Ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος μίλησε στο CNBC για τα πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι το 2022 και υποστήριξε ότι αυτός ο στόχος είναι υπερβολικά υψηλός για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα.
Κληθείς να σχολιάσει τη δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο ίδιο μέσο ότι «έχω επίσης πει στους Ευρωπαίους εταίρους ότι αν μπορέσουμε να υλοποιήσουμε πραγματικές μεταρρυθμίσεις, θα πρέπει να ανταμειφθούμε με μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα τουλάχιστον για το 2021 και το 2022» ο υπουργός Οικονομικών δήλωσε ότι θα στήριζε μια τέτοια πρόταση.
«Υπάρχει ομοφωνία σε όλο το πολιτικό φάσμα για το ζήτημα αυτό. Εχω πει εδώ και πολύ καιρό ότι το πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% για πολύ χρονικό διάστημα είναι υπερβολικά υψηλό, ιδιαίτερα για μια χώρα που έχασε το 27% του ΑΕΠ, δεν νομίζω πως αυτό είναι κάτι στο οποίο θα πρέπει να διαφωνήσουμε.
Θα πρέπει να πάμε μαζί σε μια Ευρώπη που έχει πάρει το μάθημα από την άνοδο της ακροδεξιάς και των λαϊκιστικών δυνάμεων, πως οι τόσο υψηλοί πρωτογενείς στόχοι απλώς τροφοδοτούν τη δυσαρέσκεια όχι μόνο στα κόμματα αλλά και στην ίδια την πολιτική διαδικασία» είπε ο κ. Τσακαλώτος προσθέτοντας ότι δεν διαφωνεί με τον πρόεδρο της ΝΔ «πως πρέπει να το κάνουμε και θα ήταν καλό η ΝΔ να είχε λιγότερο συγκρουσιακή στάση, ώστε πράγματι να μπορέσουμε να έχουμε συναίνεση στο θέμα αυτό».
Αν και χαρακτηρίζει «ατυχή περίπτωση» την άνοδο στην εξουσία της ΝΔ λέγοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα άλλαζε τη θέση επειδή στην εξουσία θα ήταν η αξιωματική αντιπολίτευση, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος δηλώνει, επίσης, για το θέμα των πρωτογενών πλεονασμάτων «είναι πιθανό να έρθουν (σ.σ. η ΝΔ) στην εξουσία. Στην ατυχή περίπτωση που συμβεί κάτι τέτοιο, αν αυτό ήταν ένα από τα βασικά στοιχεία όσων θα ήθελαν να κάνουν, θα τους στηρίζαμε».
Έσπευσε, όμως, να συμπληρώσει ότι «δεν θα τους στηρίζαμε όμως σε πολλούς άλλους τομείς, ιδιαίτερα αφού δεν γνωρίζουμε ποιο είναι το πρόγραμμά τους. Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας υπολόγισε το κόστος των ανακοινώσεών τους στα 5 δισ. μόνο το πρώτο έτος και άλλα 4 δισ. τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Δεν έχουμε κάποια σοβαρή απάντηση από τη ΝΔ από πού θα βρεθούν αυτά τα χρήματα».
Ερωτηθείς πώς θωρακίζεται η Ελλάδα από τις εξωτερικές πιέσεις, ο υπουργός τόνισε ότι «πρώτη στρατηγική είναι να υπάρχει το “μαξιλάρι” ρευστότητας. Το ελληνικό χρέος είναι εξασφαλισμένο για τα επόμενα δύο χρόνια λόγω του “μαξιλαριού”, έχουμε μια συμφωνία για το χρέος, που σημαίνει πως έχουμε χαμηλότερα προγράμματα αποπληρωμής απ’ ό,τι χώρες όπως η Πορτογαλία και η Ισπανία τα επόμενα 15 χρόνια και αυτό μας δίνει το περιθώριο να μπορέσουμε να έχουμε σοβαρές συζητήσεις με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, με τους κοινωνικούς εταίρους, για μια στρατηγική ανάπτυξης που θα αρχίσει να μειώνει το χρέος».
«Προσπαθήσαμε να προστατεύσουμε την Ελλάδα στις αγορές με το να είμαστε πολύ ανοικτοί επί των πολιτικών μας για την ανάπτυξη, είναι δημόσια τα έγγραφα, προϋπολογισμένα, και γι’ αυτό οι αγορές μάς βλέπουν διαφορετικά. Η αντιπολίτευση θα πει πως έχουμε υψηλότερα επιτόκια από την Πορτογαλία. Φυσικά και έχουμε υψηλότερα επιτόκια από την Πορτογαλία, διότι η Πορτογαλία βγήκε από το πρόγραμμα πριν από αρκετά χρόνια και εμείς μόλις τώρα. Όμως το θέμα είναι πως πάμε προς τη σωστή κατεύθυνση, μας αναβαθμίζουν οι οίκοι αξιολόγησης, άρα έχουμε κάθε λόγο να είμαστε αισιόδοξοι για το μέλλον», σημείωσε ο κ. Τσακαλώτος.
Όσον αφορά τις εκκρεμότητες της κυβέρνησης ενόψει του Eurogroup του Μαρτίου – καθώς το Reuters πριν από λίγες ημέρες μετέδωσε ότι οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών δεν θα δώσουν στην Ελλάδα τα 750 εκατ. ευρώ από τα ομολογιακά κέρδη που κατέχει η ευρωζώνη – ο Ευκλείδης Τσακαλώτος υποστηρίζει ότι οι μεταρρυθμίσεις θα είναι έτοιμες στις 11 Μαρτίου.
«Υπάρχει δουλειά να γίνει για να περάσουμε τους νόμους που έχουν συμφωνηθεί μέχρι το Eurogroup. Οπότε η έκθεσή τους θα έχει θετική κατεύθυνση, θα λέει ότι έχουν γίνει όλα όσα έπρεπε να γίνουν. Υπάρχουν ένα ή δύο πράγματα που πρέπει να περάσουν από τη Βουλή αλλά πρόκειται για συμφωνημένα νομοσχέδια και είναι τυπικό θέμα μέχρι τις 11 Μαρτίου» είπε στο CNBC ο Έλληνας ΥΠΟΙΚ.
Ο ίδιος χαρακτηρίζει «υπολείμματα» του τρίτου Μνημονίου τα μέτρα αυτά. Σύμφωνα με τον ίδιο το σημαντικότερο ζήτημα είναι η προστασία της πρώτης κατοικίας. «Μεταβαίνουμε σε ένα νέο σύστημα στο οποίο θα παρέχεται στήριξη στους πολίτες προκειμένου να αποπληρώσουν τα δάνειά τους. Οπότε είναι καλό για τους πολίτες ότι τα δάνειά τους που δεν πληρώνονται θα γίνουν “πράσινα” δάνεια… Αλλά θα βοηθηθούν και οι τράπεζες να καθαρίσουν τα χαρτοφυλάκιά τους με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια».