Ο Γιάννης Δαλιανίδης, σκηνοθέτης και σεναριογράφος από τους πιο εμπορικούς του ελληνικού κινηματογράφου, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 31 Δεκεμβρίου του 1923. Ξεκίνησε την καριέρα του, ως χορευτής και χορογράφος, με καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Γιάννης Νταλ. Από το 1958 άρχισε να γράφει σενάρια για κινηματογραφικές ταινίες, με πρώτο το σενάριο της ταινίας «Το τρελοκόριτσο».
Η σκηνοθετική του καριέρα «ανέτειλε» το 1959 με την ταινία «Η μουσίτσα». Την ίδια χρονιά βγήκε στο πανί η ταινία «Λαός και Κολωνάκι». Το 1961 ξεκινά τη συνεργασία του με την εταιρία Φίνος Φιλμς. Με την ταινία του «Ο κατήφορος», ο Γιάννης Δαλιανίδης καθιερώνει άλλη μία πρωταγωνίστρια του Ελληνικού Κινηματογράφου, τη Ζωή Λάσκαρη, όπως άλλωστε, έκανε αργότερα με πολλές άλλες ηθοποιούς, ανάμεσά τους την αδερφική του φίλη Μάρθα Καραγιάννη.
Μετά τον Κατήφορο, η καριέρα του Γιάννη Δαλιανίδη εκτινάσσεται στα ύψη, ακολουθεί η δημιουργία σειράς ταινιών κυρίως μιούζικαλ, χαρακτηρισμό τον οποίο ο ίδιος δεν αποδέχεται, επιμένοντας στον όρο «μουσικές κωμωδίες».
Γιάννης Δαλιανίδης: Η εκτόξευση
Συνολικά, σκηνοθέτησε περισσότερες από 60 ταινίες και στις περισσότερες είχε γράψει ο ίδιος το σενάριο. Από τη δεκαετία του ΄70 μπαίνει και στον χώρο της τηλεόρασης σκηνοθετώντας σειρές, που άφησαν εποχή, όπως το Λούνα Πάρκ (1974-1981), τα Λιονταράκια, το Ρετιρέ, οι Μικρομεσαίοι, Στραβά κι Ανάποδα, Το τρίτο στεφάνι (1995) και το τελευταίο σήριαλ με τίτλο Μικρές Αμαρτίες (1999).
Η σκηνή στην οποία ο Νίκος Κούρκουλος γδύνει και αφήνει γυμνή τη Ζωή Λάσκαρη μία νύχτα σε μία ερημιά, έμελλε να γράψει ιστορία και να προκαλέσει τη σεμνοτυφία της ελληνικής κοινωνίας. Η ταινία έκοψε πάνω από 161.000 εισιτήρια στους κινηματογράφους Α’ προβολής Αθήνας και Πειραιά και ήρθε πρώτη το 1961, που ήταν η χρονιά προβολής της. Με αυτή την επιτυχία ο Δαλιανίδης σφράγισε τη συνεργασία του με τον Φίνο και εκτόξευσε εκτός από τη δική του καριέρα και τη δημοτικότητα των πρωταγωνιστών του.
Ηταν άλλωστε και το κινηματογραφικό ντεμπούτο της Ζωής Λάσκαρη – της «Ζωίτσας», όπως την αποκαλούσε χαϊδευτικά ο ίδιος. Εναν χρόνο μετά την επιτυχία του «Κατήφορου», ο Γιάννης Δαλιανίδης επανέρχεται στο κοινωνικό δράμα με τον «Νόμο 4000». Αυτή τη φορά θίγει την εύθραυστη σχέση των ατίθασων νέων με τους αυστηρούς καθηγητές και γονείς τους και αναφέρεται στον υπαρκτό Νόμο 4000 του 1958 περί τεντιμποϊσμού.
Γιάννη Δαλιανίδης: Όταν σόκαρε το πανελλήνιο
Παράλληλα με το κεντρικό θέμα, γίνεται αναφορά και στην πορνεία και την προκατάληψη που βίωναν από μία ολόκληρη κοινωνία οι ιερόδουλες της εποχής, αλλά και στο πώς αντιμετωπιζόταν μία ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη τη δεκαετία του ’60.
Ο Δαλιανίδης μέσα σε 93 λεπτά κατάφερε να σοκάρει, να προκαλέσει και να προβληματίσει τόσο τους νέους, όσο και τους μεγαλύτερους, που δεν τολμούσαν να συζητήσουν για τόσο σοβαρά ζητήματα μεταξύ τους.
«Στην πραγματικότητα, όταν επρόκειτο να βγάλω ρούχο ηθοποιού, πάθαινα τρομερό τρακ, βρισκόμουν σε φοβερή αμηχανία. Δεν ήξερα πού να στήσω την κάμερα. Με αποτέλεσμα να μην μου βγαίνουν καθόλου χυδαίες. Γιατί ακριβώς δεν κοιτούσα να ερεθίσω τον θεατή με το γυμνό» είχε εξομολογηθεί πολλά χρόνια αργότερα σε συνέντευξή του.
Με την αγαπημένη του Λάσκαρη, μεταξύ πολλών άλλων, γύρισε το 1963 την ταινία «Ιλιγγος» και το 1966 τη «Στεφανία». Στην πρώτη η Λάσκαρη υποδυόταν μία όμορφη νεαρή γυναίκα που αναγκάζεται να φύγει από το σπίτι όταν ο πατριός της (Αλέκος Αλεξανδράκης) αρχίζει να την βλέπει ερωτικά. Και στη δεύτερη, καταγράφεται η ζοφερή πραγματικότητα ενός αναμορφωτηρίου.
Ο Γιάννης Δαλιανίδης ήταν παραγωγικότατος από την αρχή της καριέρας του, ως το τέλος της ζωής του. Στη χρυσή δεκαετία του ’60, μπορούσαν να βγουν ακόμη και τρεις ταινίες με την υπογραφή του μέσα στην ίδια χρονιά.