O Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν λίγες μέρες μετά την επίθεση στη Νέα Ζηλανδία που κόστισε τη ζωή σε 50 ανθρώπους, χρησιμοποίησε το βίντεο του μακελάρη σαν όπλο για την προεκλογική του εκστρατεία.
Ερντογάν: Χρησιμοποίησε το βίντεο του μακελάρη της Νέας Ζηλανδίας σε προεκλογική συγκέντρωση
Σε προεκλογική του συγκέντρωση, ο Ερντογάν έδειξε σε μια μεγάλη οθόνη ένα βίντεο που περιελάμβανε αποσπάσματα από το μανιφέστο του δράστη και αλλοιωμένες εικόνες από το οπτικοακουστικό υλικό που κινηματογράφησε ο Τάραντ κατά τη στιγμή των πυροβολισμών του προς το πλήθος πιστών στα τεμένη.
Ο Τούρκος πρόεδρος έκανε αναφορά και προσωπικά στον δράστη Μπρέντον Τάραντ, λέγοντας χαρακτηριστικά απειλούσε τους Τούρκους μουσουλμάνους, ενώ τόνισε ότι είχε επισκεφτεί δύο φορές την Τουρκία και είχε απειλήσει ότι οι Τούρκοι δεν έχουν καμία θέση στην Ευρώπη.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είπε ότι οι Αρχές κάνουν έρευνες για τις δραστηριότητες που είχε ο δράστης κατά τις επισκέψεις του στη Τουρκία.
«Δεν θέλουμε να δούμε ξανά μια σύγκρουση ανάμεσα στον σταυρό και στην ημισέληνο», είπε ο Ερντογάν στους υποστηρικτές του, αναφέροντας ότι ο δράστης είχε πει ότι θέλει οι Τούρκοι μουσουλμάνοι να απομακρυνθούν από την αποκαλούμενη Ευρωπαϊκή πλευρά της Τουρκίας. Το μοχθηρό άτομο που σκότωσε 49 ομόπιστους μας λέει ότι μπορούμε να κατοικούμε στην Ανατολική πλευρά, δεν μπορούμε να περάσουμε στην Ευρωπαϊκή πλευρά. Ποιός νομίζεις ότι είσαι;», δήλωσε ο Τούρκος πρόεδρος.
Μια ανώτερη τουρκική πηγή ασφαλείας τόνισε ο Τάραντ ταξίδεψε δύο φορές στην Τουρκία το 2016, για μια εβδομάδα τον Μάρτιο και περισσότερο από ένα μήνα τον Σεπτέμβριο. Οι τουρκικές αρχές διεξάγουν έρευνες για τους λόγους των επισκέψεών του.
«Με αυτή την επίθεση, η εχθρότητα εναντίον του ισλάμ ξεπέρασε τα όρια της ατομικής παρενόχλησης για να φθάσει στο επίπεδο ενός μαζικού φονικού», δήλωσε ο Ερντογάν σε ομιλία του στην Κωνσταντινούπολη. «Φαίνεται ξεκάθαρα ότι το όραμα του φονιά κερδίζει έδαφος στη Δύση σαν ένας καρκίνος».
Λίγο μετά την επίθεση, την Παρασκευή ο Τούρκος πρόεδρος καταδίκασε την τρομοκρατική επίθεση, δηλώνοντας ότι αυτή είναι «ένα νέο παράδειγμα της αύξησης του ρατσισμού και της ισλαμοφοβίας».