Πολιτισμός

Το θρίλερ της Τζοκόντα: Ο λογοτέχνης που φυλακίστηκε αδίκως για την κλοπή της Μόνα Λίζα

Σαν σήμερα, στις 13 Σεπτεμβρίου 1911, η γαλλική εφημερίδα Paris Soir καταλογίζει στο λογοτέχνη Γκιγιώμ Απολλιναίρ την κλοπή του πίνακα Mona Lisa από το Μουσείο του Λούβρου. Εκείνος, στην απελπισία του, εμπλέκει άλλους αθώους. Τελικά ποιος έκλεψε την "Τζοκόντα";

Η Μόνα Λίζα (γνωστή και ως Τζοκόντα) είναι προσωπογραφία που ζωγράφισε ο Ιταλός καλλιτέχνης Λεονάρντο ντα Βίντσι. Πρόκειται για ελαιογραφία σε ξύλο λεύκης, που ολοκληρώθηκε μέσα στη χρονική περίοδο 1503-1519. Αποτελεί ιδιοκτησία του Γαλλικού Κράτους, και εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου, στο Παρίσι. Ο πίνακας, διαστάσεων 77 εκ. × 53 εκ., απεικονίζει μία καθιστή γυναίκα, τη Λίζα ντελ Τζιοκόντο. Η έκφραση του προσώπου της  χαρακτηρίζεται συχνά ως αινιγματική. Η Μόνα Λίζα θεωρείται το πιο διάσημο έργο ζωγραφικής.

Η φήμη του πίνακα αυξήθηκε όταν η Μόνα Λίζα κλάπηκε στις 21 Αυγούστου του 1911. Την επόμενη μέρα, ο Λουί Μπερού (Louis Béroud), ένας ζωγράφος, περπατώντας στο Λούβρο, πήγε στο Salon Carré όπου εκτίθονταν η Μόνα Λίζα επί πέντε χρόνια. Ωστόσο στο σημείο όπου έπρεπε να βρίσκεται ο πίνακας, υπήρχαν τέσσερις σιδερένιοι πάσσαλοι.

Ο Μπερού ενημέρωσε τον υπεύθυνο της ασφάλειας εκείνου του τομέα, οι οποίος νόμιζε πως ο πίνακας φωτογραφιζόταν για εμπορικούς λόγους. Λίγες ώρες αργότερα, ο Μπερού μαζί με τον επικεφαλής της ασφάλειας του τομέα επικοινώνησαν με τον επικεφαλής του τομέα, και επιβεβαιώθηκε πως η Μόνα Λίζα δεν βρισκόταν με τους φωτογράφους. Το Λούβρο έκλεισε για μια εβδομάδα για να διευκολυνθεί η έρευνα για την κλοπή.

Στις 13 Σεπτεμβρίου 1911, η γαλλική εφημερίδα Paris Soir καταλογίζει στο Γάλλο λογοτέχνη Γκιγιώμ Απολλιναίρ την κλοπή του πίνακα Mona Lisa από το Μουσείο του Λούβρου. Τον περιγράφει ως «αρχηγό διεθνούς σπείρας που έχει έρθει στη Γαλλία με σκοπό να ξαφρίσει τα μουσεία μας». Ο Απολλιναίρ θεωρείται αμέσως ύποπτος, συλλαμβάνεται και φυλακίζεται.

Ο Απολλιναίρ προσπάθησε να εμπλέξει στην υπόθεση τον φίλο του, Πάμπλο Πικάσο, ο οποίος επίσης ανακρίθηκε. Λίγο αργότερα και οι δύο απαλλάχθηκαν των κατηγοριών. Ο τρομοκρατημένος Απολλιναίρ έγραψε ποιήματα απελπισίας από τη φυλακή και περιέπεσε σε μελαγχολία. Η σύντομη κράτηση του ήταν ένα ισχυρό σοκ που τον στιγμάτισε τραυματικά. Αμαυρώθηκε σοβαρά η φήμη του και η αξιοπιστία του.

Εκείνη τη χρονική περίοδο επικράτησε η εντύπωση πως ο πίνακας είχε χαθεί οριστικά, ωστόσο δύο χρόνια αργότερα ανακαλύφθηκε ο πραγματικός δράστης.

Ιταλός υπάλληλος του Λούβρου ο δράστης

Η Μόνα Λίζα είχε κλαπεί από τον Βιντσέντσο Περούτζια (Vincenzo Peruggia), υπάλληλο του Λούβρου, ο οποίος μπήκε στο μουσείο κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της ημέρας, κρύφτηκε σε μία ντουλάπα και βγήκε από το μουσείο αφού αυτό είχε κλείσει, κρύβοντας τον πίνακα κάτω από το παλτό του.

Ο Περούτζια ήταν ένας Ιταλός πατριώτης που πίστευε πως ο πίνακας του Λεονάρντο έπρεπε να επιστραφεί στην Ιταλία και να εκτίθεται σε ιταλικό μουσείο. Ένα από τα κίνητρα του Περούτζια πιθανόν να ήταν και το γεγονός ότι ένας φίλος του πουλούσε αντίγραφα του πίνακα, η αξία των οποίων θα αυξανόταν ραγδαία μετά την κλοπή του αυθεντικού.

Αφού κράτησε τον πίνακα στο διαμέρισμά του για δύο χρόνια, τελικά συνελήφθη όταν προσπάθησε να τον πουλήσει στους διοικητές της πινακοθήκης Ουφίτσι στη Φλωρεντία. Ο πίνακας εκτέθηκε σε διάφορα μέρη σε όλη την Ιταλία και επεστράφη στο Μουσείο του Λούβρου το 1913. Ο Περούτζια επικροτήθηκε στην Ιταλία για τον πατριωτισμό του και εξέτισε ποινή φυλάκισης έξι μηνών για το έγκλημα που διέπραξε.

Η ιστορία της Μόνα Λίζα

Ο σύζυγος της Λίζα ντελ Τζιοκόντο-Γκεραρντίνι, Φρανσέσκο ντελ Τζιοκόντο, πλούσιος έμπορος από τη Βενετία, μισθώνει τις υπηρεσίες του Λεονάρντο Ντα Βίντσι για να ζωγραφίσει το πορτρέτο της γυναίκας του. Του δίνει με άλλα λόγια εντολή να φτιάξει μια προσωπογραφία της γυναίκας του. Αφορμή ήταν το καινούριο τους σπίτι που ήθελαν να το διακοσμήσουν με τα πορτραίτα τους, αλλά και η γέννηση του δεύτερου γιου τους, Αντρέα.

Η ταυτότητα της Μόνα Λίζας αναγνωρίστηκε στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης το 2005 από έναν ειδικό που ανακάλυψε ένα σημείωμα του 1503 το οποίο είχε γράψει ο Αγκοστίνο Βεσπούτσι.

Διάφορες εναλλακτικές απόψεις έχουν εκφραστεί σχετικά με το θέμα. Κάποιοι μελετητές θεωρούν πως η Λίζα ντελ Τζιοκόντο ήταν το αντικείμενο μιας άλλης προσωπογραφίας, και εντοπίζουν τουλάχιστον άλλους τέσσερις πίνακες στους οποίους αναφέρεται ο Βασσάρι αποκαλώντας τους Μόνα Λίζα.

Οι φήμες για το ποια άλλη θα μπορούσε να απεικονίζεται στον πίνακα

O Σίγκμουντ Φρόυντ πίστευε πως το περιώνυμο μειδίαμα της Μόνα Λίζα ήταν αποτέλεσμα ανάκλησης ανάμνησης της μητέρας του Λεονάρντο.

Η φημολογία θέλει επίσης η εικονιζόμενη στον πίνακα να είναι

η μητέρα του Λεονάρντο Κατερίνα, η Isabella από τη Νάπολη, η Cecilia Gallerani, η Costanza d’Avalos, Δούκισσα της Francavilla, η Isabella d’Este, η Pacifica Brandano or Brandino, η Isabela Gualanda, η Caterina Sforza και ο ίδιος ο Λεονάρντο.

Ωστόσο, οι απόψεις των ιστορικών της τέχνης συγκλίνουν στην ιδέα πως ο πίνακας απεικονίζει τη Λίζα ντελ Τζιοκόντο, που πάντα ήταν η παραδοσιακή άποψη.

Ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι ξεκίνησε να ζωγραφίζει τη Μόνα Λίζα το έτος 1503 ή το 1504 στη Φλωρεντία. Δεν ολοκληρώθηκε όμως τότε, αφού ο ζωγράφος διέκοψε το έργο του, όπως αποκαλύπτει ο σύγχρονός του Τζόρτζιο Βαζάρι, «..αφότου ασχολήθηκε επί τέσσερα χρόνια με το έργο, το άφησε ημιτελές…». Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν ήταν κάτι πρωτόγνωρο για τον σπουδαίο ζωγράφο ο οποίος συνήθιζε να μην ολοκληρώνει τα έργα του.

Το 1516 ο Ντα Βίντσι μετακόμισε στη Γαλλία, ύστερα από πρόσκληση του βασιλιά Φραγκίσκου Α’ να εργαστεί στο Clos Lucé κοντά στο βασιλικό κάστρο στην Αμπουάζ.

Με την Μόνα Λίζα καταπιάστηκε ξανά για τρία χρόνια, αφού εγκαταστάθηκε στη Γαλλία. Το έργο το ολοκλήρωσε το 1519, δηλαδή λίγο πριν πεθάνει.

Ο πίνακας της Μόνας Λίζα αγοράστηκε από τον Γάλλο βασιλιά από τους κληρονόμους του βοηθού του Ντα Βίντσι και τον τοποθέτησε στο παλάτι της Fontainebleau, όπου παρέμεινε έως ότου δόθηκε στον Λουδοβίκο ΙΔ’. Ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ μετέφερε το έργο στο Παλάτι των Βερσαλλιών. Μετά τη Γαλλική Επανάσταση, μεταφέρθηκε στο Μουσείο του Λούβρου. Ο Ναπολέοντας τοποθέτησε το έργο στο δωμάτιό του, στο Παλάτι του Κεραμεικού. Αργότερα ο πίνακας επεστράφη στο Μουσείο του Λούβρου. Κατά τη διάρκεια του Γαλλοπρωσικού Πολέμου (1870-1871) μεταφέρθηκε από το Λούβρο στο Brest Arsenal.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο