Ο Iggy Pop θα πραγματοποιήσει μια και μοναδική εμφάνιση στην Αθήνα, το Σάββατο 8 Ιουνίου, στην Πλατεία Νερού. Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες μορφές στην ιστορία της rock’n’roll μουσικής.
Ο “Νονός του Punk”, ζωντανός θρύλος του rock, όχι απλά ως μουσικός αλλά και ως νοοτροπία και στάση ζωής, στην ουσία δεν χρειάζεται συστάσεις. Κάθε rock και, κυρίως, punk μπάντα ή καλλιτέχνης “δανείστηκε”, συνειδητά ή ασυνείδητα κάποια στοιχεία του. Αν δεν υπήρχε αυτός και οι θρυλικοί Stooges η μουσική σήμερα θα ήταν διαφορετική.
Όπως είναι φυσικό όλοι θέλουν να τον δουν στη σκηνή.
Οι live εμφανίσεις του είναι η επιτομή της rock συναυλίας, γιατί η πρώιμη συμπεριφορά του “δεν με νοιάζει τίποτα” και του “ζω για το τώρα” δεν τον εγκατέλειψε ποτέ, γιατί είναι ο… εφευρέτης του stage diving και παραμένει, μέχρι σήμερα, το αγέρωχο και επιβλητικό real wild child του rock’n’roll!
Θα τραγουδήσει ζωντανά όλα τα κλασικά τραγούδια του, όπως τα “Lust For Life”, “The Passenger”, “Candy”, “Nightclubbing”, “China Girl”, “I’m Bored”, “Real Wild Child”, “Home”, “Wild America”, “Funtime”, “Some Weird Sin”, “Gardenia” μαζί με τα μυθικά standards της εποχής των Stooges: “I Wanna Be Your Dog”, “Gimme Danger”, “Search and Destroy”, “T.V. Eye”, “No Fun”, “Down on the Street”, “Real Cool Time”, “Sick Of You”, “Loose” και πολλά ακόμα
Σύντομα θα ανακοινωθούν περισσότερα ονόματα, τόσο για τη συγκεκριμένη ημέρα όσο και για το line-up του φεστιβάλ.
Η προπώληση θα ξεκινήσει την Παρασκευή, 23/11, στις 11:00 το πρωί, προς 35 ευρώ, και για περιορισμένο αριθμό εισιτηρίων. Μετά την εξάντλησή τους , η τιμή θα διαμορφωθεί στα 40 ευρώ.
Οι επόμενες φάσεις της προπώλησης θα ανακοινωθούν στην πορεία. Επίσης, θα διατεθεί περιορισμένος αριθμός VIP εισιτηρίων με αρχική τιμή στα 80 ευρώ και για περιορισμένο αριθμό εισιτηρίων. Μετά την εξάντλησή τους, η τιμή θα διαμορφωθεί στα 100 ευρώ.
Ποιος είναι ο Iggy Pop
O Τζέιμς Νιούελ Όστερμπεργκ Τζούνιορ, γνωστός με το καλλιτεχνικό όνομα Iggy Pop (Ίγκι Ποπ, 21 Απριλίου 1947) είναι τραγουδιστής και συνθέτης της ροκ μουσικής, όπως και ηθοποιός. Είναι γνωστός για την εκρηκτική σκηνική του παρουσία και ξεκίνησε την καριέρα του με τους Stooges, πριν συνεχίσει ως σόλο καλλιτέχνης στα μέσα της δεκαετίας του ’70.
Έχει γνωρίσει μεγάλες επιτυχίες κατά την διάρκεια της καριέρας του με τα κομμάτια “I Wanna Be Your Dog”, “Search and Destroy” και “TV Eye” με τους Stooges, αλλά και τα “The Passenger”, “Lust for Life” και “Real Wild Child (Wild One)” από την προσωπική του καριέρα.
Ο Όστερμπεργκ γεννήθηκε στο Μούσκεγκον του Μίσιγκαν το 1947 και μεγάλωσε σε οικισμό με τροχόσπιτα και λυόμενα σπίτια μαζί με τους γονείς του, την Λουέλα και τον Τζέιμς Νιούελ Όστερμπεργκ, στο Ιπσιλάντι του Μίσιγκαν. Η καταγωγή του πατέρα του ήταν από την Γερμανία, την Αγγλία και την Ιρλανδία, ενώ της μητέρας του από τη Νορβηγία και την Δανία, ενώ ο πατέρας του είχε υιοθετηθεί από σουηδική οικογένεια απ’ όπου πήρε το επίθετο του.
Ξεκίνησε την μουσική του καριέρα σαν ντράμερ για κάποια τοπικά συγκροτήματα στο Ανν Άρμπορ του Μίσιγκαν, μεταξύ αυτών οι Iguanas, με τους οποίους ηχογράφησε μία διασκευή στο τραγούδι “Mona” του Bo Diddley. Στα τέλη του 1965, έγινε ντράμερ των The Prime Movers και σταμάτησε την φοίτηση του στο πανεπιστήμιο.
Στις αρχές του 1967, μετακόμισε στο Σικάγο, όπου επηρεασμένος από συγκροτήματα όπως οι The Sonics, MC5 και The Doors, σχημάτισε τους Psychedelic Stooges και ξεκίνησε να χρησιμοποιεί το όνομα Ίγκι. Το συγκρότημα αποτελούνταν από τον κιθαρίστα Ρον Άστον, το ντράμερ Σκοτ Άστον και τον μπασίστα Ντέιβ Αλεξάντερ.Έδωσαν την πρώτη τους συναυλία σε ένα πάρτι την ημέρα του Χαλοουίν στο Ντιτρόιτ, με την παρουσία μελών των MC5.
The Stooges
Το νεοσύστατο συγκρότημα μίκρυνε το όνομα του σε The Stooges και ο Ίγκι Ποπ έγινε γνωστός για τις φρενήρεις παραστάσεις του στις συναυλίες τους. Το 1968, υπέγραψαν στην Elektra Records, κυκλοφορώντας το ομώνυμο άλμπουμ τους ένα χρόνο αργότερα, ακολουθούμενο από το “Fun House” το 1970. Αν και οι δύο δίσκοι είχαν χαμηλές πωλήσεις, επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη του punk rock μερικά χρόνια αργότερα.
Η δισκογραφική εταιρεία απέρριψε το συγκρότημα το 1971, λόγω της έλλειψης ενδιαφέροντος από το κοινό και της συνεχούς χρήσης ναρκωτικών. Οι Stooges διαλύθηκαν προσωρινά, αλλά με την βοήθεια του Ντέιβιντ Μπάουι ένωσαν και πάλι τις δυνάμεις τους και μετακόμισαν στην Αγγλία. Αφού υπέγραψαν στην Columbia Records, κυκλοφόρησαν το “Raw Power”, με τον Μπάουι στην παραγωγή.[8] Ο δίσκος δεν γνώρισε την επιτυχία που ήλπιζαν να έχουν και τα μέλη του συγκροτήματος έπεσαν και πάλι σε έντονη χρήση βαριών ναρκωτικών ουσιών, για να διαλυθούν το 1974.
Η καριέρα του
Ο Ίγκι Ποπ έζησε για ένα διάστημα άστεγος στο Χόλιγουντ, πριν εισαχθεί στο νευροψυχιατρικό ινστιτούτο του Λος Άντζελες. Όσο βρισκόταν στην κλινική, συνέθεσε κάποια νέα κομμάτια με τον Τζέιμς Ουίλιαμσον, αλλά εφόσον δεν παρουσιάστηκε ενδιαφέρον από κάποια δισκογραφική εταιρεία, οι δύο μουσικοί διέκοψαν την συνεργασία τους. Την ίδια περίοδο τον επισκέφθηκε ο Μπάουι, ο οποίος του πρότεινε να παίξουν μαζί στην περιοδεία για το άλμπουμ του, “Station to Station”.
Η συνεργασία τους κύλησε τόσο καλά, που μετακόμισαν στο Βερολίνο στα τέλη του 1976, όπου ο Ποπ υπέγραψε στην RCA.
Ο Ποπ κυκλοφόρησε τα άλμπουμ “The Idiot” και “Lust for Life” μέσα στο 1977, τα οποία μπήκαν στο βρετανικό Top-30 και πούλησαν καλύτερα από όλα τα άλμπουμ των Stooges. Ο Μπάουι ακολούθησε τον Ποπ στην παγκόσμια περιοδεία του παίζοντας πλήκτρα και το ζωντανά ηχογραφημένο “TV Eye Live 1977” προέκυψε από αυτή την συνεργασία.
Το 1978, υπέγραψε στην Arista και συνεργάστηκε με τον Ουίλιαμσον για το άλμπουμ “New Values”, την πρώτη από μία σειρά κυκλοφοριών με μπερδεμένο ηχητικό μοτίβο, όπως τα “Soldier” του 1980, “Party” του 1981 και “Zombie Birdhouse” του 1982.
Το 1982, ο Ποπ έγραψε την αυτοβιογραφία του με τίτλο “I Need More” και αποσύρθηκε για ένα διάστημα με σκοπό να αντιμετωπίσει τα προβλήματα ναρκωτικών του. Ο Μπάουι γνώρισε μεγάλη επιτυχία με το κομμάτι “China Girl”, μία από κοινού τους σύνθεση που είχε κυκλοφορήσει αρχικά στο άλμπουμ “The Idiot”.
Ο τραγουδιστής επανήλθε στο προσκήνιο το 1986, υπογράφοντας στην A&M και κυκλοφορώντας τον δίσκο “Blah-Blah-Blah”, με παραγωγό και πάλι τον Μπάουι. Στο άλμπουμ συμπεριλαμβανόταν η πρώτη του επιτυχία στις Ηνωμένες Πολιτείες, το κομμάτι “Real Wild Child (Wild One)”. Δύο χρόνια αργότερα, πειραματίστηκε με το hard rock/heavy metal ύφος στο άλμπουμ “Instinct”,αλλά η μεγάλη του επιτυχία ήλθε το 1990, όταν κυκλοφόρησε το άλμπουμ “Brick by Brick”, μαζί με το σινγκλ “Candy”, όπου συνεργάστηκε με την Κέιτ Πίρσον των B-52’s
Η μουσική του Ποπ και των Stooges έγινε και πάλι επίκαιρη με την άνοδο της δημοτικότητας του grunge και ο Ίγκι Ποπ κυκλοφόρησε τον δίσκο “American Caesar”, ενώ τρία χρόνια αργότερα επιχείρησε να επαναφέρει την μουσική προσέγγιση των Stooges με το άλμπουμ “Naughty Little Doggie”, χωρίς να γνωρίσει την εμπορική επιτυχία που είχε στις προηγούμενες κυκλοφορίες του. Την ίδια χρονιά, επανεκδόθηκε το τραγούδι “Lust for Life” για το σάουντρακ της ταινίας “Trainspotting”, δίνοντας του μία Top-30 επιτυχία στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Κατά την δεκαετία του ’90, ο Ποπ έπαιξε σε διάφορες ταινίες όπως τα “Cry Baby”, “Dead Man” και “The Crow II: City of Angels”, όπως και στην τηλεοπτική σειρά “The Adventures of Pete & Pete”. Επίσης, η ταινία του 1998 με τίτλο “Velvet Goldmine” ήταν βασισμένη στην σχέση του Ποπ με τον Μπάουι στις αρχές της δεκαετίας του ’70.
Το 1999, ο Ποπ υπήρξε το αντικείμενο ενός επεισοδίου του ντοκιμαντέρ “Behind the Music” του VH1, ενώ παράλληλα κυκλοφόρησε τον δίσκο “Avenue B”,ακολουθούμενο από το “Beat ‘Em Up”, δύο χρόνια αργότερα.
Επανένωση των Stooges
Το 2003, συνεργάστηκε με τους Ρον και Σκοτ Άστον για τέσσερα κομμάτια του άλμπουμ του “Skull Ring”, αλλά και για την περιοδεία του δίσκου, όπου το set list κατακλυζόταν από κομμάτια των Stooges. Την ίδια χρονιά, ο Ποπ έπαιξε στην ταινία “Coffee and Cigarettes” του Τζιμ Τζάρμους και το 2005 κυκλοφόρησε την συλλογή “A Million in Prizes: The Anthology”, με 37 τραγούδια απ’ όλη του την καριέρα.
Στα επόμενα χρόνια συμμετείχε στο κομμάτι “Punkrocker” των Teddybears, τραγούδησε διάφορα κομμάτια της Μαντόνα για το Rock and Roll Hall of Fame και εμφανίστηκε σε διάφορες διαφημίσεις της ασφαλιστικής εταιρείας Swiftcover. Με τους Stooges, κυκλοφόρησε το άλμπουμ “The Weirdness”, αλλά το 2009 ο Ρον Άστον πέθανε λόγω καρδιακής προσβολής.
Ο Ποπ κυκλοφόρησε το άλμπουμ “Préliminaires” το 2009, εμπνευσμένο από την μουσική τζαζ και το έργο του Γάλλου νοβελίστα Μισέλ Ουελμπέκ. Το 2010, εντάχθηκε μαζί με τους Stooges στο Rock and Roll Hall of Fame. Συνέχισε να περιοδεύει μαζί τους ως το 2011, σταματώντας για να ηχογραφήσει το “Après” του 2012.
Τον Απρίλιο του 2013, κυκλοφόρησε το πέμπτο στούντιο άλμπουμ των Stooges με τίτλο “Ready to Die”, μπαίνοντας στο Top-100 και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Παρ’ όλα αυτά, ο Σκοτ Άστον πέθανε το 2014, με τον Ποπ να περιοδεύει στην Βόρεια Αμερική το 2015 ως σόλο καλλιτέχνης.
Το 2016, συνεργάστηκε με τον Τζος Χόουμ για τον δίσκο “Post Pop Depression”, ο οποίος ακολουθήθηκε από μία ακόμη περιοδεία.