30 Οκτωβρίου 1940. Στο υπόγειο του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρετανία λαμβάνει χώρα μια μυστική συνάντηση. Ο Ιωάννης Μεταξάς έχει καλέσει τους διευθυντές και αρχισυντάκτες των αθηναϊκών εφημερίδων για ενημέρωση. Για να τους εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους αποφάσισε να μπει η Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων. Η ομιλία του είναι ένα συγκλονιστικό ιστορικό ντοκουμέντο καθώς τους αποκαλύπτει το παρασκήνιο των διαπραγματεύσεων με τις εμπλεκόμενες δυνάμεις, τις προσπάθειές του να αποφύγει η Ελλάδα τον πόλεμο και την κατάληξη, την άρνησή του να αποδεχθεί το ιταμό τελεσίγραφο της Ιταλίας.
Εξηγεί στο δημοσιογραφικό ακροατήριό του γιατί ο Άξονας στο τέλος θα ηττηθεί, γιατί οι Σύμμαχοι θα νικήσουν, γιατί η Ελλάδα οφείλει να συνταχθεί με τις ναυτικές δυνάμεις και γιατί, παρά την προσωρινή κατοχή που ενδέχεται να υποστεί, θα βγει από τον πόλεμο «μεγαλύτερη και ένδοξη». Είχε «διαβάσει» όλη την εξέλιξη του πολέμου και τις ενδιάμεσες φάσεις του, όταν οι Γερμανοί φαινόντουσαν ανίκητοι και σάρωναν απ’ άκρου εις άκρον την Ευρώπη. «Θα νικήσωμεν», τους λέει, «αλλά δια τους Έλληνας υπέρ την νίκην η δόξα».
Στο ημερολόγιό του έγραφε: «Υπάρχουν στιγμές στις οποίες ένας λαός οφείλει, αν θέλει να μείνει μεγάλος, να είναι ικανός να πολεμήσει έστω και χωρίς ελπίδα νίκης…μόνον διότι πρέπει.» Σταχυολογώ ελάχιστα αποσπάσματα από την ιστορική αυτή ομιλία και προτρέπω να τη βρείτε και να τη διαβάσετε. Θα καταλάβετε πολλά και θα γίνετε σοφότεροι.
«Εχω λογοκρισίαν και ημπορώ να σας υποχρεώσω να γράφετε μόνον ό,τι θέλω. Αυτήν τήν ώραν όμως δεν θέλω μόνον την πέννα σας. Θέλω και την ψυχήν σας. Γι’ αυτό σας εκάλεσα σήμερα για να σας μιλήσω με χαρτιά ανοιχτά. Θα σας ειπώ τα πάντα. Θα σας ειπώ ακόμη και τα μεγάλα μου πολιτικά μυστικά. Θέλω να ξέρετε και σεις όλα τα σχετικά με την εθνικήν μας περιπέτειαν ώστε να γράφετε, όχι συμμορφούμενοι προς τας οδηγίας μου, αλλά εμπνεόμενοι εις την προσωπικήν σας πίστιν από την γνώσιν των πραγμάτων.(..)
Μη νομίσητε ότι η απόφασις του OXI πάρθηκε έτσι, σε μια στιγμή. Μη φαντασθήτε ότι εμπήκαμε στον πόλεμο αιφνιδιαστικά. ΄H ότι δεν έγινε παν ό,τι επετρέπετο και μπορούσε να γίνη διά να τον αποφύγωμε(…) Λόγω του επαγγέλματός σας έχετε παρακολουθήσει εις όλες τις λεπτομέρειες την ιστορίαν των ατελειώτων ιταλικών προκλήσεων δημοσιογραφικών και άλλων, αλλά και την χριστιανικήν υπομονήν την οποίαν ετηρήσαμεν, προσποιούμενοι ότι δεν τις καταλαβαίνουμαι, περιοριζόμενοι μόνον σε δημοσιογραφικάς ανασκευάς των ιταλικών εναντίον μας κατηγοριών(…)
«Προσπάθησα να αποφύγω τον πόλεμο, αλλά…»
Ομολογώ ότι εμπρός εις την φοβεράν ευθύνην της αναμίξεως της Ελλάδος εις τέτοιον μάλιστα πόλεμον, έκρινα πως καθήκον μου ήτο να δω εάν θα ήτο δυνατόν να προφυλάξω τον τόπον από αυτόν έστω και διά παντός τρόπου, ο οποίος όμως θα συμβιβάζετο με τα γενικότερα συμφέροντα του Εθνους. Εις σχετικάς βολιδοσκοπήσεις προς την κατεύθυνσιν του Αξονος μού εδόθη να εννοήσω σαφώς ότι μόνη λύσις θα μπορούσε να είναι μία εκουσία προσχώρησις της Ελλάδος εις την «Νέαν Τάξιν». Προσχώρησις που θα εγένετο λίαν ευχαρίστως δεκτή από τον Χίτλερ ως «εραστήν του ελληνικού πνεύματος».
Συγχρόνως όμως μου εδόθη να εννοήσω ότι η ένταξις εις την Νέαν Τάξιν προϋποθέτει προκαταρκτικήν άρσιν όλων των παλαιών διαφορών με τους γείτονάς μας, και ναι μεν αυτό θα συνεπήγετο φυσικά θυσίας τινάς διά την Ελλάδα, αλλά αι θυσίαι θα έπρεπε να θεωρηθούν απολύτως «ασήμαντοι» εμπρός εις τα «οικονομικά και άλλα πλεονεκτήματα» τα οποία θα είχεν διά την Ελλάδα η Νέα Τάξις εις την Ευρώπην και εις την Βαλκανικήν(…) Οταν επέμεινα να κατατοπισθώ, πόσον επί τέλους θα μπορούσε να είναι αυτό το «ελάχιστον» τελικώς, μας εδόθη να καταλάβωμεν ότι τούτο συνίστατο εις μερικάς ικανοποιήσεις προς την Ιταλίαν δυτικώς μέχρι Πρεβέζης, ίσως και προς την Βουλγαρίαν ανατολικώς μέχρι Δεδεαγάτς.
Δηλαδή θα έπρεπε διά να αποφύγωμεν τον πόλεμον, να γίνωμεν εθελονταί δούλοι και να πληρώσωμεν αυτήν την τιμήν… (!) με το άπλωμα του δεξιού χεριού της Ελλάδος προς ακρωτηριασμόν από την Ιταλίαν και του αριστερού προς ακρωτηριασμόν από την Βουλγαρίαν(…) Τον κίνδυνον αυτόν τον θεωρώ κύριοι, διά το Εθνος και το μέλλον του ασυγκρίτως χειρότερον από τον πόλεμον, έστω και αυτόν τον πόλεμον, από τον οποίον είναι δυνατόν και δουλωμένη ακόμη να βγη προσωρινώς η Ελλάς. Λέγω προσωρινώς, διότι πιστεύω ακράδαντα ότι τελικώς η νίκη θα είναι με το μέρος μας. Γιατί οι Γερμανοί δεν θα νικήσουν. Δεν μπορεί να νικήσουν. Υπάρχουν πολλά εμπόδια.
Η Ελλάς είναι αποφασισμένη να μην προκαλέση μεν, με κανέναν τρόπο κανένα, αλλά και με κανέναν τρόπο να μην υποκύψη. Προ παντός είναι αποφασισμένη να υπερασπίση τα εδάφη της, έστω και αν πρόκειται να πέση(…) Αλλά η κοσμοκρατορία διά την Γερμανίαν κατέστη οριστικά αδύνατος στη Δουνκέρκη. O πόλεμος διά τον άξονα έχει χαθή, από την στιγμήν που η Αγγλία διεκήρυξε: Θα πολεμήσωμεν έστω και μόνον εις το νησί μας και πέραν των θαλασσών, θα πολεμήσωμεν μέχρι της νίκης. Αλλά επί πλέον και ημείς οι Ελληνες πρέπει να γνωρίζωμεν ότι δεν πολεμούμεν μόνον διά την νίκην, αλλά και διά την δόξαν(…) Ξέρω με βεβαιότητα, ότι από την φοβεράν αυτήν δοκιμασίαν η Ελλάς θα υποφέρη. Ξέρω όμως επίσης με βεβαιότητα, ότι τελικώς θα εξέλθη όχι μόνον ένδοξος, αλλά και μεγαλύτερη.»