Υγεία

Τεστ για το έμφραγμα: Προβλέπει έγκαιρα τον κίνδυνο με λίγο σάλιο

Έλληνες δημιούργησαν αυτό το νέο τεστ που προβλέπει το έμφραγμα.

Ένα νέο γενετικό τεστ που προβλέπει έγκαιρα τον κίνδυνο για έμφραγμα δημιούργησαν επιστήμονες στη Βρετανία.

Στην ομάδα των επιστημόνων ανήκουν και δύο Έλληνες.

Κατάφεραν να αναπτύξουν ένα φθηνό «εφάπαξ» γενετικό τεστ.

Το τεστ αυτό μπορεί να εντοπίσει τους ανθρώπους που κινδυνεύουν περισσότερο με έμφραγμα στο μέλλον, λόγω γενετικής προδιάθεσης σε καρδιοπάθεια.

Θα προειδοποιούνται έτσι έγκαιρα, ώστε να αλλάζουν τον τρόπο ζωής τους για να μειώσουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.

Τεστ για το έμφραγμα: Προβλέπει έγκαιρα τον κίνδυνο με λίγο σάλιο

Το τεστ (Genomic Risk Score-GRS) κοστίζει γύρω στα 45 ευρώ, συνεπώς θα είναι προσιτό για ευρεία χρήση του από τον πληθυσμό.

Θα βοηθήσει να ανιχνευθούν άνθρωποι που, μολονότι δεν έχουν τους συνήθεις παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου.

Παρόλα αυτά αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο για έμφραγμα.

Εφόσον το DNA ενός ανθρώπου δεν αλλάζει διαχρονικά, το τεστ θα μπορούσε να γίνει σε οποιαδήποτε ηλικία, ακόμη και στην παιδική.

Πρόκειται για κάτι πολύ χρήσιμο, καθώς συχνά η στεφανιαία νόσος ξεκινά πολλά χρόνια, προτού εμφανισθούν τα πρώτα συμπτώματα.

Το GRS αναζητά συγκεκριμένους συνδυασμούς επικίνδυνων γονιδίων και όχι κάποιο μεμονωμένο γονίδιο.

Μπορεί να γίνει με λήψη αίματος ή δείγματος σάλιου.

Οι ερευνητές, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό του Αμερικανικού Κολλεγίου Καρδιολογίας.

Όπως αναφέρουν το BBC και η «Guardian», ανέλυσαν το γονιδίωμα περίπου 480.000 ατόμων 40 έως 69 ετών.

Μεταξύ αυτών των ανθρώπων υπήρχαν και 22.000 με διαγνωσμένη στεφανιαία νόσο.

Όπως είπε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Μάικλ Ινούγιε του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, η στεφανιαία νόσος οφείλεται περίπου κατά το ήμισυ σε γενετικά αίτια.

Κατά το υπόλοιπο ήμισυ σε περιβαλλοντικά αίτια και στον τρόπο ζωής.

Όμως, τόνισε, «έως τώρα μας διαφεύγει η γενετική συνιστώσα κατά την αξιολόγηση του κινδύνου, ουσιαστικά είμαστε στο σκοτάδι για το γενετικό ήμισυ».

Η νέα μελέτη δείχνει ότι είναι δυνατό τελικά να υπάρξει ένα διαγνωστικό εργαλείο που να βασίζεται στο γενετικό υπόβαθρο.

Από τους συμμετέχοντες στο τεστ GRS, όσοι είχαν «σκορ» στο ανώτερο 20% της κλίμακας, αντιμετώπιζαν τουλάχιστον τετραπλάσια πιθανότητα να εμφανίσουν στεφανιαία νόσο.

Τετραπλάσια σε σχέση με όσους το γενετικό «σκορ» τους κατέτασσε στο χαμηλότερο 20% της κλίμακας βαθμολογίας.

Οι ερευνητές πάντως ανέφεραν ότι «θα πρέπει να γίνει ακόμη πολλή δουλειά», ωσότου το τεστ αξιοποιηθεί κλινικά, καθώς θα χρειασθούν μεγαλύτερες μελέτες και βελτίωση της ακρίβειάς του.

Στην ερευνητική ομάδα συμμετείχαν και δύο Έλληνες επιστήμονες, ο καθηγητής καρδιαγγειακής γονιδιωματικής Πάνος Δελούκας (Ινστιτούτο William Harvey Research Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Queen Mary Λονδίνου) και η επίκουρη καθηγήτρια Ιωάννα Τζουλάκη (Τμήμα Επιδημιολογίας & Βιοστατιστικής Imperial College Λονδίνου και Τμήμα Ιατρικής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων).