«Για την υπερβολική λιτότητα στα δύο πρώτα προγράμματα ευθύνεται το ΔΝΤ, και κυρίως ο Πολ Τόμσεν, πριν «γίνει “πιο ρεαλιστικός” στα φορολογικά θέματα» ανέφερε σε ομιλία του σε εκδήλωση στο ΕΛΙΑΜΕΠ, ο Γιάννης Στουρνάρας.
Επιπλέον, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος τόνισε , μεταξύ άλλων, την άποψη πως «η Ελλάδα ολοκλήρωσε τα προγράμματα προσαρμογής έχοντας ένα θετικό ιστορικό υιοθέτησης μεταρρυθμίσεων». Ο κ. Στουρνάρας επεσήμανε την ανάγκη συνέχισης των μεταρρυθμίσεων έως ότου η ελληνική οικονομία καταστεί δυναμική και ανταγωνιστική.
Μιλώντας σε εκδήλωση του ΕΛΙΑΜΕΠ, ο κεντρικός τραπεζίτης υπογράμμισε ότι η Ελλάδα ολοκλήρωσε τα προγράμματα οικονομικής στήριξης και προσαρμογής με μια ευνοϊκή κληρονομιά των μεταρρυθμίσεων που εφαρμόστηκαν.
«Παρόλο που πολλά πράγματα έχουν αλλάξει, πρέπει να ενισχυθούν πολλές μεταρρυθμίσεις, δεδομένων των κακών αρχικών συνθηκών.
Με άλλα λόγια, οι επιδόσεις ήταν εντυπωσιακές, αλλά, δεδομένου του αρχικού χαμηλού επιπέδου διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, η Ελλάδα εξακολουθεί να υστερεί έναντι των ανταγωνιστών της», τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ είπε ότι οι υπάρχουσες μεταρρυθμίσεις, μαζί με τις προβλεπόμενες στο πρόγραμμα, αναμένεται να οδηγήσουν σε σωρευτική αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά περίπου 13% μέσα σε μια δεκαετία.
Ωστόσο, υπάρχει μια βασική ασυνέχεια σχετικά με το χρόνο όσον αφορά την ανάλυση κόστους-οφέλους των μεταρρυθμιστικών μέτρων: το κόστος είναι άμεσο, ενώ τα οφέλη υλοποιούνται μόνο μακροπρόθεσμα.
Επομένως, ο χρονικός ορίζοντας κατά τον οποίο οι μεταρρυθμίσεις αποφέρουν μετρήσιμα αποτελέσματα συνήθως υπερβαίνει τον χρονικό ορίζοντα της κυβέρνησης. Πρόκειται για ένα σημαντικό αντικίνητρο για μεταρρυθμίσεις σε διεθνές επίπεδο και έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Αυτό εξηγεί επίσης γιατί ορισμένες μεταρρυθμίσεις, αν και νομοθετημένες, δεν εφαρμόστηκαν πλήρως. Επιπλέον, το κόστος κοστίζει λίγα αλλά τα οφέλη αποκομίζονται από πολλούς.
Κλείνοντας, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος επανέλαβε ότι η διαδικασία μεταρρύθμισης πρέπει να επιδιωχθεί έως ότου επιτευχθεί ο τελικός στόχος, δηλαδή μια ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία που θα μπορεί να σταθεί στα πόδια της.
«Πλέον, πολιτικοί και πολίτες κατανοούν μετά από την εφαρμογή τριών προγραμμάτων στήριξης, ότι η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να επιστρέψει στο προηγούμενο status quo. Ελπίζω ότι αυτό είναι αρκετό για να υπάρξει σταθερή στήριξη στις μεταρρυθμίσεις μεταξύ των πολιτικών και των πολιτών», τόνισε.