Σειρά συναντήσεων έχει την Παρασκευή ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τους πολιτικούς αρχηγούς, σε αναζήτηση συναίνεσης για τα εθνικά θέματα και για τον εκλογικό νόμο. Όλοι ομνύουν στην συναίνεση, ακούγεται καλό πράγμα και γίνεται θετικά δεκτό από την κοινωνία. Όποιος προτάσσει την συναίνεση κερδίζει πόντους αφού εμφανίζεται, “πατριωτικός, εθνικός κλπ”.
Βεβαίως κανείς δεν την επιθυμεί πραγματικά, η πολιτική βασίζεται στην αντιπαράθεση και την σύγκρουση γύρω από την εξουσία και όχι στην συναίνεση, από την οποία εκείνος που επιβάλλει την άποψή του βγαίνει κερδισμένος και εκείνος που ακολουθεί είναι ο χαμένος.
Τα όσα προηγήθηκαν, κατά την διάρκεια του ταξιδιού του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ, προοιονίζονται και την συνέχεια. Ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτήρισε “φιάσκο” την επίσκεψη πριν καν ολοκληρωθεί, ανταποδίδοντας στον Κυριάκο Μητσοτάκη όσα είχε κάνει στον Αλέξη Τσίπρα κατά την δική του επίσκεψη στον Ντόναλντ Τραμπ. Και αυτό παρότι στην ουσία της σύσφιξης των σχέσεων με τις ΗΠΑ τα δύο μεγάλα κόμματα συμφωνούν. Η συναντήσεις των αρχηγών όμως είναι ναρκοθετημένες και από την ατζέντα. Τι συναίνεση να υπάρξει για τον εκλογικό νόμο όταν οι θέσεις των δύο κομμάτων κινούνται σε διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση ώστε να μην μένει περιθώριο για σύνθεση; Πολλώ δε μάλλον που τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η ΝΔ έχουν δηλώσει ότι είναι ανυποχώρητοι στις θέσεις τους, ο πρώτος για την απλή αναλογική και ο δεύτερος για σύστημα που θα εξασφαλίζει κυβέρνηση. Συναίνεση όμως δεν μπορεί να προκύψει ούτε στο θέμα του Προέδρου της Δημοκρατίας ειδικά μετά τα σημερινά tweet των συνεργατών του πρωθυπουργού, Γρήγορη Δημήτριάδη και Στέλιου Πέτσα, που αναπαράγοντας άρθρο του Τάκη Θοδωρόπουλου, υιοθετούν και την λοιδορία του κατά του Προκόπη Παυλόπουλου, στον οποίο επιμένει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το μείζον όμως είναι τα ελληνοτουρκικά όπου η γραμμή του Μεγάρου Μαξίμου για εξομάλυνση και παραπομπή στην Χάγη, βρίσκει περισσότερους να συμφωνούν στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ παρά στο δικό του κόμμα, όπου ειδικά η σαμαρική πτέρυγα είναι έτοιμη να βγει στα κάγκελα. Ωστόσο ούτε εκεί θα υπάρξει συναίνεση. Η γραμμή της εξομάλυνσης και της Χάγης συνεπάγεται εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων και θα έχει βαρύ πολιτικό κόστος. Και ο ΣΥΡΙΖΑ όπως ήδη δείχνει δεν έχει διάθεση να μοιραστεί το πολιτικό κόστος. Αντίθετα μάλλον θα ανταποδώσει στον Κυριάκο Μητσοτάκη τα όσα του έκαμε με το Μακεδονικό, στο οποίο παρότι συμφωνούσε το ανέβασε αντιπολιτευτικά και αυτό φάνηκε στην κάλπη.
Γενικότερα όμως η άνετη επικράτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στις εκλογές βασίστηκε σε σκληρή αντιπολιτευτική γραμμή και στο αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο στο οποίο πρωτοστάτησαν τα φιλικά ΜΜΕ. Το ατυχές είναι ότι και σαν κυβέρνηση το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο διατηρείται στο πλαίσιο αυτού που είχε πει ο Βορίδης, να ανακοπεί θεσμικά η δυνατότητα της αριστεράς για επιστροφή στην εξουσία. Φαίνεται αυτό κυρίως στα θέματα νόμου και τάξης και στην προσπάθεια “ενοχοποίησης” ενός κόμματος μέσω της αυθαίρετης σύνδεσης με αντικοινωνικά στοιχεία. Αλλά και από την γραμμή υπεράσπισης της κυβέρνησης με αναδρομή στα πεπραγμένα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και από την συνεχή επίκληση του ποσοστού στις εκλογές, ως νομιμοποιητικού λόγου εναντίον της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Στο μόνο που συναινούν τα δύο κόμματα είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει συναίνεση.