Τζάνις Τζόπλιν: Ουδείς μπορεί να βάλει όρια και ταμπέλες στη μουσική. Αλλά κάποια πράγματα, ακολουθούνται… τυφλά. Για παράδειγμα, εάν κάποιος “πετάει” από τη χαρά του, θα βάλει να ακούσει ένα κομμάτι του Τζέιμς Μπράουν. Εάν τον έχει “πλακώσει” η νοσταλγία, τότε ένας Έλβις θα του κάνει καλό. Εάν θέλει να χαλαρώσει, λίγη τζαζ δεν θα έβλαπτε. Για τον χορό και το “κοπάνημα”, αρκεί ένας Ozzy και ένας Dio. Για τον πόνο;…
Για τον πόνο υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει η επιλογή της Τζάνις Τζόπλιν. Μιας σταρ που έπλεξε μια σύντομη αλλά γεμάτη καριέρα, έχοντας πάνω της σύνδρομα, εφιάλτες και βαθιές χαρακιές στην ψυχή, τις οποίες ποτέ δεν απέβαλλε, αλλά τις άφησε να την καταβάλλουν. Από την άλλη πλευρά όμως, αυτές οι χαρακιές, έφεραν στο προσκήνιο ένα διαμάντι. Μια φωνή μεταλλική, βαθιά, διαπεραστική. Μία μίξη soul και blues με γρυλίσματα που βγαίνουν από τα βάθη μιας ταλαιπωρημένης ψυχής, που δεν είδε τίποτα να της χαρίζεται. Δεν ήταν η πιο έξυπνη στο σχολείο, ούτε η πιο όμορφη. Ήταν όμως η πιο ευαίσθητη και δεκτική σε αυτό που τα τελευταία χρόνια ονομάζεται bullying. Και η Τζάνις δέχθηκε αρκετό, μαζί με την απόρριψη από τους δικούς της, η οποία την έκανε να αντιδράσει.
Στο κολέγιο, γινόταν συχνά στόχος διάφορων σχολίων για το στυλ της, το πρόσωπό της, το βάρος της. Για χρόνια, άφησε να “χτιστεί” μία κατάσταση που την στρίμωχνε στη γωνία. Έβγαινε στην αντεπίθεση, αλλά από όλες τις εξόδους διαφυγής που χρησιμοποίησε (αλκοόλ, ναρκωτικά, αθυροστομία, κυνικότητα), η πιο επιτυχημένη, ήταν η μουσική. Μέσω αυτής, η Τζάνις που θεωρούσε ότι ήταν “ασχημόπαπο”, μετατράπηκε σε “κύκνος” για εκατομμύρια ανθρώπους. Τραγούδησε για τη γυναίκα, για την απόρριψη, για τον έρωτα, για τις επιθυμίες της, “πιάνοντας” τα αυτιά όλων των φύλων. Έφτασε μέχρι την κορυφή του κόσμου, συμμετέχοντας στο Woodstock. Αλλά έφυγε νωρίς…
Κάτω από τη σκηνή, ήταν -κατά βάθος- μία ευαίσθητη παρουσία η οποία προσπαθούσε να βγάλει φωνή, να ξεπεράσει το άγχος της προβολής, να τα “πει” με τους φανς της και να την “πει” (με κάθε τρόπο) στους πολεμίους της. Πάνω στη σκηνή, μεταμορφωνόταν σε λιοντάρι. Κι άπαξ και ξεκινούσε να τραγουδάει το “Piece of my Heart”, το “Summertime”, το “Kozmic Blues”, όλα έμοιαζαν να παγώνουν. Αυτή η γυναίκα είχε τόσο συναίσθημα μέσα της, που αδυνατούσε και η ίδια να το διαχειριστεί. Και το πλήρωσε. Στις 4 Οκτωβρίου του 1970, βρέθηκε νεκρή λόγω overdose. Πρόσθεσε το όνομά της στο μακάβριο κλαμπ των καλλιτεχνών που άλλαξαν τον ρου της μουσικής αλλά έφυγαν στα 27 τους χρόνια.
Όπως συνέβη αρκετές δεκαετίες αργότερα και με τη μοναδική (από τις πολλές καλλιτέχνιδες) που είχε τα προσόντα να τη φτάσει και ίσως να την ξεπεράσει. Αλλά η Έιμι Γουάινχαουζ έφυγε κι αυτή πολύ, πάρα πολύ, νωρίς…