Η Παναγία της Τήνου, είναι μια εικόνα με ιδιαίτερη τεχνοτροπία η οποία σύμφωνα με κάποιους μελετητές αποδίδεται στον Απόστολο Λουκά. Πώς είναι όμως η εικόνα πίσω από τα τάματα των πιστών; Είναι ένα από τα ιερότερα σύμβολα του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας. Η Ιερή Εικόνα της Παναγίας της Τήνου που φυλάσσεται στο νησί, έχει συνδεθεί άμεσα με την πίστη του Έλληνα για την Παναγία αλλά και με τους απελευθερωτικούς αγώνες του λαού μας τους προηγούμενους δυο αιώνες.
Κάτι που αρκετοί μπερδεύουν, εξαιτίας της κεντρικής πανηγύρεως του Ναού της Παναγίας τον Δεκαπενταύγουστο, είναι η απεικόνιση της Παναγίας στην συγκεκριμένη εικόνα. Η Εικόνα της Παναγίας της Τήνου δεν απεικονίζει την Κοίμηση της Θεοτόκου αλλά τον Ευαγγελισμό. Πως είναι όμως η εικόνα της Παναγίας πίσω από τα τάματα των πιστών;
Αυτή είναι μια από τις σπανιότερες απεικονίσεις της εικόνας της Παναγίας της Τήνου, χωρίς το χρυσό «πουκάμισο» που την κοσμεί και τα αφιερώματα των πιστών που βρίσκονται πάνω από αυτό. Στην εικόνα του Ευαγγελισμού απεικονίζονται δεξιά η Παναγία και αριστερά ο Αρχάγγελος Γαβριήλ κρατώντας τον κρίνο. Πάνω από τα δυο πρόσωπα εικονίζεται το Άγιο Πνεύμα με τη μορφή περιστεριού. Η εικόνα της Παναγίας βρέθηκε στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα ο Ναός Της ύστερα από όραμα της Αγίας Πελαγίας στις 30 Ιανουαρίου 1823.
Παναγία της Τήνου
Ο ναός της Παναγίας της Τήνου κτίστηκε σε σημείο όπου βρέθηκε εικόνα της Παναγίας, κατά τη θρησκευτική παράδοση μετά από σχετικά οράματα της μοναχής Αγίας Πελαγίας. Η εικόνα ανακαλύφθηκε μετά από ανασκαφές στις 30 Ιανουαρίου 1823 και ενώ προηγήθηκαν ανασκαφές το 1822 που αποκάλυψαν τον αρχαίο ναό του Διονύσου και ο ναός του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου.
Η είδηση της εύρεσης της εικόνας, κατά την περίοδο της ελληνικής επανάστασης του 1821 θεωρήθηκε καλός οιωνός και το νησί επισκέφτηκαν για αυτό το λόγο οι Κολοκοτρώνης, Μιαούλης, Νικηταράς και Μακρυγιάννης, για να προσκυνήσουν. Μετά την εύρεση της εικόνας ακολούθησε η οικοδόμηση της εκκλησίας. Απαιτήθηκαν μεγάλες ποσότητες μαρμάρων, οι οποίες κατά κύριο λόγο μεταφέρθηκαν από τον αρχαιολογικό χώρο της γειτονικής Δήλου.
Απαιτούνταν επίσης και μεγάλος αριθμός εργατών επεξεργασίας και τοποθέτησης μαρμάρων, αλλά κυρίως πολλά χρήματα η έλλειψη των οποίων έφερνε πολλές φορές σε αμηχανία τους επιστάτες του έργου που δυσκολεύονταν να πληρώσουν στο τέλος της εβδομάδας, εργαζόμενους και υλικά. Η ολοκλήρωση του έργου οφείλεται στη σημαντική συνδρομή, σε εργασία και χρήμα, τόσο του τηνιακού λαού, όσο και χριστιανών από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Μέχρι τα μέσα του 1832 είχε ανεγερθεί η ανατολική πτέρυγα του συγκροτήματος, το τμήμα ανατολικά του καμπαναριού και το τμήμα ανατολικά της κεντρικής εισόδου. Το σύνολο των εργασιών ανέγερσης ολοκληρώθηκε το 1880.