Τριάντα χρόνια πριν: 09/11/1989. Το κατ’ εξοχήν σύμβολο του πιο ανελεύθερου καθεστώτος στον πλανήτη καταρρέει με πάταγο. Το Τείχος του Βερολίνου κατεδαφίζεται υπό το βάρος όχι μόνο της γεωπολιτικής ήττας του Ανατολικού Μπλοκ από τη Δύση, αλλά κυρίως από το ξέσπασμα εκατομμυρίων ανθρώπων σε δεκάδες χώρες που έζησαν – όσοι επέζησαν – τη φρίκη της καταπίεσης από τον κόκκινο φασισμό. Διώξεις, εκτοπίσεις, εκτελέσεις, φυλακίσεις, εξαφανίσεις, καταστολή θρησκείας και εθνικής ταυτότητας. Ο «υπαρκτός σοσιαλισμός» προϋπέθετε την ανυπαρξία της ανθρώπινης ταυτότητας.
Στον Β’ΠΠ οι Δυτικοί είχαν να επιλέξουν την αναγκαστική συμμαχία με μία εκ των δύο χωρών με σκληρό ολοκληρωτικό καθεστώς, είτε με τη ναζιστική Γερμανία είτε με την κομμουνιστική Σοβιετική Ένωση, για να ηττηθεί η άλλη. Επρόκειτο για δύο απειλητικά, επεκτατικά, αντιδημοκρατικά κράτη- καθεστώτα με την ίδια στόχευση: Την κατάκτηση και επιβολή στην Ευρώπη και όχι μόνο. Γι’ αυτό και στην αρχή συνεργάστηκαν μεταξύ τους με αποκορύφωμα την ταυτόχρονη ( με διαφορά 17 ημερών) εισβολή και διαμελισμό της Πολωνίας στο πλαίσιο της Συμφωνίας Ρίμπεντροπ – Μολότωφ.
Οι Δυτικοί επέλεξαν τη Σοβιετική Ένωση για μία σειρά από λόγους, εκτιμώντας μεταξύ άλλων ότι η ναζιστική Γερμανία αποτελούσε πιο άμεσο και πιο δύσκολα διαχειρίσιμο κίνδυνο αν επικρατούσε. Ήταν εξάλλου νωπός ακόμα ο Α’ΠΠ από την ήττα στον οποίο το Ράιχ επιχειρούσε να επιτρέψει για τη ρεβάνς.
Μετά τη συντριβή της ναζιστικής Γερμανίας και την παράδοση της μισής Ευρώπης στην κατοχή του κόκκινου ολοκληρωτισμού ως αντάλλαγμα, ήρθε η φυσική συνέχεια, η αντιπαράθεση του ελεύθερου κόσμου με τον κομμουνισμό και ο Ψυχρός Πόλεμος. Οι δεκαετίες που ακολούθησαν πίσω από το «σιδηρούν παραπέτασμα» αποτέλεσαν μία από τις πιο φρικώδεις σελίδες της ανθρώπινης ιστορίας. Δεν είναι τυχαίο ότι πέραν από τις διώξεις πολιτικά αντιφρονούντων, στο χριστιανικό μαρτυρολόγιο προστέθηκαν χιλιάδες νέα ονόματα ανθρώπων που έδωσαν ομολογία και μαρτυρία για την πίστη τους, όπως επί ρωμαϊκών και ισλαμικών διωγμών.
Στη διεθνή πολιτική δεν υπάρχουν καλές προθέσεις ούτε «καλοί» και «κακοί» με την ρομαντική έννοια και – ναι – υπάρχουν διαβαθμίσεις ελευθερίας εντός του δημοκρατικού φάσματος, αναλόγως της εποχής, του χώρου, της συγκυρίας. Αλλά σαφώς υφίστανται καταστάσεις και καθεστώτα, όπως της κόκκινης δικτατορίας, που με καμία διασταλτική ερμηνεία ή εξωραϊσμό δεν αποτελούν υπερασπίσιμες υποθέσεις, τουλάχιστον από τους έχοντες κοινή λογική (που και αυτή «εξελίσσεται» αναλόγως της ιστορικής περιόδου υπό την έννοια ότι τα ζητούμενα του χθες μπορεί να είναι αυτονόητα σήμερα και το αντίθετο).
Η πτώση του Τείχους του Βερολίνου ήταν το εμβληματικό και ουσιαστικό ορόσημο του τέλους μίας από τις πιο ερεβώδεις περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας. Οι χιλιάδες άνθρωποι που αποκαθήλωναν το τείχος του αίσχους, αποκαθήλωναν μία ολόκληρη μηχανή κατακρεούργησης ανθρώπων, κοινωνιών, εθνών. Δεν είναι τυχαίο ότι στις χώρες που έζησαν την κομμουνιστική κατοχή, σήμερα απαγορεύεται η πολιτική εκπροσώπηση της μισάνθρωπης ιδεολογίας ακόμα και η αναφορά σε αυτήν.
Τριάντα χρόνια μετά, στην Ελλάδα, η οποία πλήρωσε βαρύ τίμημα αίματος προκειμένου να καταστείλει την κομμουνιστική ανταρσία και να παραμείνει στον ελεύθερο κόσμο, οι νοσταλγοί του σκότους ποζάρουν με τα πορτραίτα – σύμβολα καταπίεσης και κατάλυσης της Δημοκρατίας, επιδίωξη που καταγράφεται και στο καταστατικό τους. Όσο υπάρχουν αυτές οι εικόνες και οι αρδευόμενες εξ αυτών παραφυάδες της η Ελλάδα θα συνεχίσει να κινείται «σύριζα» στο χείλος της αβύσσου. Μέχρι να σφραγιστούν οι πύλες της.