H σοπράνο Τζίνα Φωτεινοπούλου και ο ηθοποιός – τραγουδιστής Παναγιώτης Πετράκης, εμπνέονται από τη χρυσή εποχή του Μεσοπολέμου και δημιουργούν μία μουσική παράσταση με τίτλο «Φως στο ανάμεσο».
Μέσα από τη μουσική αυτή σύμπραξη αποσκοπούν στο να μεταφέρουν τους θεατές στη φωτεινή περίοδο της καλλιτεχνικής δημιουργίας ανάμεσα στο 1920 και 1940, με τραγούδια που αγαπήθηκαν και αντιστάθηκαν στον χρόνο, τραγούδια που ακόμη και εκατό χρόνια μετά μάς κάνουν να αισθανόμαστε, να ζούμε, να ερωτευόμαστε…
Μέσα από την πολύ προσεκτική επιλογή τραγουδιών και συνθετών μάς ταξιδεύουν στα καμπαρέ της Γερμανίας και της Γαλλίας, στην Αμερική των μεγάλων επιτυχιών του κινηματογράφου και του μουσικού θεάτρου, αλλά και στην Ελλάδα του Αττίκ, του Γιαννίδη, του Σακελλαρίδη, του Γούναρη, του Σουγιούλ, του Τραϊφόρου και άλλων αγαπημένων συνθετών.
Τραγουδούν τον έρωτα και τη ζωή που αντιστάθηκε, πολέμησε, πάλεψε, άνθισε…
Τζίνα θα ήθελα να μάς μιλήσεις σχετικά με την συνεργασία σου με τον Παναγιώτη Πετράκη καθώς και γιατί επιλέξατε να ερμηνεύσετε τραγούδια του μεσοπολέμου.
Καταρχήν, με τον Παναγιώτη έχω συνεργαστεί και στο παρελθόν μεμονωμένα σε κάποιες συναυλίες. Η χημεία μας ήταν εξαιρετική.
Πάντοτε θέλαμε να συνεργαστούμε και να κάνουμε κάτι που να έχει αρχή, μέση και τέλος, μια δομημένη δηλαδή παράσταση, οπότε τώρα ήρθε «το πλήρωμα του χρόνου» και το πραγματοποιούμε.
Διαλέξαμε το μεσοπόλεμο, την περίοδο δηλαδή μεταξύ του 1920 και 1940, ως το φωτεινό καλλιτεχνικά διάστημα μεταξύ του πρώτου και δεύτερου παγκοσμίου πολέμου.
Ο κόσμος μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο είχε την ανάγκη να αφήσει πίσω του τις σκιές, το σκοτάδι και να δημιουργήσει.
Η ιστορία έδειξε ότι η τέχνη λειτούργησε λυτρωτικά.
Στη σκηνή του El convento del Arte κάνουμε ένα «μουσικό ταξίδι» που ξεκινάει από την κεντρική Ευρώπη και τα καμπαρέ της Γερμανίας και της Γαλλίας, προς την Ιταλία, τη Λατινική και κεντρική Αμερική και τελειώνει στην Ελλάδα.
Ακούμε τραγούδια που αγαπήθηκαν από φωνές όπως η Marlene Dietrich και Édith Piaf, προσωπικότητες που ανέτειλαν εκείνη την περίοδο και έκαναν τα τραγούδια διαχρονικά.
Ακούμε επίσης τραγούδια όπως το «Amapola», που αν και ο κόσμος το γνωρίζει από διασκευές σύγχρονων τραγουδιστών , όπως εκείνη του Andrea Bocceli, ωστόσο γεννήθηκαν και πρωτοακούστηκαν την περίοδο του μεσοπολέμου.
Όταν «καταφθάνουμε» στην Αμερική -τη χρυσή τότε εποχή- τα ακούσματα είναι ιδιαιτέρως οικεία: «Summertime» , «Blue Moon», «My funny Valentine», «Cheek to Cheek» αλλά και μουσικές που έγιναν αγαπητές μέσα από musicals που έχουμε δει με το Fred Astaire και με άλλους γνωστούς ηθοποιούς. Επιστρέφουμε στην Ελλάδα με Αττικ, Γιαννίδη, Βέμπο, αλλά και οπερέτες του Σακελλάρίδη .
Εν ολίγοις, είναι ακούσματα οικεία για τον κόσμο και για πολλές ηλικίες λόγω των διασκευών που έχουν γίνει και εξακολουθούν να γίνονται μέχρι σήμερα.
Πέρα από τα τραγούδια υπάρχει και πρόζα, κείμενα ή ποιητικός λόγος που βοηθούν τους θεατές να παρακολουθήσουν τις μεταβάσεις του «μουσικού ταξιδιού».
Η παράσταση συνδυάζει σίγουρα το τερπνό και το ωφέλιμο, ο κόσμος ψυχαγωγείται αλλά παίρνει και αρκετές ιστορικές πληροφορίες που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη περίοδο μέσα σε ένα δίωρο καλλιτεχνικής δράσης, καλλιτεχνικής έκφρασης.
Να προσθέσω δε, ότι, συγκυριακά φέτος , στις 11 Νοεμβρίου 2018 συμπληρώνονται 100 χρόνια από τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Είναι λοιπόν και μια επετειακή παράσταση.
Τελείωσε ο πόλεμος, άνθισε η ζωή. Οι άνθρωποι εξέφρασαν τον έρωτα μέσω των τραγουδιών, επικράτησε η ζωή έναντι όποιων σκιών του πόλεμου.
Ένα διαχρονικό μήνυμα για τις μαύρες περιόδους της ανθρωπότητας ή των ανθρώπων ως μονάδες.
Ο άνθρωπος οφείλει να αντιστέκεται στις όποιες άσχημες πραγματικότητες με πίστη, όραμα, ελπίδα για τη ζωή.
Κατά την άποψή σου γιατί σήμερα ο κόσμος έχει την ανάγκη να πάει στο θέατρο όπως και στην κατοχή και στο μεσοπόλεμο;
Η τέχνη λειτουργεί πάντα λυτρωτικά γι’ όλους, και αυτούς που παίζουν κι αυτούς που παρακολουθούν.
Η τέχνη είναι μέσο θεραπευτικό. Δεν είναι τυχαίο που σε παρά πολλά νοσοκομεία η δύναμη της μουσικής είναι αυτή που χρησιμοποιείται για να θεραπεύσει ασθενείς.
Υπάρχουν πολλές σύγχρονες θεραπευτικές μέθοδοι που βασίζονται στις τέχνες.
Όσο για εμένα και τον Παναγιώτη, πέρα από την ανάγκη που έχουμε να εκφραστούμε μέσα από την τέχνη που αγαπάμε, περνάμε και πολλά μηνύματα, στοχεύοντας στην ψυχική ανάταση των θεατών μέσω αυτών.
Η παράσταση είναι μουσικοθεατρική, έχει τρία χαρακτηριστικά: Το τραγούδι, την υποκριτική, την κίνηση.
Κοντά μας έχουμε δύο άξιους συνάδελφους, το Γιώργο Δούση στο πιάνο και το Λευτέρη Γρίβα στο ακορντεόν, ενώ την κίνησή μας επιμελείται η Κορίνα Κόκκαλη.
Τζίνα είσαι υψίφωνος. Παλαιότερα πιστεύαμε πως η λυρική σκηνή και η όπερα είναι το δεύτερό σας «σπίτι». Ωστόσο, σήμερα βλέπουμε πολλούς εξαίρετους συναδέλφους σου να έρχονται πιο κοντά στο κοινό μέσω μουσικών σκηνών και συναυλιών. Απαντά σε ανάγκη της εποχής, σε ανάγκη βιοπορισμού ή για να σπάσει το ταμπού της όπερας;
Ο τίτλος της σοπράνο χαρακτηρίζει το είδος της φωνής.
Εννοούμε δηλαδή την υψηλή γυναικεία φωνή άρα δεν υπηρετεί μόνο το είδος της όπερας αλλά κάθε είδος.
Ο κόσμος κατατάσσει αμέσως επειδή έχει συνηθίσει τον τίτλο αυτόν με την όπερα.
Υπάρχουν, όμως, συνάδελφοι, που ναι μεν έχουν καλλιεργήσει τη φωνή τους μέσω κλασικών σπουδών, ωστόσο επιλέγουν να κάνουν και τα λεγόμενα crossover ( μίξη) προγράμματα.
Προσωπικά ως προς τις τραγουδιστικές επιλογές μου δεν θέλω να αυτοπεριορίζομαι επειδή έχω σπουδάσει κλασικό τραγούδι, κλασική τεχνική.
Έχω σπουδάσει και στο Λονδίνο performing arts (μουσική, θέατρο, χορό) μιούζικαλ και τζαζ, έχω γαλουχηθεί με Χατζιδάκι και Θεοδωράκη.
Η γνώση της τεχνικής δεν είναι αναγκαίο να περιορίζει και το ρεπερτόριο όταν αυτό είναι μέσα στα πλαίσια της αισθητικής που σε αντιπροσωπεύει.
Ασφαλώς υπάρχουν και συνάδελφοι που έχουν επιλέξει να κάνουν αυστηρά όπερα, που είναι απολύτως θεμιτό.
Ως προς το θέμα του «σπιτιού» της όπερας, αυτό είναι ένα και είναι η Εθνική Λυρική Σκηνή που στεγάζεται στο ΚΠΙΣΝ.
Παρ’ όλα αυτά γίνονται προσπάθειες από οργανισμούς και δήμους να δημιουργήσουν καινούργια «σπίτια» για να απορροφηθεί και περισσότερος κόσμος που σχετίζεται με την όπερα.
Γενικά θεωρώ ότι ο κόσμος σιγά σιγά αντιλαμβάνεται ότι η όπερα δεν είναι η εικόνα του παρελθόντος, άνθρωποι που φωνάζουν σε ύψη που δεν μπορείς να ακούσεις.
Σταδιακά, ο κόσμος εξοικειώνεται, ειδικά μάλιστα όταν όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι εμπλέκονται άμεσα με το είδος αυτό.
Η χώρα μας είχε, έχει και θα έχει σπουδαίο έμψυχο υλικό που εμπλέκεται με τις τέχνες.
Το ότι η μάζα δεν το γνωρίζει είναι άλλο κεφάλαιο.
Αυτό που προανέφερες σε μια Ελλάδα που δε δίνει τόσες ευκαιρίες όσο το εξωτερικό πώς δίνει τη δυνατότητα στο νέο άτομο να βρει το δρόμο του;
Αρχικά δεν ξεκινάς με την τέχνη για να βιοποριστείς, είναι εσωτερική ανάγκη.
Αν καταφέρεις μέσα σ’ όλο τον αγώνα και το συναγωνισμό να ξεχωρίζεις και να έχεις μια θέση σαφέστατα τα πράγματα είναι καλύτερα.
Προσωπικά, ποτέ δε λέω «πάω να δουλέψω», μάλλον «πάω να εκφραστώ».
Η τέχνη είναι ερωτάς, αγάπη. Σαφέστατα και μπορείς να βιοπορίζεσαι αλλά είναι σημαντικό και τί είδους προσδοκίες έχεις.
Οποιοδήποτε καλλιτεχνικό επάγγελμα χρειάζεται στόχο, προσήλωση σωστά;
Εννοείται, πρέπει να έχεις πάθος για να κανείς τέχνη.
Αν όμως δεν έχεις τα στοιχειώδη ως προς την άποψη του βιοπορισμού τότε η μουσική είναι χαμένο «παιχνίδι»;
Είναι αυτό που λέμε «πρέπει να έχεις γερό στομάχι».
Οι άνθρωποι της τέχνης έχουν ανασφάλεια ειδικά όταν αποφασίζουν να διάγουν το βίο τους μέσω της τέχνης.
Από την άλλη, όμως, είναι ένας πόθος. Εκεί που βλέπεις τη δυσκολία ο πόθος αυτός σε κάνει να παλέψεις.
Βεβαία, ίσως μιλάω εκ του ασφαλούς καθώς υπήρξα αρκετά τυχερή κι από όταν ξεκίνησα η πορεία μου είναι σταθερή και εξελικτική.
Έχω κάνει υπέροχες συνεργασίες με ανθρώπους που θαύμαζα.
Πρόσφατα έκανα με την Κατερίνα Ευαγγελάτου την Όπερα «Ζήτα» που αναφερόταν στη δολοφονία του Λαμπράκη.
Όλο αυτό το κομμάτι, λοιπόν, με κάνει να αισθάνομαι «πλούσια».
Πολλοί συνάδελφοι αναγκάζονται και κάνουν 2-3 δουλείες ή άλλοι αλλάζουν ρότα και κάνουν κάτι άλλο.
Η τέχνη βέβαια σε ακολουθεί, ακόμη κι αν δε βιοπορίζεσαι από αυτή.
Εφόσον εσύ έχεις κάνει σπουδές στο Λονδίνο και η δουλειά σου μπορεί να υλοποιηθεί σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου πώς και δε σκέφτηκες να μείνεις στο εξωτερικό;
Κάνω εμφανίσεις στο εξωτερικό. Μάλιστα, πέρυσι είχα την τύχη να συμμετέχω στην όπερα Μποέμ του Τζάκομο Πουτσίνι, υπό τη διεύθυνση του διάσημου Έλληνα μαέστρου, Θεόδωρου Κουρεντζή.
Το 2001 από το Λονδίνο που σπούδαζα γύρισα στην Ελλάδα και αμέσως πρωταγωνίστησα στη Λυρική Σκηνή και συνεργάστηκα με πολλές συμφωνικές ορχήστρες.
Δε δημιουργήθηκε δηλαδή ένα κενό ώστε να έχω την ανάγκη να γυρίσω πίσω.
Αν υπήρχε αυτό το κενό, τότε ίσως να με ωθούσε να επέστεφα στο Λονδίνο ή αλλού.
Πάντως δε συνηθίζω να λειτουργώ υποθετικά γιατί ποτέ δεν μπορείς να προβλέψεις την όποια εξέλιξη οπουδήποτε κι αν βρίσκεσαι.
Ό,τι έχω κάνει το τιμώ, είμαι πλήρης και χαρούμενη.
Κι αν δεν έκανα σωστή επιλογή, είμαι καλά γιατί από τα λάθη μας μαθαίνουμε.
Η ζωή συνεχίζεται και αφήνομαι να γεύομαι ό,τι καινούργιο.
Πριν 3 χρόνια δεν ήξερα ότι θα βρεθώ στη Ρωσία αλλά ήρθε χωρίς να το προσδοκώ και ήταν πολύ δυνατό.
Έτσι , εύχομαι να έχω την υγεία μου και την πνευματική μου διαύγεια για να μπορώ να ανταποκρίνομαι και να προκύπτουν ωραίες εύκαιρες για να εκφράζομαι και να μοιράζομαι ανεξαρτήτως τόπου και χώρου.
Είμαι αγωνίστρια, μου αρέσει πολύ αυτό που κάνω, έχω πάθος και το αγαπώ.
Νομίζω ότι 17 χρόνια αγώνων έχουν αποδώσει και γεύομαι πλέον καρπούς.
Μέτα την ολοκλήρωση της συνεργασίας με τον Παναγιώτη Πετράκη τι άλλο έπεται επαγγελματικά;
Ήδη έχουν ξεκινήσει οι πρόβες στη Λυρική για την παραγωγή «Η πριγκίπισσα και το μπιζέλι» που έχει πρεμιέρα στις 25 Νοεμβρίου.
Το έργο είναι του Ernst Toch και ανεβαίνει στην κεντρική σκηνή της ΕΛΣ σε σκηνοθεσία της Αποστολίας Παπαδαμάκη, υπό τη διεύθυνση του αρχιμουσικού Νίκου Βασιλείου.
Στις 8 και 9 Δεκεμβρίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών θα συμπράξω με το αυστριακό σύνολο Johann Strauss Ensemble, τον τενόρο Δημήτρη Πακσόγλου αλλά και τους χορευτές της ανώτατης σχολής της ΕΛΣ όπου θα παρουσιάσουμε «Βιεννέζικα βαλς στη χριστουγεννιάτικη Αθήνα» υπό τη διεύθυνση του εξαιρετικού μαέστρου Russell McGregor.
Τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ θα υποδυθώ την Τέα στην όπερα «Έντα Γκάμπλερ», ένα έργο του Γιώργου Δούση βασισμένο στο ομώνυμο έργο του Ίψεν, υπό τη διεύθυνση του Ανδρέα Τσελίκα και σε σκηνοθεσία Ράιας Τσακιρίδη.
Κάποιο μήνυμα κλείνοντας προς τους αναγνώστες μας;
Θα χρησιμοποιήσω τον τίτλο «Φως στο ανάμεσο». Φως ανάμεσα σε δύο ζοφερές πραγματικότητες, φως σ’ όλες τις δύσκολες πραγματικότητες γιατί η ζωή αξίζει να δίνει το έναυσμα στον άνθρωπο για να αγωνίζεται.
Ο Σεφέρης είπε:
«Το σπουδαίο δεν είναι ν’ αλλάξουμε τη ζωή μας, ονειροπολώντας μιαν άλλη πιο ενδιαφέρουσα, αλλά να κάνουμε να λαλήσει τούτη η ζωή όπως μας δόθηκε την καθημερινή, την ταπεινή, την ανθρώπινη, όπου το καθετί που μπορούσε να γυρέψουμε πρέπει να υπάρχει».
Ο άνθρωπος δεν πρέπει να το βάζει κάτω, η ζωή είναι πολύ πιο σπουδαία απ’ όποια μαυρίλα.
Από την παράσταση θα αναφέρω το τραγούδι «Smile» που έγραψε ο Τσάρλι Τσάπλιν προτρέποντας τον κόσμο να βλέπει τη φωτεινή πλευρά της ζωής , τη φωτεινή πλευρά του αύριο, να χαμογελά και να πορεύεται.
Βιογραφικό σημείωμα:
ΤΖΙΝΑ ΦΩΤΕΙΝΟΠΟΥΛΟΥ (σοπράνο) www.ginafotinopoulou.com
Η Τζίνα Φωτεινοπούλου είναι υψίφωνος. Σπούδασε κλασικό τραγούδι στο Ωδείο Αθηνών (δίπλωμα μονωδίας με άριστα παμψηφεί, τάξη κ. Κικής Μορφονιού) και παραστατικές τέχνες (μουσική-υποκριτική-χορό/ ΒΑ Honors in Performing Arts) σε διακεκριμένα πανεπιστήμια του Λονδίνου.
Επίσης είναι πτυχιούχος ελληνικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Έχει συνεργαστεί με συμφωνικές ορχήστρες και μικρότερα μουσικά σύνολα παρουσιάζοντας ρεσιτάλ σε θέατρα και μουσικές σκηνές εντός και εκτός Ελλάδας ( Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Μέγαρο Μουσικής Θεσ/νίκης, Ηρώδειο, Επίδαυρο, Kennedy Center Ουάσιγκτον κ.α.). Από το 2002 ως σήμερα έχει πρωταγωνιστήσει σε πολυάριθμες παραγωγές της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών και του Φεστιβάλ Αθηνών.
Το Μάιο 2017 πρωταγωνίστησε ως Μουζέττα (Boheme, G.Puccini) στην όπερα της πόλης Πέρμ (Ρωσία) υπό τη διεύθυνση του Θεόδωρου Κουρεντζή και σε σκηνοθεσία Philipp Himmelmann, ενώ το 2018 πρωταγωνίστησε στην εναλλακτική σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στην όπερα «Ζ» του Μηνά Μπορμπουδάκη και σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου.
Ερμήνευσε τον ύμνο των Special Olympics στην τελετή έναρξης των αγώνων (2004) και ηχογράφησε το CD «Χρώματα του ανέμου» για τους σκοπούς των Special Olympics Hellas.
Πρωταγωνίστησε στην τελετή λήξης του Φεστιβάλ Ελληνικού κινηματογράφου (2006), στα εγκαίνια του Δημοτικού θεάτρου Πειραιά (2013), στην τελετή λήξης της έκθεσης «Το ναυάγιο των Αντικυθήρων» (2014), στην τελετή αναβίωσης των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων (Παναθηναϊκό Στάδιο, 2013) και στην ιστορικής σημασίας συναυλία «Όλη η Ελλάδα για το Μίκη» που πραγματοποιήθηκε προς τιμήν και παρουσία του Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος διηύθυνε μέρος της συναυλίας(Παναθηναϊκό Στάδιο, Ιούνιος 2017).
Το 2008 ίδρυσε το «Στέκι μελέτης-μόρφωσης-πολιτισμού» στη Νέα Σμύρνη και την παιδική χορωδία «Ευμέλεια».
Ταυτότητα μουσικής παράστασης:
- Πιάνο: Γιώργος Δούσης
- Ακορντεόν: Λευτέρης Γρίβας
- Επιμέλεια κίνησης: Κορίνα Κόκκαλη
- Ερμηνεία: Τζίνα Φωτεινοπούλου – Παναγιώτης Πετράκης
Παραστάσεις: Δευτέρες, 15 και 29 Οκτωβρίου και 5 και 19 Νοεμβρίου 2018
- Ώρα προσέλευσης: 21:00
- Ώρα έναρξης: 21:30
- Διάρκεια: 2:00 ώρες, με διάλειμμα
El Convento Del Arte: Βιργινίας Μπενάκη 7, Μεταξουργείο
Πληροφορίες – κρατήσεις: τηλ. 210 5200602 .
Ο χώρος λειτουργεί από τις 21:15 για ποτό και φαγητό. Είσοδος: 12€
Προπώληση εισιτηρίων: viva.gr