Ο Ευάγγελος Βενιζέλος είχε “βαφτίσει” την πολιτική αντιμετώπισης των τουρκικών προκλήσεων με τον όρο “στρατηγική ψυχραιμία”…Αργότερα μετονομάστηκε γενικώς σε “πολιτική κατευνασμού”… Αυτή είναι η μία “σχολή” αντιμετώπισης της τουρκικής επιθετικότητας. Η δεύτερη “σχολή” είναι αυτή των “καμικάζι”! Σ΄ αυτή “φοιτούν” όσοι προτείνουν από πιο δυναμικές μέχρι επιθετικές κινήσεις κατά των Τούρκων, πιστεύοντας ότι το “φρόνημα” και το πατριωτικό συναίσθημα είναι αρκετά ακόμη και για τις σύγχρονες στρατιωτικές αναμετρήσεις…
Και οι δύο “σχολές” είναι άκρως επικίνδυνες για τα εθνικά συμφέροντα. Η πολιτική του κατευνασμού είναι αυτή που έχει επικρατήσει και τηρείται με ευλάβεια απ΄ όλες τις κυβερνήσεις, από το 1996 και μετά. Η Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια δεν αποφεύγει συστηματικά μόνο τη στρατιωτική τριβή με την Άγκυρα. Αυτό είναι λογικό. Αποφεύγει ακόμη και τη διπλωματική αντιπαράθεση. Αυτό ήταν και παραμένει ανεξήγητο!
Οι ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων 24 ετών πίστεψαν (;) ότι με την οικονομική ανάπτυξη και την καλή θέληση έναντι της Τουρκίας πολλά θα μπορούσαν να διορθωθούν στις μονίμως τραυματισμένες ελληνοτουρκικές σχέσεις. Καμία πληγή δεν επουλώθηκε, αντιθέτως ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν κατάφερε με μεθοδικό τρόπο να ανοίξει κι άλλες. Τα μνημόνια με τη Λιβύη είναι το τελευταίο παράδειγμα.
Καμία ελληνική κυβέρνηση δεν τόλμησε ποτέ να θέσει για παράδειγμα θέμα Ίμβρου-Τενέδου ή να βάλει επιτέλους φρένο στην ανεξέλεγκτη δράση του τουρκικού προξενείου στη Θράκη. Όλα αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως μέσα πίεσης προς την τουρκική πλευρά. Δεν τέθηκαν ποτέ προς συζήτηση… Την ίδια χρονική περίοδο η Ελλάδα είτε από επιλογή, είτε από ανάγκη όταν η οικονομική κρίση εκδηλώθηκε, εγκατέλειψε την στήριξη της Εθνικής της Άμυνας, ακόμη και στον τομέα της συντήρηση των υπαρχόντων οπλικών της συστημάτων.
Η πολιτική του κατευνασμού με την υπερβολή που ασκήθηκε, απέτυχε παταγωδώς. Το έχει επιβεβαιώσει η ίδια η ζωή. Ο Ερντογάν βρήκε χώρο και δεν τον άφησε ανεκμετάλλευτο. Κάθε άλλο. Από την άλλη πλευρά έχουμε τους “καμικάζι”. Αυτοί που στα σοβαρά πιστεύουν ότι αρκεί η ανάγνωση και η επίκληση ένδοξων σελίδων της ελληνικής ιστορίας, για να αντιμετωπιστεί η σημερινή κρίση διαρκείας στα ελληνοτουρκικά. Είναι μια προσέγγιση άκρως επικίνδυνη για τα εθνικά συμφέροντα και μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη χώρα.
Δεν είναι μυστικό ότι οι Τούρκοι κάθε μέρα στο Αιγαίο προσπαθούν να προκαλέσουν μια αψυχολόγητη ελληνική αντίδραση. Σχεδόν κάθε βράδυ ταχύπλοα σκάφη τους προσεγγίζουν ακτές νησιών στις οποίες βρίσκονται εγκατεστημένα στρατιωτικά φυλάκια. Στον αέρα, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν τις αναχαιτίσεις των ελληνικών μαχητικών είναι εξαιρετικά επικίνδυνος.
Στη θάλασσα, οι παρενοχλήσεις ελληνικών πολεμικών πλοίων είναι συχνές. Δεν πρόκειται απλά για “επίδειξη ισχύος”. Είναι προσπάθεια να κλιμακωθεί η ένταση στα ελληνοτουρκικά, να προκληθεί μια σοβαρή κρίση και η ευθύνη να αποδοθεί στην ελληνική πλευρά. Να μας κάνουν να “πυροβολήσουμε” πρώτοι με λίγα λόγια.
Αυτή τη προσπάθεια των Τούρκων εξυπηρετούν οι ακραίες φωνές που πιστεύουν ότι το “γιούρια” είναι αρκετό για να αντιμετωπίσουμε την επιθετικότητα των γειτόνων. Η Ελλάδα δεν έχει λόγο να οδηγηθεί σε μια στρατιωτική αντιπαράθεση με την Τουρκία, η οποία δεν μπορεί παρά να ΄χει τη μορφή ενός θερμού επεισοδίου κι όχι ολοκληρωτικού πολέμου. Η κατάληξη του θα ΄ναι ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων, στο οποίο θα μας συνοδεύσουν “σύμμαχοι” και “φίλοι” ,οι οποίοι μονότονα μας συμβουλεύουν να “τα βρούμε”.
Από την άλλη όμως δεν μπορεί να παραμένει διπλωματικά σε θέση διαρκούς άμυνας, επικαλούμενη τη τήρηση του διεθνούς δικαίου. Πρέπει να πιέσει τους συμμάχους της για να ενεργοποιηθούν ουσιαστικά και να μην μένουν στα κούφια λόγια και τις ανούσιες ανακοινώσεις. Υπάρχουν τρόποι για να καταλάβουν ότι δεν μπορούν να θεωρούν δεδομένη την Ελλάδα.