Φέτα: Το βράδυ της Τετάρτης αναμένεται να ανακοινωθεί και επίσημα η συμφωνία ανάμεσα σε Ευρωπαϊκή Ένωση και Κίνα, η οποία προβλέπει την προστασία 100 ευρωπαϊκών αγροτικών προϊόντων στην κινεζική αγορά και το αντίστροφο όπως τόνισαν στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων πηγές από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, ανάμεσα στα εκατό ευρωπαϊκά προϊόντα περιλαμβάνεται μεταξύ άλλων και η προστασία της Φέτας στην κινεζική αγορά.
Μάλιστα επισήμαναν πως στο κείμενο το οποίο πρόκειται να υπογραφεί αύριο, Τετάρτη, θα αναφέρεται ότι μέσα σε οκτώ χρόνια θα πρέπει να έχουν αποσυρθεί όλα τα τρόφιμα που κυκλοφορούν στην κινεζική αγορά και χρησιμοποιούν το όνομα «Φέτα» και τα οποία είχαν τεθεί σε εμπορία στην αγορά της Κίνας πριν από τον Ιούνιο του 2017 οπότε και δημοσιοποιήθηκε ο κατάλογος των ονομασιών στο πλαίσιο της συμφωνίας.
Επίσης, όσα προϊόντα παραμείνουν στην αγορά της Κίνας δε θα τους επιτρέπεται να κάνουν χρήση συμβόλων, εικόνων, γραφικών και ονομασιών που να παραπέμπουν στην Ελλάδα ως χώρα προέλευσης.
Ούζο, ελιά Καλαμάτας και μαστίχα Χίου
Παράλληλα, όπως αναφέρει το Politico στην ιστοσελίδα του, στη λίστα με τα 100 προστατευόμενα ευρωπαϊκά προϊόντα περιλαμβάνονται επίσης εκτός από τη φέτα, το ούζο, τα κρασιά Σάμου, οι ελιές Καλαμάτας, η Μαστίχα Χίου καθώς και ελαιόλαδα από τη Σητεία Λασιθίου της Κρήτης.
Τι προβλέπει η συμφωνία ΕΕ – Κίνας
Σύμφωνα με το Politico, η συμφωνία προβλέπει ότι τα 100 αυτά προϊόντα μπορούν να επισημανθούν και να πωληθούν στην Κίνα μόνον εφόσον έχουν παραχθεί σε συγκεκριμένες ευρωπαϊκές χώρες, για παράδειγμα η φέτα στην Ελλάδα. Οι υπόλοιποι παραγωγοί ανάλογων προϊόντων οφείλουν να αναζητήσουν ένα διαφορετικό όνομα για το προϊόν τους.
Παράλληλα, προβλέπεται ότι μέσα στα επόμενα οκτώ χρόνια θα υπάρξει σταδιακή απόσυρση όλων των προϊόντων που ήδη κυκλοφορούν στην αγορά της Κίνας χρησιμοποιώντας τα παραπάνω ονόματα. Επιπλέον, η συμφωνία επισημαίνει ότι τα προϊόντα που θα παραμείνουν στην αγορά της Κίνας δεν θα επιτρέπεται να κάνουν χρήση συμβόλων που να παραπέμπουν στις παραπάνω χώρες ως χώρες προέλευσης.