“Αναγνωριστικές” χαρακτηρίζει το Μέγαρο Μαξίμου τις συναντήσεις που θα έχει ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, με τον Ταγίπ Ερντογάν και τον Ζόραν Ζάεφ. Είναι συναντήσεις που αργά ή γρήγορα θα γίνονταν, λέει συνεργάτης του πρωθυπουργού, και εξηγεί αντί να έχουμε επισκέψεις στις πρωτεύουσες, καλύτερα λοιπόν να γίνουν στο ουδέτερο έδαφος της Νέας Υόρκης επ’ αφορμή της Συνόδου του ΟΗΕ.
Φυσικά και η κυβέρνηση, η εκάστοτε κυβέρνηση θα πρέπει να έχει ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας με όλους και να κάνει διάλογο. Όπως είπε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος “πάντα ο διάλογος είναι προτιμότερος από την μονομερή παράθεση απόψεων”. Ωστόσο είναι εμφανής η αμηχανία της κυβέρνησης.
Κατ αρχήν στις ενημερώσεις για το πρόγραμμα του πρωθυπουργού στη Νέα Δημοκρατία, ο Ζόραν Ζάεφ αναφέρεται απλά με το όνομά του. Έτσι ο πρωθυπουργός “θα συναντηθεί με τον Πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (25/9). Επίσης θα συναντηθεί με τον Έντι Ράμμα (23/9) και τον Ζόραν Ζάεφ (24/9), καθώς επίσης με τον πρόεδρο της Σερβίας, Αλεξάνταρ Βούσιτς και Πρόεδρο του Κοσόβου, Χακίμ Θάτσι (23/9) και την πρόεδρο της Γεωργίας, Σαλομέ Ζουραμπισβίλι (24/9)”.
Ακόμη και ο Χακίμ Θάτσι αναφέρεται με την ιδιότητα του προέδρου του Κοσόβου. Ο Ζόραν Ζάεφ και ο Έντι Ράμμα όμως τι είναι;
Ιδιώτες τους οποίους θα δει ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, γιατί έτυχε κι αυτοί να περνούν από το Μανχάταν; Προφανώς θέλει να βγει από την δύσκολη θέση να αποκαλέσει τον Ζόραν Ζάεφ πρωθυπουργό της Βόρειας Μακεδονίας και προκαλέσει τις αντιδράσεις των “μακεδονομάχων του κόμματός του” και του Αντώνη Σαμαρά που καραδοκεί. Αλήθεια, στις συναντήσεις που έχει με άλλους ηγέτες, όπως για παράδειγμα με την Άνγκελα Μέρκελ στο Βερολίνο δεν αναφερόταν στον Ζάεφ ως πρωθυπουργό της Βόρειας Μακεδονίας. Μιλούσε με την καγκελάριο για την ευρωπαϊκή προοπτική γενικώς και αορίστως των Δυτικών Βαλκανίων και όχι συγκεκριμένων χωρών που έχουν αναγνωρισμένη διεθνή ονομασία.
Εάν δεν αναγνωρίζει την ονομασία οφείλει να το πει δημόσια και όχι να κάνει εξωτερική πολιτική για εσωτερική κατανάλωση.
Αμηχανία όμως δείχνει και ο χαρακτηρισμός “αναγνωριστική” της συνάντησης με τον Ερντογάν. “Θέλουμε, από την Τουρκία να σταματήσει τις προκλητικές ενέργειες που συνεχίζει, ιδίως στην Κύπρο, είτε αφορούν στη θάλασσα, την ΑΟΖ, είτε αφορούν στην παρέμβασή της στις συζητήσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων”, είναι η δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου για την συνάντηση, με την προσθήκη ότι η Τουρκία θα πρέπει να ανταποκριθεί και στις υποχρεώσεις της που απορρέουν για το προσφυγικό από την συμφωνία με την ΕΕ.
Όλα αυτά είναι σωστά αλλά δεν είναι διμερή. Δημιουργείται η εντύπωση ότι δεν υπάρχουν ελληνοτουρκικά ζητήματα, ότι η κυβέρνηση δεν αξιολογεί την κλιμακούμενη προκλητικότητα της Τουρκίας, τον αναθεωρητισμό της -είτε με την ευθεία αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάνης είτε με τους χάρτες για την γαλάζια πατρίδα είτε με το αίτημα για συνεκμετάλλευση, ή με την αμφισβήτηση της ελληνικής ΑΟΖ.
Ακόμη και οι πλέον ένθερμοι υποστηρικτές του διαλόγου, προσθέτουν ότι οι συναντήσεις θα πρέπει να έχουν σκοπό και ατζέντα. Ειδικά για τη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον Ερντογάν σημειώνουν ότι αν είναι συνάντηση για την συνάντηση, χωρίς πολύ καλή προετοιμασία και ατζέντα από την πλευρά μας καλύτερα να μην γίνει. Γιατί οι διαρροές που θα κάνει η τουρκική πλευρά θα δημιουργήσουν εντυπώσεις και ίσως νέα τετελεσμένα αν αυτό επιδιώξει ο Ερντογάν.