Η συζήτηση για την ψήφο των ομογενών έφερε στην επιφάνεια όλες τις παθογένειες, τις μιζέριες και τις μικροκομματικές κοτζαμπάσικες νοοτροπίες του ελλαδικού κράτους. Η διαβούλευση λειτούργησε σαν κρεβάτι ψυχαναλυτή και έβγαλε σε κοινή θέα τα σύνδρομα του πολιτικού συστήματος.
Η άρνηση για μία γενναία ρύθμιση που θα ανοίγει τον δρόμο στη συμμετοχή των ομογενών στην εκλογική διαδικασία, στη συνδιαμόρφωση των πολιτικών εξελίξεων και εν τέλει στη μέθεξη στο πολιτικό γίγνεσθαι, επιβεβαιώνει τη νοοτροπία του εγχώριου πολιτικού κόσμου που θεωρεί τη χώρα τσιφλίκι του. Όπως έχουμε γράψει, η φοβία με την οποία αντιμετωπίζουν τα κόμματα την ψήφο των ομογενών οφείλεται στο ότι οι Έλληνες της διασποράς είναι εκτός εμβέλειας εκβιασμών του ελλαδικού κράτους, άρα δεν καθίστανται πολιτικά εξαρτώμενοι και εκλογικοί όμηροι.
Οπότε στο τέλος της ημέρας μπορεί να χαλάσουν την εκλογική και πολιτική πιάτσα. Και αυτό δεν είναι κάτι που το θέλει κανένα από τα κόμματα. Ακόμα και αυτοί που θα ωφεληθούν εκλογικά περισσότερο από τους άλλους, διότι υποθέτουν, σωστά, ότι οι Έλληνες του εξωτερικού αισθάνονται εγγύτερα σε συγκεκριμένα κόμματα ή πολιτικού χώρους, θέλουν τη συμμετοχή της ομογένειας μέχρι εκεί που θα εξασφαλίζει την εκλογική υπεροχή έναντι των αντιπάλων και όχι σε βαθμό που θα μπορούσε να οδηγήσει σε συνολική αναδιάταξη του πολιτικού συστήματος.
Γι’ αυτό η απροθυμία των κομμάτων εκφράζεται με διαβαθμίσεις αναλόγως του πόσο ενδιαφέρεται το καθένα να τηρήσει τα προσχήματα.
Από πλήρη άρνηση, μέχρι την έγερση διαδικαστικών προσκομμάτων υπό τη βιτρίνα της δήθεν ορθολογικής ρύθμισης και τη συρρίκνωση του αριθμού των συμμετεχόντων με επιχειρήματα τύπου «όσοι έχουν ΑΦΜ». Όπως μου είπε δηκτικά και με πικρία ο πρόεδρος των Παμμακεδονικών Οργανώσεων Αμερικής Δημήτρης Φιλιππίδης, «τελικά, Έλληνας γίνεσαι αν βγάλεις ΑΦΜ;».
Η σκοπιμότητα, εξάλλου, φαίνεται και από το γεγονός ότι για ένα μέρος της ομογένειας η συζήτηση δεν αφορά στο αν θα αποκτήσουν δικαίωμα ψήφου, διότι ήδη το έχουν, αλλά στο αν θα διευκολυνθούν να το ασκήσουν από τον τόπο διαμονής τους, αντί να πρέπει να ταξιδέψουν από άλλη χώρα ή και από άλλη ήπειρο. Είναι ενδεικτική η απόρριψη της επιστολικής ψήφου και η εμμονή για άσκηση του δικαιώματος πχ μόνο στο προξενείο. «Ξέρεις – μου έλεγε ομογενής – για μερικούς από εμάς που ζουν σε μεγάλες χώρες, ας πούμε στις ΗΠΑ, σε μία τεράστια πολιτεία όπως η Καλιφόρνια, η απόσταση από το προξενείο, μπορεί να είναι μεγαλύτερη από την απόσταση Αθήνα – Παρίσι».
Όταν λέμε ψήφος στους «ομογενείς» εννοούμε σε όλους
Ο υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδιος για θέματα ομογένειας, Αντώνης Διαματάρης, ερωτηθείς για το συγκεκριμένο θέμα, ποιοι από τους ομογενείς πρέπει να έχουν δικαίωμα ψήφου, απάντησε «όλοι». Στη διευκρινιστική ερώτηση «εννοείτε και αυτοί που έφυγαν τις δεκαετίες του ’50 ή του ’60 ή του ‘70» απάντησε «ακριβώς, όλοι». Και συνέχισε : «Ακούω το επιχείρημα ότι “κάποιος που λείπει τόσα χρόνια που να ξέρει τι γίνεται στην Ελλάδα και εξάλλου γιατί να αποφασίζει για εμένα που μένω εδώ;”.
Ξέρετε, είμαστε στο 2019, οι Έλληνες του εξωτερικού μαθαίνουν τα πάντα με ένα κλικ στον υπολογιστή, ακούνε ελληνικά ραδιόφωνα βλέπουν ελληνική τηλεόραση. Σχετικά με το άλλο επιχείρημα, όποιος γνωρίζει την ομογένεια ξέρει πόσο νοιάζονται οι Έλληνες του εξωτερικού για την Ελλάδα και πόσοι θέλουν να γυρίσουν, άρα δεν πρέπει να έχουν άποψη για όσα γίνονται στη χώρα;»
Ότι αυτή η άποψη εκφράζεται από στέλεχος της κυβέρνησης είναι απολύτως θετικό. Δυστυχώς, έχω τη βεβαιότητα ότι δεν θα είναι αυτή η άποψη που θα επικρατήσει ούτε στη Βουλή, ούτε στην κυβέρνηση. Ένα επιχείρημα πάντως, για όσους υποστηρίζουν ότι οι ομογενείς δεν ζουν εδώ άρα δεν μπορούν να γνωρίζουν την καθημερινότητα, όποτε δεν πρέπει να ψηφίζουν, είναι ότι σε αυτή την ιστορική συγκυρία οι απανταχού Έλληνες καλούνται να αποφασίσουν για την επιβίωση και το μέλλον του έθνους και όχι για το ύψος των φορολογικών συντελεστών και αν θα έχουμε ουρές στην εφορία. Και αυτές τις αποφάσεις πρέπει να την πάρουμε όλοι μαζί.