πολεμήσει για μας και να σκοτωθεί. Διπλωματικά όμως δεν είμαστε μόνοι μας. Και ο μεγάλος πόλεμος είναι η επιτυχία να μην κανείς πόλεμο. Οσοι λένε ότι είμαστε μόνοι μας διπλωματικά και επικρίνουν την ευρωπαϊκή ένωση, να μας πουν την άλλη πρόταση. Τι θέλουν, να βγάλουμε τον στόλο και να πυροβολούμε; Θα είναι καλό όλοι αυτοί οι περισπούδαστοι αναλυτές να βουτάνε τη γλώσσα στο μυαλό πριν μιλήσουν για εξωτερική πολιτική. Περιμένω να υπάρχει μια αίσθηση ευθύνης»
Όλες αυτές είναι δηλώσεις πρόσφατες, του τελευταίου δωδεκάμηνου και κάποιες των τελευταίων ημερών, διακομματικές, από τρεις πρώην υπουργούς Εξωτερικών(!!!), ένα πρώην υφυπουργό Εξωτερικών και μία πρώην υπουργό και πρωτοκλασάτο πολιτικό στέλεχος. Αυτά, εντελώς ενδεικτικά, για να λυθούν οι απορίες σχετικά με τη μονίμως δυσχερή διπλωματική θέση της Ελλάδας. Όταν οι καθ΄ ύλην αρμόδιοι έχουν αυτές τις απόψεις το περίεργο είναι που η χώρα υπάρχει ακόμα ολόκληρη.