Την επιστροφή των κλεμμένων από τον Έλγιν γλυπτών του Παρθενώνα ζήτησε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος κατά την ομιλία του στο Πανεπιστήμιο Tsinghua της Κίνας και στην έδρα Κλασικών και Νεοελληνικών Σπουδών, η οποία φέρει το όνομα της αείμνηστης Μαριλένας Λασκαρίδη και στηρίζεται στην ευγενική χορηγία του «Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη».
Όπως διευκρίνισε ο κ. Παυλόπουλος: «Εμείς, οι Έλληνες, είμαστε υπερήφανοι για τον πολιτισμό μας. Ταυτοχρόνως όμως αισθανόμαστε και το βάρος και το χρέος ως προς την υπεράσπισή του αλλά και ως προς την συνέχιση της εκπλήρωσης της αποστολής του. Τούτο οφείλεται στο ότι, επιπλέον, ο ελληνικός πολιτισμός είναι κοιτίδα και λίκνο του ευρωπαϊκού αλλά και του εν γένει δυτικού πολιτισμού, μ’ έμβλημα τον Παρθενώνα. Γι’ αυτό ζητούμε και την επιστροφή των, κλεμμένων από τον Έλγιν, γλυπτών του από το Βρετανικό Μουσείο. Ως προς την παγκόσμιας πολιτισμικής εμβέλειας μοναδικότητα του Παρθενώνα και των Μνημείων του δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσει κανείς επί μακρόν. Πρόκειται για αυταπόδεικτη αλήθεια, η οποία εδράζεται σε ακλόνητα τεκμήρια».
Μάλιστα, επικαλέστηκε αποσπάσματα από την ομιλία του Andre Malraux, τον Μάη του 1959, όταν εκπροσώπησε τη γαλλική κυβέρνηση κατά την πρώτη φωταγώγηση της Ακρόπολης, στα οποία αναφερόμενος στην παγκόσμια πολιτισμική εμβέλεια του Παρθενώνα είχε τονίσει:
«Δεν θα πάψουμε ποτέ να το διακηρύσσουμε: Ό,τι σημαίνει για μας η τόσο συγκεχυμένη λέξη παιδεία -το σύνολο των έργων της τέχνης και του πνεύματος- η Ελλάδα το μετέτρεψε, προς δόξαν της, σε μείζον μέσον διαπαιδαγώγησης του ανθρώπου. Είναι ο πρώτος πολιτισμός χωρίς ιερό βιβλίο, όπου η λέξη ευφυΐα σήμαινε να θέτεις ερωτήματα. Ερωτήματα που έμελλε να γεννήσουν την κατάκτηση του κόσμου από το πνεύμα, της μοίρας από την τραγωδία, του θείου από την τέχνη και τον άνθρωπο».
Αναλύοντας την συμβολή της ελληνικής γλώσσας στον Διάλογο των Πολιτισμών, ο κ. Παυλόπουλος σημείωσε ότι μέσω της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας επιτυγχάνεται η ανάδειξη των δεδομένων του ελληνικού πολιτισμού, σε όλη την αδιάλειπτη διαχρονία του και η συνεισφορά του στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει στον ελληνικό πολιτισμό να διαλέγεται με άλλους πολιτισμούς. Στην προκειμένη δε περίπτωση να διαλέγεται, πρωτίστως, με τον αενάως δυναμικό και δημιουργικό κινεζικό πολιτισμό.
Υπενθύμισε, επίσης, ότι οι Έλληνες και οι Κινέζοι είναι κληρονόμοι δύο εμβληματικών πολιτισμών, οι οποίοι ανατρέχουν στα βάθη των αιώνων, διεκδικώντας, δικαίως, το αντίστοιχο μερίδιο «αιωνιότητας» που τους αναλογεί. «Διότι όπως συμβαίνει με όλα τα δημιουργήματα του ανθρώπου, το αυτό συμβαίνει και με τους πολιτισμούς. Εξελίσσονται, αλλά οι μεγάλοι πολιτισμοί έχουν το προνόμιο να στηρίζονται σε στιβαρές ρίζες, οι οποίες αντέχουν στο διάβα του χρόνου. Τούτο ισχύει και για τους δικούς μας δύο πολιτισμούς», εξήγησε.
Παράλληλα, ο κ. Παυλόπουλος τόνισε ότι η ελληνική γλώσσα υπήρξε όχι μόνο το μέσο επικοινωνίας ενός λαού ή και ενός έθνους γενικότερα, αλλά το όργανο διαμόρφωσης της παιδείας, η οποία βρίσκεται στον πυρήνα του ελληνικού πολιτισμού, από την γέννησή του ως την μέχρι σήμερα εξέλιξή του.
«Και όλα αυτά έχουν ως αφετηρία το επιστημονικώς ακραδάντως τεκμηριωμένο γεγονός ότι η δύναμη της ελληνικής γλώσσας, ως μέσου επικοινωνίας των συμβιούντων σε οργανωμένη κοινωνία ανθρώπων, είναι τέτοια μέσα στο χρόνο, ώστε βασίμως μπορούμε να δεχθούμε πως δεν είναι τόσο το σύνολο των επιμέρους λαών στην αρχαιότητα, οι οποίοι συνδέθηκαν ιστορικώς μεταξύ τους ως Έλληνες, που δημιούργησε την ελληνική γλώσσα. Πολύ περισσότερο ήταν η ελληνική γλώσσα, όπως προέκυψε από την σύνθεση των επιμέρους διαλέκτων της -αφού από την ιστορική εποχή δεν υπάρχει, αποδεδειγμένα, ελληνική διάλεκτος αυτόνομη και ανεξάρτητη από τις άλλες- εκείνη η οποία συνέδεσε, στενά και σε βάθος, μεταξύ τους τους Έλληνες και οδήγησε στην μετέπειτα ενότητα του λαού και των Ελλήνων» πρόσθεσε ο κ. Παυλόπουλος.
Όπως διευκρίνισε, μέσ’ απ’ αυτήν την μακραίωνη εξέλιξή της η ελληνική γλώσσα υπήρξε δημιουργός της ελληνικής παιδείας, ήτοι του συνόλου των έργων του πνεύματος και της τέχνης, και συνιστά πάντα την βάση του ελληνικού πολιτισμού.
Επιπλέον, χαρακτήρισε αδιαμφισβήτητο ιστορικό κεκτημένο ότι η ελληνική παιδεία και ο ελληνικός πολιτισμός έχουν ως κορωνίδα την ελευθερία της σκέψης και διανόησης. «Γι’ αυτό η ελληνική γλώσσα είναι και θα είναι πανταχού παρούσα στις επιστήμες, από τα μαθηματικά, την φυσική, την ιατρική, την οικονομία ως την φιλοσοφία σε όλο τον κόσμο, ακόμη δε και στην λογοτεχνία και την τέχνη» επισήμανε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Ανέφερε, επίσης, ότι στην εξάπλωση αυτή έχουν συμβάλει οι ινδοευρωπαϊκές ρίζες της ελληνικής γλώσσας, κυρίως όμως έχει συμβάλει η ουσία του ελληνικού πολιτισμού, με βάση την γλώσσα μας. «Γι’ αυτό και ο ελληνικός πολιτισμός, ως δημιουργός επιστήμης και σοφίας, είναι κραταιός πυλώνας του ευρωπαϊκού και του δυτικού πολιτισμού, εξ ού και η προαναφερόμενη απαστράπτουσα, μέσω των λαμπρών ψηφίδων της, παρουσία της ελληνικής γλώσσας σε όλες τις γλώσσες της Δύσης και της Ευρώπης, και όχι μόνο», πρόσθεσε.
Εν συνεχεία, αναφέρθηκε στον καθοριστικό ρόλο της ελληνικής γλώσσας στον Διάλογο των Πολιτισμών και πρόσθεσε ότι «ο πραγματικός πολιτισμός, ο οποίος από την φύση του έχει στο επίκεντρό του τον άνθρωπο, σέβεται, δίχως εκπτώσεις και συμβιβασμούς, την διαφορετικότητα του ανθρώπου. Και τούτο διότι ως ύψιστο δείγμα στοιχειώδους ανθρωπισμού, ο σεβασμός της διαφορετικότητας ισοδυναμεί με τον σεβασμό της δημοκρατίας και του πολιτισμού. Υπό τα δεδομένα αυτά, σε θεσμικό και αξιακό γενικότερα επίπεδο, ο σεβασμός της διαφορετικότητας του ανθρώπου καθίσταται θεμελιώδες πρόταγμα δημοκρατίας και πολιτισμού».
Υποστήριξε, επίσης, ότι μια τέτοια θεώρηση της γλώσσας και του πολιτισμού, με αφετηρία την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό, αποδεικνύει, πρωτίστως στην Κίνα με την πανάρχαια και ανεκτίμητη πολιτιστική της κληρονομιά, ότι είναι ακριβώς αυτός ο Διάλογος των Πολιτισμών που δίνει ηχηρή απάντηση στους ανιστόρητους εκείνους, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι υπάρχει σήμερα δήθεν «σύγκρουση» μεταξύ πολιτισμών. «Ισχυρισμός που οδήγησε ως και σε καταστροφικές επιλογές εξωτερικής πολιτικής από πλευράς πολιτικών της Δύσης και της Ευρώπης».
«Στους ταραγμένους καιρούς που ζούμε δεν υπάρχει σύγκρουση πολιτισμών, αφού κανένας πραγματικός πολιτισμός δεν μπορεί, από την φύση του, να συγκρούεται με άλλους, εξίσου πραγματικούς, πολιτισμούς. Η αλήθεια είναι, λοιπόν, ότι πολλές φορές, δυστυχώς -όπως συμβαίνει στην εποχή μας- υπάρχει έλλειψη επικοινωνίας και αλληλοκατανόησης μεταξύ πολιτισμών, γεγονός που δυσκολεύει επικίνδυνα την ειρηνική συνύπαρξη των λαών. Απέναντι σε αυτή την έλλειψη επικοινωνίας και αλληλοκατανόησης αντιστέκονται, με γενναιότητα και αποφασιστικότητα, οι ωώρες μας και οι λαοί μας, με «ασπίδα» και «δόρυ» τον ειλικρινή και ουσιαστικό διάλογο των πολιτισμών μας», υπογράμμισε ο κ. Παυλόπουλος.