Μέσα σε μία εβδομάδα τα θύματα από την εποχική γρίπη υπερδιπλασιάστηκαν προκαλώντας την έντονη ανησυχία των αρμόδιων. Το φαινόμενο αυτό προκαλεί προβληματισμό, με όλο και περισσότερους να αμφιβάλλουν για τη χρήση του αντιγριπικού εμβολίου που διατίθεται στην αγορά. Μάλιστα οι φόβοι επιβεβαιώνονται και μέσα από τις δηλώσεις της λοιμωξιολόγου του ΕΟΔΥ, Έλενας Μαλτέζου, η οποία επιβεβαιώνει πως το φετινό εμβόλιο δεν είναι τόσο αποτελεσματικό όσο θα ήθελαν οι ειδικοί.
«Φέτος το εμβόλιο δεν ήταν πολύ καλό. Δεν έχει πιάσει τα στελέχη που κυκλοφορούν» παρατήρησε αρχικά και στη συνέχεια εξήγησε: «αυτό μπορεί να συμβεί σε κάποιες περιόδους γρίπης γιατί δεν είναι ένα σταθερό νόσημα, δεν ξέρεις ποιος ιός θα κυκλοφορήσει. Προφανώς έγινε κάποια μικρή αλλαγή στους ιούς που μπορεί να δώσει αυτό το αποτέλεσμα» συμπλήρωσε η κυρία Μαλτέζου.
Η λοιμωξιολόγος του ΕΟΔΥ εξήγησε, ακόμα, ότι «τα παιδιά είναι αυτά που συνήθως φέρνουν την γρίπη και μετά κολλάει η υπόλοιπη οικογένεια. Θα έχουμε άλλον 1,5 μήνα με τη γρίπη ίσως και παραπάνω μέχρι τέλη Μαρτίου» Παρόλα αυτά η κυρία Μαλτέζου σημείωσε ότι «το αντιγριπικό εμβόλιο παρόλο που είμαστε στην κορύφωση της γρίπης ακόμα και τώρα όσοι ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου αξίζει να το κάνουν γιατί προφυλάσσει από τους μισούς θανάτους».
Κατά την εβδομάδα 27 Ιανουαρίου – 2 Φεβρουαρίου 2020 αναφέρθηκαν 17 νέα θανατηφόρα περιστατικά, ανεβάζοντας τον αριθμό των θυμάτων σε 38, καθώς και 51 κρούσματα σοβαρής γρίπης, τα οποία προστίθενται στα 100 που είχαν αναφερθεί στην προηγούμενη έκθεση επιδημιολογικής επιτήρησης από τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας.
Η επίπτωση της γρίπης σε νοσηρότητα και θνητότητα είναι μεγάλη, με τους ειδικούς να την αποδίδουν αφενός μεν στην ταχύτητα με την οποία κινήθηκε η γρίπη στον παιδικό πληθυσμό, αφετέρου στη μειωμένη θωράκιση που πρόσφερε το αντιγριπικό εμβόλιο στους ηλικιωμένους, οι οποίοι αποτελούν και την πληθυσμιακή ομάδα με τις μεγαλύτερες απώλειες. Από τα 38 θύματα, τα 30 είναι ηλικίας άνω των 60 χρόνων.