Οι στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν στις ΗΠΑ για πρώτη φορά τα τελευταία επτά χρόνια, σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI) που δίνεται στη δημοσιότητα σήμερα. Το 2018, οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες ανήλθαν σε 1,822 τρισεκατομμύριο δολάρια, καταγράφοντας αύξηση 2,6% σε ετήσια βάση.
Είναι η δεύτερη συναπτή χρονιά αύξησης των δαπανών αυτών, που βρίσκονται πλέον στο υψηλότερο επίπεδο από το 1988. Το 2017, είχαν καταγράψει άνοδο 1,1% σε ετήσια βάση. Η ώθησή τους προς τα πάνω οφείλεται κυρίως στις ΗΠΑ και στην Κίνα.
«Η άνοδος των αμερικανικών στρατιωτικών δαπανών εξηγείται από την εφαρμογή, αρχής γενομένης το 2017, νέων προγραμμάτων απόκτησης όπλων από μέρους της κυβέρνησης [του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ] Τραμπ», εξηγεί η Οντ Φλεράν, υπεύθυνη του προγράμματος για τους παγκόσμιους εξοπλισμούς στο SIPRI, σε δελτίο Τύπου που δίνει στη δημοσιότητα το Ινστιτούτο.
Με δαπάνες ύψους 649 δισεκατομμυρίων δολαρίων, οι ΗΠΑ αφιερώνουν στην άμυνά τους όσα οι επόμενες οκτώ χώρες με τους μεγαλύτερους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς.
Η Κίνα, οι στρατιωτικές δαπάνες της οποίας έχουν αυξηθεί κατά 83% από το 2009, περνά στη δεύτερη θέση, μπροστά από τη Σαουδική Αραβία, την Ινδία — η οποία συνεχίζοντας το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού του στρατού της ανεβαίνει μια θέση — και τη Γαλλία. Η Κίνα αφιέρωνε το 1,9% του ΑΕΠ της για την άμυνα κάθε χρόνο από το 2013.
Για πρώτη φορά, η Ρωσία δεν συγκαταλέγεται στην πρώτη πεντάδα. Κατατάσσεται έκτη, εξαιτίας της μείωσης του στρατιωτικού της προϋπολογισμού από το 2016, σύμφωνα με την έκθεση. Οι οικονομικές κυρώσεις που επιβάλλουν δυτικά κράτη στη Ρωσία από το 2014 εξαιτίας της σύγκρουσης στην Ουκρανία περιόρισαν σε έναν βαθμό τον προϋπολογισμό που διατίθεται στην άμυνα της χώρας.
Στην ίδια την Ουκρανία, οι εξοπλιστικές δαπάνες αυξήθηκαν αλματωδώς κατά 21% μέσα σε έναν χρόνο, στα 4,8 δισεκ. δολάρια, πάντα κατά την έκθεση.