Το 1923 ο Γεώργιος Παπανικολάου, ο οποίος γεννήθηκε σαν σήμερα, εφάρμοσε τη μέθοδό του σε γυναίκες, προς μελέτη των φυσιολογικών γεννητικών λειτουργιών και στη συνέχεια για τη διάγνωση του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Η πρώτη του ανακοίνωση επί της χρησιμοποίησης της κυτταρολογικής μεθόδου προς διάγνωση του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, το 1928, έγινε δεκτή με πολύ σκεπτικισμό, καθόσον η κρατούσα τότε γνώμη, για τέτοιου είδους έρευνα και εφαρμογή, επί αποφολιδουμένων κυττάρων ήταν πρακτικά αδύνατη. Τέτοια διάγνωση θεωρούνταν δυνατή, μέχρι την εποχή εκείνη, μόνο με την τομή του πάσχοντος οργάνου.
Οι έρευνες του Παπανικολάου επεκτάθηκαν στη συνέχεια στις κυτταρολογικές αλλοιώσεις στο καρκίνο του αυχένα της μήτρας και του ενδομητρίου, των οποίων τα πορίσματα δημοσίευσε το 1943 από κοινού μετά του καθηγητή γυναικολογίας Έρμπερτ Τράουστ σε ειδική μονογραφία υπό τον τίτλο «Διάγνωσις του καρκίνου της μήτρας μέσω των κολπικών επιχρισμάτων» (Diagnosis of Uterine Cancer by the Vaginal Smear).
Η δημοσίευση της εργασίας αυτής ήταν επόμενο να κεντρίσει το παγκόσμιο ιατρικό ενδιαφέρον και να προκαλέσει την άμεση δοκιμαστική χρησιμοποίηση της μεθόδου σε διάφορα νοσοκομεία. Το 1944 έγινε η πρώτη εφαρμογή επί του ουροποιητικού συστήματος και στη συνέχεια επί του πεπτικού και άλλων συστημάτων του οργανισμού. Ο Παπανικολάου με τις εργασίες του αυτές έγινε ο θεμελιωτής νέου επιστημονικού κλάδου της «αποφολιδωτικής κυτταρολογίας» βασιζόμενη ακριβώς στη μελέτη των αποφιλιδουμένων κυττάρων του οργανισμού στις διάφορες κοιλότητες αυτού.
Η μέθοδος αυτή που έλαβε προς τιμή του την ονομασία «Μέθοδος Παπανικολάου» ή «Τεστ Παπανικολάου» και κατά συγκοπή «Τεστ Παπ» άνοιξε ευρείς νέους ορίζοντες στην ιατρική έρευνα στη γενετήσια φυσιολογία και ενδοκρινολογία ειδικότερα για τον καρκίνο.
Τι είναι το “Τεστ Παπ”
Το Τεστ Παπανικολάου ή απλούστερα Τεστ Παπ ή αλλιώς και Μέθοδος Παπανικολάου είναι μια μέθοδος εργαστηριακής διερεύνησης της κατάστασης του τραχήλου της μήτρας. Χρησιμοποιείται για την ανίχνευση δυνητικά προ-καρκινικών και καρκινικών καταστάσεων στον γυναικείο τράχηλο της μήτρας (της αρχής της μήτρας). Μη φυσιολογικά ευρήματα συνήθως οδηγούν στην πραγματοποίηση περισσότερο ευαίσθητων διαγνωστικών διαδικασιών και αν απαιτείται, σε επεμβάσεις ώστε να αποφευχθεί η ανάπτυξη καρκίνου στην περιοχή.
Ένα τεστ Παπανικολάου γίνεται με το άνοιγμα του κολπικού καναλιού με ένα κάτοπτρο και, στη συνέχεια συλλέγοντας τα κύτταρα στο εξωτερικό άνοιγμα του τραχήλου στη ζώνη μετασχηματισμού ( όπου τα εξωτερικά πλακώδη κύτταρα του τραχήλου συναντούν τα εσωτερικά αδενικά ενδοτραχηλικά κύτταρα). Τα κύτταρα συλλέγονται και εξετάζονται κάτω από ένα μικροσκόπιο για ανωμαλίες.
Το τεστ αποσκοπεί στην ανίχνευση δυνητικά προ- καρκινικών αλλοιώσεων (που ονομάζεται τραχηλική ενδοεπιθηλιακή νεοπλασία ( CIN) ή δυσπλασία του τραχήλου της μήτρας: Το πλακώδες ενδοεπιθηλιακό σύστημα βλάβης ( SIL ) χρησιμοποιείται επίσης για να περιγράψει ανωμαλίες ), που προκαλούνται από σεξουαλικά μεταδιδόμενους ιούς των ανθρωπίνων θηλωμάτων . Το τεστ παραμένει μια αποτελεσματική , ευρέως χρησιμοποιούμενη μέθοδος για την έγκαιρη ανίχνευση των προ- καρκίνου και καρκίνου του τραχήλου . Ενώ το τεστ μπορεί επίσης να ανιχνεύσει μολύνσεις και διαταραχές στον ενδοτράχηλο και το ενδομήτριο , δεν είναι σχεδιασμένο για αυτόν τον σκοπό.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες , το τεστ Παπανικολάου συνιστάται από την ηλικία των 21 περίπου ετών μέχρι την ηλικία των 65 ετών. Η κατευθυντήρια γραμμή σχετικά με τη συχνότητα ποικίλλει από καθε τρία έως πέντε έτη. Εάν τα αποτελέσματα είναι μη φυσιολογικά , και ανάλογα με τη φύση της ανωμαλίας , το τεστ μπορεί να χρειαστεί να επαναληφθεί σε έξι έως δώδεκα μήνες. Αν η ανωμαλία απαιτεί προσεκτικότερη εξέταση, το άτομο παραπέμπεται για λεπτομερή εξέταση του τραχήλου της μήτρας από την κολποσκόπηση. Το άτομο μπορεί επίσης να παραπέμπεται για τεστ HPV , το οποίο μπορεί να χρησιμεύσει ως συμπλήρωμα του τεστ Παπ . Πρόσθετοι βιοδείκτες που μπορούν να εφαρμοστούν ως παρεπόμενα τεστ με το τεστ Παπ βρίσκονται σε εξέλιξη.
Πληροφορίες για τη διαδικασία του “Τεστ Παπ”
Το Τεστ ΠΑΠ είναι μια ανώδυνη εξέταση που διαρκεί λίγα μόλις λεπτά. Οι περισσότερες γυναίκες δεν νιώθουν καμία ενόχληση, ενώ κάποιες ίσως αισθανθούν ένα ασθενές κάψιμο, που όμως περνάει σε λίγα δευτερόλεπτα.
Η καλύτερη περίοδος για να προγραμματίσεις ένα Τεστ ΠΑΠ είναι η 1η εβδομάδα μετά το τέλος της περιόδου σου. Προκειμένου το αποτέλεσμα να είναι ακριβές, καλό είναι να αποφύγεις την ερωτική επαφή, τη χρήση ταμπόν ή ενδοκολπικών αλοιφών για 48 ώρες πριν από την εξέταση. Επίσης, καλό είναι να αποφύγεις την κολπική πλύση για τουλάχιστον 24 ώρες πριν από την εξέταση.