Πολιτισμός

Κριτική Θεάτρου: “Βρικόλακες” του Ερρίκου Ίψεν – Στο κολασμένο σπίτι των Άλβινγκ

Κριτική Θεάτρου: Ο Γιώργος Παπαγιαννάκης γράφει για τους "Βρικόλακες" του Ερρίκου Ίψεν.

Κριτική Θεάτρου: Οι ιψενικοί «Βρικόλακες» θεμελιώνονται επάνω σε ένα αναχρονιστικό αφήγημα του 19ου αιώνα περί κληρονομικότητας και ανήκουν στην πρώτη οικογένεια των έργων του Νορβηγού συγγραφέα («Τα στηρίγματα της κοινωνίας», «Το Κουκλόσπιτο», «Η Αγριόπαπια») που εδραιώνουν το μοντέρνο αστικό δράμα.

Αξιοποιώντας τη δραματουργική παράδοση των οικογενειακών θεμάτων του Ντιντερό και του Λέσινγκ από το Διαφωτισμό, ο Ίψεν τής μεταγγίζει συστατικά της τραγωδίας, τη στερεοποιεί τεχνικά με τη μαστοριά του «καλοφτιαγμένου έργου» του Σκριμπ και τής εμφυσά την κριτική (με κύριο αποδέκτη την αστική τάξη και τις πατριαρχικές δομές, για τον ανασχετικό τους ρόλο ως προς την πορεία αυτοπραγμάτωσης του ατόμου), καθώς και μια ψυχαναλυτικής υφής παρατήρηση, στο χάραμα των φροϋδικών διατυπώσεων, καθιστώντας το θέατρό του ένα ευρύ πεδίο κοινωνικού αναστοχασμού.

Σε αυτό το δράμα της κολασμένης οικογένειας των Άλβινγκ, όπου «ἁμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα», συνυφαίνονται τα ανειμένα ήθη, προϊόντα της επιζήμιας πατρικής ζωτικότητας, μια αμφισβητούμενη συζυγική αφοσίωση, η γονεϊκή αρά σε σχέση με την τραγική μοίρα ενός άσωτου γιου, ο υποκριτικός δογματισμός των εκπροσώπων της Εκκλησίας, η χειραφετική ορμή μιας νόθας κόρης και η σατανικότητα ενός περιφερόμενου τυχοθήρα.

Πίσω, όμως, από τη μυθοπλασία και τις διάσπαρτες αμφισημίες του, το έργο παραμένει δεμένο στο άρμα του ερωτήματος: «ποιοι είναι τελικά οι Βρικόλακες;». Είναι σύμφωνα με τον Steiner «οι καταστροφικές δυνάμεις που μαίνονται στο κέντρο της ψυχής» ή μήπως οι ξεφτισμένες αντιλήψεις, ο κοινωνικός παρωπιδισμός, τα ζωτικά ψεύδη και οι κάθε είδους νοσηρές κληρονομικότητες που, όπως αναφέρει ο Deleuze, «δεν είναι αυτό το οποίο περνά μέσα από την κάθε αδιόρατη ρωγμή, αλλά η ίδια η ρωγμή»;

Η σκηνοθεσία του Δημήτρη Καραντζά στο Θέατρο Τέχνης (Φρυνίχου) παρέδωσε μια συγκροτημένη και στέρεη απόδοση του έργου, χωρίς να αποφύγει, ωστόσο, ορισμένες σχηματοποιήσεις (στυλιζάρισμα, γραμμικές εκφορές λόγου κλπ), με κόστος μια αίσθηση σκηνικής αυχμηρότητας.

Οι σκηνοθετικές ευστοχίες συμπυκνώνονται στην απόπειρα να «αποφλοιωθεί», μέσω της ερμηνείας του Ακύλλα Καραζήση, με ψυχαναλυτικά «σημεία» η προτεσταντική ακαμψία του πάστορα Μάντερς, αναδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο μια, εσωτερικά, πιο κινητική και αποκαλυπτική φύση σε σχέση με παραδοσιακές άκαμπτες εκδοχές του ρόλου, καθώς και στην έμπεδη και με σκηνική επίγνωση ενσάρκωση της Έλεν Άλβινγκ από τη Ρένη Πιττακή, παρά το γεγονός ότι, ενίοτε, υποχρεώνεται σε στομφώδεις μελοδραματικές απολήξεις.

Ο Όσβαλντ (Μιχάλης Σαράντης), το θύμα του πατρικού μολύσματος, που σύμφωνα με την περί κληρονομικότητας κρατούσα αντίληψη του 19ου αιώνα, στερείται των εξωτερικών εκδηλώσεων της νόσου (για τον Ίψεν αυτή σοβεί σε ένα πολυσήμαντο βάθος σώματος, ψυχής, χρόνου), αν και, εξ αρχής, συστήνεται ως κατατονική περσόνα και αγκυρωμένος σε ένα δακρύβρεχτο ρετζίστρο, καταφέρνει, παρόλα αυτά, να επικοινωνήσει τη διαπεραστική ψυχική υγρασία που τον συνέχει• η Ρεγγίνε της Ιωάννας Κολλιοπούλου, ενώ εμφανίζεται τυποποιημένη μέσα σε κινησιολογικές και άλλες σχηματικότητες, απελευθερώνει, εν τέλει, μια δαψιλή παλέτα εκφραστικών δυναμικών• ο Έγκστραντ του Κ. Μπερικόπουλου επιτυγχάνει να μην καταστεί, απλώς, μια ηθογραφική υπογράμμιση, αλλά να εισέλθει σε πιο δυσδιάκριτες πτυχές του χαρακτήρα του, προσδίδοντάς του παλμό και σκηνικό σθένος.

Τέλος, τα τοποθετημένα σε βιτρίνες ιψενικά σύμβολα (σκηνογραφία, Κλειώ Μπομπότη), αν και από ζωντανοί ιστοί στη σύνθεση και λειτουργία του δράματος φαίνεται να συρρικνώνονται σε ένα επίπεδο εκλαϊκευμένης ανάγνωσης, συμβάλλουν, έστω και με την υπενθυμιστική τους έκθεση, στο να κρατούν το νήμα των «υπόγειων» σημάνσεων, ενώ οι «σμιλευτοί» φωτισμοί (Νίκος Αναστασίου) επιχειρούν να ντύσουν με κάποιου είδους μυστηριακής «λεοντής» μια σκηνή, πάνω στην οποία η δράση δεν είναι εξωτερική, αλλά παροχετεύεται σε βασανιστικούς διαλόγους.


“Βρικόλακες” του Ερρίκου Ίψεν

Συγγραφέας: Χένρικ Ίψεν Μετάφραση: Μαργαρίτα Μέλμπεργκ Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς Σύμβουλος στη Δραματουργία: Θεοδώρα Καπράλου Σκηνικά: Κλειώ Μπομπότη Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη Μουσική: Δημήτρης Καμαρωτός Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος Χορογραφία: Τάσος Καραχάλιος Φωτογραφίες: Γκέλυ Καλαμπάκα Βοηθός Σκηνοθετη: Άννα Παπαγεωργίου

Παίζουν: Ρένη Πιττακή, Ακύλλας Καραζήσης, Μιχάλης Σαράντης, Ιωάννα Κολλιοπούλου, Κώστας Μπερικόπουλος

Διάρκεια Παραστάσεων: Από 22/02/2019 έως και 21/04/2019 Προπώληση https://www.viva.gr/tickets/theater/theatro-texnis/vrikolakes

Τιμές Εισιτηρίων

Τετάρτη, Πέμπτη & Παρασκευή: 15€ γενική, 10€ μειωμένο και 8€ ανεργίας Σάββατο: 18€ γενική και 12€ μειωμένο και ανεργίας Κυριακή: 16€ γενική και 12€ μειωμένο και ανεργίας.


Διαβάστε όλες τις κριτικές του Γιώργου Παπαγιαννάκη εδώ

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο