Ο Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα με το οποίο η κυβέρνησή του κηρύσσει κατάσταση εκτάκτου ανάγκης ως προς τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα και αναγγέλλει τη λήψη μέτρων για την προστασία τους, κίνηση που ανοίγει τον δρόμο για να απαγορευτεί η πρόσβαση της εταιρείας-κολοσσού των τηλεπικοινωνιών και της τεχνολογίας Huawei.
Το διάταγμα απαγορεύει σε αμερικανικές εταιρείες τη χρήση τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού που η Ουάσινγκτον διατείνεται πως εγείρει απειλή για την εθνική ασφάλεια. Το εκτελεστικό διάταγμα επικαλείται νόμο που δίνει στον Αμερικανό πρόεδρο τη δυνατότητα να ρυθμίζει εμπορικά ζητήματα σε περίπτωση κατάστασης εκτάκτου ανάγκης που απειλεί την ασφάλεια της χώρας. Δίνει εντολή στο υπουργείο Εμπορίου και συναρμόδιες κρατικές υπηρεσίες να καταρτίσουν σχεδιασμούς για να εφαρμοστεί εντός 150 ημερών.
Το κείμενο, που βρισκόταν υπό εξέταση για έναν χρόνο και πλέον, έχει σκοπό να προστατευθεί η αλυσίδα εφοδιασμού από «ξένους αντιπάλους» που επιδιώκουν να παρεισφρήσουν στην «αλυσίδα εφοδιασμού της χώρας στα πεδία της πληροφορικής, των επικοινωνιών και των [συναφών] υπηρεσιών», σύμφωνα με τον υπουργό Εμπορίου Ουίλμπουρ Ρος, ο οποίος πρόσθεσε πως «υπό την ηγεσία του Τραμπ», οι Αμερικανοί θα μπορούν να νιώθουν εμπιστοσύνη πως «τα δεδομένα μας και οι υποδομές μας» προστατεύονται.
Παρότι το κείμενο δεν κατονομάζει τη Huawei ή την Κίνα ή οποιαδήποτε εταιρεία ή χώρα, αξιωματούχοι της κυβέρνησης του Τραμπ έχουν χαρακτηρίσει επανειλημμένα «απειλή» την κινεζική εταιρεία και ασκούν πιέσεις σε συμμάχους των ΗΠΑ να μη χρησιμοποιήσουν τον εξοπλισμό της στην ανάπτυξη δικτύων κινητής τηλεφωνίας πέμπτης γενιάς (5G).
Η κίνηση αυτή του Τραμπ καταγράφεται σε μια πολύ ευαίσθητη στιγμή στις σχέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα, εν μέσω της ανταλλαγής ομοβροντιών επιπρόσθετων τελωνειακών δασμών ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη και της σύγκρουσης εξαιτίας αυτών που η κυβέρνηση Τραμπ ερίζει ότι αποτελούν αθέμιτες εμπορικές πρακτικές από πλευράς της Κίνας.
Η αμερικανική κυβέρνηση θεωρεί πως ο εξοπλισμός της Huawei — εταιρείας που βρίσκεται στην τρίτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης στην αγορά των smartphones — μπορεί να χρησιμοποιείται ή να χρησιμοποιηθεί στο μέλλον από την κινεζική κυβέρνηση για κατασκοπεία. Η κινεζική εταιρεία, που διαψεύδει κατηγορηματικά τον ισχυρισμό, δεν έχει σχολιάσει την εξέλιξη ως τώρα.
Τον Αύγουστο του 2018, ο Τραμπ υπέγραψε διάταγμα που απαγόρευσε στον κρατικό μηχανισμό των ΗΠΑ να χρησιμοποιεί εξοπλισμό της Huawei και άλλης μιας κινεζικής εταιρείας του κλάδου, της ZTE. Ο πρόεδρος της αμερικανικής ομοσπονδιακής επιτροπής επικοινωνιών (Federal Communications Commission, FCC) Ατζίτ Πάι, ο οποίος έχει χαρακτηρίσει επανειλημμένα τη Χουάγουεϊ «απειλή» για την αμερικανική εθνική ασφάλεια, έκανε λόγο περί ενός «σημαντικού βήματος» για να γίνουν πιο «ασφαλή τα αμερικανικά [τηλεπικοινωνιακά] δίκτυα».
Η Huawei καταδικάζει τον «παράλογο» αποκλεισμό της
Η κινεζική εταιρεία-κολοσσός των τηλεπικοινωνιών Huawei κατήγγειλε σήμερα τους «παράλογους περιορισμούς» ως προς την πρόσβασή της στην αμερικανική αγορά που αναμένεται να της επιβληθούν από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, με την υπογραφή εκτελεστικού διατάγματος από τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ που κηρύσσει κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω της απειλής για την ασφάλεια των αμερικανικών δικτύων τηλεπικοινωνιών.
Η Huawei είναι διατεθειμένη να συνεργαστεί με την αμερικανική κυβέρνηση για να βρεθούν «αποτελεσματικά μέτρα για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια των προϊόντων» και των υπηρεσιών που προσφέρει, ανέφερε η εταιρεία σε ανακοίνωσή της. «Εάν δεν επιτραπεί στη Huawei να δραστηριοποιείται στις ΗΠΑ, οι ΗΠΑ δεν θα γίνουν ασφαλέστερες ή ισχυρότερες· απεναντίας, αυτό θα περιορίσει τις ΗΠΑ σε κατώτερες αλλά ακριβότερες εναλλακτικές, αφήνοντας πίσω τις ΗΠΑ ως προς την ανάπτυξη των δικτύων τηλεφωνίας πέμπτης γενιάς (5G) και εντέλει θα πλήξει τα συμφέροντα των αμερικανικών εταιρειών και των αμερικανών καταναλωτών», υποστηρίζει.
«Επιπλέον, οι παράλογοι περιορισμοί παραβιάζουν τα δικαιώματα της Huawei και εγείρουν επίσης πολλά άλλα σοβαρά νομικά ζητήματα», προσθέτει στην ανακοίνωση η διοίκηση του κινεζικού ομίλου.