Οι χρήστες δείχνουν μεγαλύτερη όρεξη να αγοράσουν μια μηνιαία συνδρομή στο Netflix ή στο Spotify παρά σε μια ψηφιακή εφημερίδα, σύμφωνα με νέα έρευνα. Το καλό νέο είναι ότι ολοένα περισσότεροι άνθρωποι ανησυχούν για την παραπληροφόρηση και αναζητούν μέσω διαδικτύου πιο αξιόπιστες online πηγές ειδήσεων. Το κακό νέο είναι ότι συνεχίζουν να μην έχουν διάθεση να πληρώσουν συνδρομή για να αποκτήσουν πρόσβαση σε καλή δημοσιογραφία και όχι σε fake news.
Αυτός είναι ο βασικός «τίτλος» της νέας διεθνούς Έκθεσης Ψηφιακών Ειδήσεων (Digital News Report 2019) του Ινστιτούτου Ρόιτερς του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, η οποία βάσισε τα συμπεράσματά της σε διαδικτυακή έρευνα σε 75.000 χρήστες σε 38 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Οι χρήστες δείχνουν μεγαλύτερη όρεξη να αγοράσουν μια μηνιαία συνδρομή στο Netflix ή στο Spotify παρά σε μια ψηφιακή εφημερίδα. Τα περισσότερα νοικοκυριά διεθνώς, λόγω του περιορισμένου οικογενειακού προϋπολογισμού τους, έχουν μόνο μία πληρωμένη online συνδρομή το μήνα. Στην ερώτηση αν αποφάσιζαν να πληρώσουν για μία μόνο online μηνιαία συνδρομή, τι θα διάλεγαν, το 37% απάντησαν ότι προτιμούν μια υπηρεσία τύπου Netflix, το 15% μια υπηρεσία μουσικής τύπου Spotify και μόνο το 7% διαλέγουν τις online ειδήσεις.
Το 55% των ερωτώμενων απάντησαν ότι είναι ανήσυχοι για την παραπληροφόρηση, παρά τις προσπάθειες τόσο των κυβερνήσεων όσο και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (Facebook κ.α.) να την καταπολεμήσουν. Το ποσοστό ανησυχίας για την αξιοπιστία των ειδήσεων στο Ίντερνετ ποικίλει από 85% στη Βραζιλία έως 31% στην Ολλανδία, ενώ είναι υψηλό στη Βρετανία (70%) και στις ΗΠΑ (67%).
Περίπου ένας στους τέσσερις ανθρώπους διεθνώς (το 26%) αναζητά κάποια πιο αξιόπιστη ειδησεογραφική πηγή – αν και το τι σημαίνει αξιοπιστία ενέχει εκ των πραγμάτων κι ένα υποκειμενικό στοιχείο. Για πολλούς πάντως σημαίνει ότι έχουν περισσότερη εμπιστοσύνη στα μεγάλα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης τύπου BBC (σταθερά το Νο 1 σε αξιοπιστία μέσο στη Βρετανία) και «Γκάρντιαν».
Από την άλλη όμως, φαίνεται μια τάση να μειώνεται διεθνώς η εμπιστοσύνη στις ειδήσεις γενικώς. Το μέσο επίπεδο εμπιστοσύνης του κοινού είναι 42%, κατά 2% μικρότερο σε σχέση με το 2018.
Η μείωση της εμπιστοσύνης είναι αισθητή σε χώρες όπως η Γαλλία (έχει πέσει κατά 11% σε σχέση με πέρυσι, μόλις στο 24%), ίσως λόγω έντονων διαφωνιών σχετικά με το πώς έχουν καλυφθεί τα γεγονότα για τις κινητοποιήσεις των «κίτρινων γιλέκων». Όσο πιο πολωμένη είναι η κοινή γνώμη μιας χώρας για ένα θέμα (το αντίστοιχο διχαστικό θέμα στη Βρετανία π.χ. είναι το Brexit), τόσο περισσότερο αυξάνει το ποσοστό όσων δηλώνουν ανήσυχοι για την αξιοπιστία των μέσων ενημέρωσης. Στις ΗΠΑ, όπου τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης επικρίνουν συστηματικά τον πρόεδρο Τραμπ (και αυτός τα έχει χαρακτηρίσει «εχθρό του λαού»), η εμπιστοσύνη της αμερικανικής Δεξιάς στις καθιερωμένες πηγές ειδήσεων έχει καταρρεύσει μόλις στο 9%.
Εν μέσω αυτού του μάλλον αντιφατικού κλίματος, δεν φαίνεται να αυξάνεται το ποσοστό όσων ανθρώπων είναι πρόθυμοι να πληρώσουν συνδρομή ή να κάνουν δωρεά για online πρόσβαση σε ποιοτικά μέσα ενημέρωσης (μια βελτίωση παρατηρείται μόνο στις σκανδιναβικές χώρες). Στις ΗΠΑ, μετά από μια αρχική «έκρηξη» συνδρομών το 2017 στις ηλεκτρονικές εκδόσεις των «Τάιμς της Νέας Υόρκης» και της «Ουάσιγκτον Ποστ», λίγο μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, το ποσοστό των επί πληρωμή αναγνωστών έχει μείνει στάσιμο στο 16% (περίπου ένας στους έξι), έναντι μόνο 9% στη Βρετανία.
Η έκθεση επιβεβαιώνει ότι συνεχίζει να αυξάνεται το ποσοστό των ανθρώπων, ιδίως των νεότερων σε ηλικία, που ενημερώνονται για τις ειδήσεις μέσω του «έξυπνου» κινητού τους (το 66% των χρηστών) και από τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.
Το Facebook παραμένει με διαφορά το δημοφιλέστερο κοινωνικό δίκτυο για ενημέρωση του τι συμβαίνει στον κόσμο, αλλά αυξάνεται σταδιακά επίσης η χρήση του Instagram και του Whatsapp (που είναι πια πρώτα σε προτιμήσεις σε μερικές χώρες όπως Βραζιλία, Μαλαισία, Νότια Αφρική κ.α.).
Αυτό όμως, σύμφωνα με την έκθεση, αυξάνει την πιθανότητα οι χρήστες να εκτεθούν εν αγνοία τους σε παραπληροφόρηση, κατευθυνόμενη ή μη. Δεδομένου ότι το Instagram και το Whatsapp ανήκουν επίσης στο Facebook, γίνεται κατανοητό γιατί ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ δέχεται εντεινόμενες πιέσεις από όλες τις πλευρές να βάλει «φρένο» στη διασπορά ειδήσεων μέσω της «αυτοκρατορίας» του.
Ακόμη, η έκθεση διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι με λαϊκιστικές απόψεις είναι πιθανότερο να βασίζονται στην τηλεόραση για βασική πηγή ειδήσεων και στο Facebook για κύριο μέσο online ενημέρωσης, εμπιστευόμενοι λιγότερο τα πιο παραδοσιακά μέσα.