Οι κάτοικοι της αμερικανικής πόλης Βιρτζίνια Μπιτς συγκεντρώθηκαν σήμερα, σε κλίμα συγκίνησης, για να αποτίσουν φόρο τιμής στους 12 δημοτικούς υπαλλήλους, που έπεσαν χθες νεκροί από τα πυρά ενός συναδέλφου τους, του οποίου η αστυνομία επιχειρεί να κατανοήσει τα ακριβή κίνητρα.Ένα μετά το άλλο, τα πρόσωπα των 12 θυμάτων προβλήθηκαν σε μια οθόνη, με τη συνοδεία σύντομων βιογραφικών τους, κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης τύπου.
Επτά άνδρες και πέντε γυναίκες έχασαν τη ζωή τους από την ένοπλη επίθεση χθες στο Βιρτζίνια Μπιτς, ένα παραθαλάσσιο θέρετρο με πληθυσμό 450.000 κατοίκων νότια της Ουάσιγκτον. Μεταξύ των θυμάτων, ο Ρίτσαρντ Νίτλετον, τεχνικός, που εργαζόταν 28 χρόνια για την πόλη. Η Μισέλ Μίσι Λάνγκερ, που μετρούσε 12 χρόνια στη δημόσια υπηρεσία, αλλά κι η Κάθριν Νίξον, με 11 χρόνια προϋπηρεσίας…
«Αφήνουν πίσω τους ένα κενό που δεν θα μπορέσουμε ποτέ να καλύψουμε» δήλωσε ο διοικητικός υπεύθυνος της πόλης Ντέιβ Χάνσεν, ο οποίος σημείωσε ότι τέσσερις άνθρωποι παραμένουν υπό νοσηλεία σε σοβαρή κατάσταση. Από την πλευρά του, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εξέφρασε τα συλλυπητήριά του σήμερα με μήνυμά του στο Twittter: «Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση βρίσκεται εκεί, και θα βρίσκεται εκεί, για να ανταποκριθεί σε κάθε ανάγκη. Ο Θεός να ευλογεί τις οικογένειες και όλους τους άλλους!».
«Δύσκολο να το πιστέψει κανείς»
Καμιά εκατοστή άνθρωποι, πολλοί εκ των οποίων να μην μπορούν να συγκρατήσουν τα δάκρυά τους, συγκεντρώθηκαν σήμερα το πρωί στον χώρο στάθμευσης ενός κινηματογράφου για να αποτίσουν φόρο τιμής στα θύματα υπό τους ήχους κιθάρας και να προσευχηθούν.
«Είναι δύσκολο να το πιστέψουμε. Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι αυτό θα μπορούσε να συμβεί στην πόλη μας. Είναι καιρός να ενωθούμε και να προσευχηθούμε με όλον τον κόσμο…» είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Άντονι Μουρ, που συμμετείχε στην τελετή, μαζί με τον κυβερνήτη της Βιρτζίνια Ραλφ Νόρθαμ.Οι αρχές έδωσαν στη δημοσιότητα τα στοιχεία του δράστη σήμερα. Θέλοντας να τιμήσουν τη μνήμη των θυμάτων, ανέφεραν το όνομά του μια φορά: Ντεγουέιν Κράντοκ, ένας άνδρας 40 ετών που εργαζόταν για 15 χρόνια ως μηχανικός στα δημόσια έργα. Είχε υπηρετήσει στην Εθνοφρουρά της Βιρτζίνια από το 1996-2002.
Ήταν γύρω στις 16.00 τοπική ώρα την Παρασκευή, όταν ο άνδρας αυτός εισέβαλε στο δημοτικό κτίριο, βαριά οπλισμένος, προτού αρχίσει να πυροβολεί αδιάκριτα, σε διάφορους ορόφους, εναντίον όλων όσων συναντούσε. Επιζώντες αφηγούνται πως έσπευσαν να κρυφτούν τοποθετώντας γραφεία πίσω από τις πόρτες των γραφείων του ως αυτοσχέδια οδοφράγματα.
Ακολούθησε η «μακράς διάρκειας και σφοδρή ανταλλαγή πυροβολισμών» με την αστυνομία, που έφθασε στο σημείο σε διάστημα λίγων λεπτών, εξήγησε ο αρχηγός της αστυνομίας της Βιρτζίνια Τζέιμς Σερβέρα. Πτώματα βρέθηκαν και στους τρεις ορόφους του κτιρίου και σε ένα όχημα που ήταν σταθμευμένο έξω από αυτό, σύμφωνα με τις αρχές.
Σήμερα, οι ερευνητές, που μίλησαν για έναν «τρομακτικό τόπο εγκλήματος», συνεχίζουν να αναζητούν τα ακριβή κίνητρα του Κράντοκ. Το κτίριο, όπου διαδραματίστηκε το μακελειό, παραμένει αποκλεισμένο από την αστυνομία. Εκτός των στελεχών της τοπικής αστυνομίας, πράκτορες του FBI και ειδικοί της σήμανσης μπαινοβγαίνουν, μεταδίδουν οι δημοσιογράφοι του Γαλλικού Πρακτορείου.
Η Wall Street Journal έγραψε ότι ο δράστης είχε πρόσφατα απολυθεί. Οι αρχές αρνήθηκαν να απαντήσουν εάν ο ένοπλος τελούσε υπό πειθαρχικά μέτρα στην εργασία του ή εάν είχε βεβαρημένο ποινικό μητρώο. Η αστυνομία ανακοίνωσε ότι ήταν οπλισμένος με ένα 45αρι περίστροφο, που είχε σιγαστήρα.
«Βρήκαμε κι άλλα όπλα στο σημείο» υπογράμμισε σήμερα το πρωί ο Σερβέρα, χωρίς να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες. Όπλα βρέθηκαν και στην οικία του 40χρονου. Μια γειτόνισσά του, που μίλησε στο CNN, περιέγραψε ότι ο Κράντοκ έμοιαζε «μοναχικός». «Δεν τον είχα ποτέ δει να κατεβάζει τα σκουπίδια ή να ανεβάζει ψώνια, ούτε είδα ποτέ μου κάποιον άλλο να εισέρχεται ή να εξέρχεται από το σπίτι του» αφηγήθηκε η Κάσετι Χάβεριν.
Σύμφωνα με τον ιστότοπο Gun Violence Archive, το περιστατικό αυτό είναι η 150η ένοπλη μαζική επίθεση από τις αρχές του έτους στις ΗΠΑ, σε διάστημα 151 ημερών. «Πρόκειται για μια φρικτή πραγματικότητα» αντέδρασε στο Twitter η Γκάμπι Γκίφορντς, πρώην εκλεγμένη, που είχε τραυματιστεί σοβαρά από σφαίρα το 2011. «Και το γεγονός ότι οι κυβερνώντες της χώρας μας δεν μας προστατεύουν, θα έπρεπε να προκαλεί την αγανάκτηση όλων των Αμερικανών».