Τσίπρας – Ιερώνυμος συνάντηση: Ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, θα έχει σήμερα, Τρίτη 6 Νοεμβρίου, συνάντηση με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος, κ. Ιερώνυμο.
Η συνάντηση θα πραγματοποιηθεί στις 18:00 στο Μέγαρο Μαξίμου.
Πρόκειται για τη δεύτερη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον Αρχιεπίσκοπο μέσα σε διάστημα λίγων ημερών.
Στο επίκεντρο των συνομιλιών θα βρεθεί η συνταγματική αναθεώρηση και οι αλλαγές που προτείνει η κυβέρνηση για τις σχέσεις Κράτους – Εκκλησίας.
Ο Αρχιεπίσκοπος, σε δεύτερο χρόνο, θα παραδώσει στον κ.Τσίπρα και υπόμνημα με τις θέσεις της Εκκλησίας, όπως αυτές κωδικοποιούνται μετά τη διήμερη συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου επί της Συνταγματικής Αναθεώρησης σε ό,τι αφορά την Εκκλησία. Όταν συνταχθεί, το ίδιο υπόμνημα αναμένεται να αποσταλεί και στον πρόεδρο της ΝΔ Κυριάκο Μητσοτάκη, και τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς.
Σημειώνεται ότι η Εκκλησία ζητά να ξεκαθαρίσουν οι κυβερνητικές προθέσεις κυρίως σε τρεις άξονες:
-Το πρώτο είναι πώς εννοεί η κυβέρνηση τον όρο θρησκευτική ουδετερότητα και ποιό περιεχόμενο δίνει επακριβώς. Για την Εκκλησία μπαίνουν ζητήματα όπως πώς είναι πιθανό να ερμηνευθεί ο όρος από τη Δικαιοσύνη, επί παραδείγματι και τί αυτό θα σημαίνει για την δημόσια παρουσία της Εκκλησίας. Για παράδειγμα, θα έχει παρουσία η Εκκλησία σε δημόσιες εκδηλώσεις, όπως παρελάσεις, θα υπάρχει σταυρός στη Σημαία ή σε σχολεία και άλλα δημόσια κτίρια; Ο εκκλησιασμός θα συνεχίσει να προβλέπεται κ.α.
– Το δεύτερο ζήτημα είναι αυτό της αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας καθώς η δημιουργία κοινής εταιρείας δημοσίου- εκκλησίας που είχε αποφασιστεί επί κυβέρνησης Σαμαρά έχει παγώσει. Επί κυβέρνησης Σαμαρά είχε αποφασιστεί να δημιουργηθεί εταιρεία για την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας με ισότιμη συμμετοχή Εκκλησίας – Πολιτείας. Αντίστοιχα τα έσοδα θα μοιράζονταν ισότιμα, προκειμένου η Εκκλησία να χρηματοδοτεί τις φιλανθρωπικές της δράσεις. Ωστόσο, επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ η δημιουργία της εταιρείας έχει παραπεμφθεί στις ελληνικές καλένδες.
-Το τρίτο ζήτημα είναι τί θα γίνει με τη μισθοδοσία του κλήρου που αποτελεί συμβατική υποχρέωση της Πολιτείας ήδη από το 1952.