Μάρω Δούκα: Για το καινούριο μυθιστόρημά της «Πύλη εισόδου», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη, συζήτησε στο Βιβλιοπωλείο Πατάκη η Μάρω Δούκα με την Ελένη Γιαννακάκη. Δύο γυναίκες συγγραφείς, η μια από την παλαιότερη και η άλλη από τη νεότερη γενιά, που αντάλλαξαν τις ιδέες τους για ένα μυθιστόρημα όπου τον πρωταγωνιστικό ρόλο αναλαμβάνει μια γυναίκα ώριμης ηλικίας: μια γυναίκα η οποία ανατρέχει στο σύνολο της ζωής της μέσω του Facebook.
«Οι συγγραφείς», είπε η Δούκα, «πρέπει πρώτα να γράψουν και μετά να εξηγήσουν και να αναλύσουν. Αν είχα κατά νουν όσα γράφουν οι κριτικοί για το βιβλίο, τότε κατά πάσα πιθανότητα δεν θα είχα γράψει το παραμικρό – γιατί ποτέ δεν ξέρει ο συγγραφέας εκ των προτέρων τι θέλει να κάνει, πώς θα συνεχίσει και πού συγκεκριμένα θα καταλήξει. Όλα είναι αναγκασμένος να τα βρει στην πορεία και αφού έχει ξεκινήσει.
Όπως κι αν έχει, στο βιβλίο μου φαντάστηκα και επινόησα μια γυναίκα η οποία δεν έχει τίποτε από μένα. Στο τέλος, ωστόσο, κατάλαβα ότι όλα τα προηγούμενα χρόνια την κουβαλούσα μέσα μου. Ήθελα να προσηλώσω το βλέμμα μου στους άλλους, να φτιάξω ένα γυναικείο πρόσωπο που θα περιλάμβανε και πολλά άλλα, που θα το αποτελούσαν πολλαπλές εκδοχές. Κι εκείνο που δημιούργησα εντέλει είναι μια ηρωίδα η οποία διαχέεται και σε άλλες, αποδεικνύοντας πως τόσο η ίδια όσο και η κοινωνία τριγύρω της έχουν αγγίξει τα όριά τους. Όπως το δείχνει και το εξώφυλλο του βιβλίου: πολλές γυναίκες η μια μέσα στην άλλη, που αντικατοπτρίζονται και προβάλλουν τις μορφές τους στην επιφάνεια του νερού.
Το βιβλίο κάνει τα εσωτερικά αποκαλυπτήρια της ηρωίδας του, εκκινώντας από τη στασιμότητα των κλονισμένων βεβαιοτήτων της εποχής μας, Ραχοκοκαλιά του είναι μια γυναίκα που βρίσκεται στον προθάλαμο της ωριμότητάς της και αναλογίζεται εκ των ένδον τον βίο της – χωρίς να απευθύνει τον λόγο στους άλλους, απλώς ακούγοντάς τους και παρακολουθώντας τις κινήσεις τους. Έτσι, όμως, η πρωταγωνίστρια μετατρέπεται σε καθρέφτη του καιρού της, της πόλης της, που είναι η Αθήνα, και του καθημερινού της περίγυρου».
Η συγγραφέας τιτλοφόρησε το βιβλίο της «Πύλη εισόδου» επειδή «αποτελεί είσοδο στο αχανές πεδίο του κυβερνοχώρου, αλλά και στη ρευστότητα που μας κατακλύζει, στο ασφυκτικά αραχνοειδές πλέγμα το οποίο μας περιέχει ή ακόμα και στη διαδρομή μας προς τον θάνατο».