Ορατός παραμένει ο κίνδυνος οικονομικής κατάρρευσης των ιδιωτικών μονάδων εργαστηριακής ιατρικής, προειδοποιεί ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ιατρικών Διαγνωστικών Κέντρων (ΠΑΣΙΔΙΚ).
Όπως επισημαίνει ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ιατρικών Διαγνωστικών Κέντρων, η συνεχής επιβολή περιοριστικών μέτρων στις τιμές αποζημίωσης των διαγνωστικών εξετάσεων και πράξεων, έχει φέρει όλες τις ιδιωτικές μονάδες εργαστηριακής ιατρικής στα πρόθυρα της οικονομικής κατάρρευσης, η οποία θα έχει βαρύτατες συνέπειες στο κοινωνικό σύνολο, αφού πάνω από το 90% των ιατρικών διαγνωστικών εξετάσεων και πράξεων διενεργούνται σε αυτές, μιας και οι δημόσιες δομές, όπως είναι τα εργαστήρια του Π.Ε.Δ.Υ. (πρώην ΙΚΑ και νυν Το.Μ.Υ.) και τα εξωτερικά ιατρεία των Δημόσιων Νοσοκομείων, είτε υπολειτουργούν τα πρώτα είτε απαιτούνται δύο με τρεις μήνες αναμονή για την εκτέλεση ακόμη και της πλέον απλής διαγνωστικής εξέτασης στα δεύτερα.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΠΑΣΙΔΙΚ, τα περιοριστικά αυτά μέτρα τα οποία εφαρμόζονται στα ιδιωτικά Διαγνωστικά Κέντρα και Εργαστήρια το τρέχον έτος 2018, είναι συνοπτικά τα εξής:
- Συνεχείς μειώσεις επί των ονομαστικών τιμών σχεδόν όλων των διαγνωστικών εξετάσεων και πράξεων, τιμές οι οποίες έχουν προσδιοριστεί με απόφαση του Κ.Ε.Σ.Υ. από το μακρινό έτος 1991 και οι οποίες μειώθηκαν ακόμα περισσότερο 2 φορές (2013 και 2015), σε ποσοστό που σε κάποιες από αυτές τις εξετάσεις έφτανε μέχρι και το 65% της αρχικής τους τιμής.
- Επιβολή τμηματικών εκπτώσεων (rebate), οι οποίες στην τελευταία κλίμακά τους φτάνουν το 50% επί των ήδη μειωμένων τιμών και οι οποίες μεσοσταθμικά κυμαίνονται στο 25% περίπου.
- Εφαρμογή αυτόματης περικοπής υπέρβασης της δαπάνης (claw back), όταν η αξία των διενεργούμενων διαγνωστικών εξετάσεων και πράξεων ξεπεράσει το όριο ενός άκρως ελλειμματικού προϋπολογισμού, περικοπή η οποία στα 5 χρόνια εφαρμογής της (2013-2017) κυμαίνεται μεταξύ 15% και 25% μεσοσταθμικά, κατ’ έτος.
- Απαίτηση επιστροφής μεγάλων χρηματικών ποσών από τους συμψηφισμούς μεταξύ οφειλών του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. προς τους παρόχους των ετών 2012-2015, με τις οφειλές των Διαγνωστικών Κέντρων και Εργαστηρίων προς τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. από την επιβολή των μέτρων rebate και claw back των ετών 2013-2015, ποσά που πρέπει να επιστρέψουν οι πάροχοι στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και που φτάνουν το 15% των σημερινών μηνιαίων απαιτήσεων αυτών των εργαστηριακών μονάδων και θα παρακρατούνται μέχρι και για 60 μήνες σε κάποιες περιπτώσεις.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι οφειλές που προέρχονται από τα παλαιά ασφαλιστικά ταμεία που ενσωματώθηκαν στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., είναι σε εκκρεμότητα πολλές από αυτές, μολονότι ο Ε.Φ.Κ.Α που είναι ο αρμόδιος γι’ αυτές τις πληρωμές και έχει λάβει την πίστωση από τους δανειστές, δεν προχωράει στην εξόφλησή τους, με αποτέλεσμα τα Διαγνωστικά Κέντρα και τα Εργαστήρια να μην έχουν ούτε την απαραίτητη ρευστότητα για τις καθημερινές ανάγκες λειτουργίας τους, ενώ παράλληλα ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. απαιτεί από τις μονάδες αυτές να επιστρέψουν τις περικοπές που έχει επιβάλλει με τα μέτρα του rebate και του claw back των ετών 2013 – 2015 άμεσα, έστω και με τη μορφή των μηνιαίων καταβολών.
Όλα τα παραπάνω περιοριστικά μέτρα που ήδη εφαρμόζονται το τρέχον έτος (2018), θα έχουν σαν αποτέλεσμα να περικοπούν τα έσοδα που θα προσδοκούν να έχουν τα Διαγνωστικά Κέντρα και Εργαστήρια από τις εκτελεσθείσες εξετάσεις και πράξεις πάνω από το 45% των μηνιαίων απαιτήσεων τους, καθιστώντας πρακτικά αδύνατη τη συνέχιση της λειτουργίας των παραπάνω ιατρικών εργαστηριακών μονάδων, οι οποίες νομοτελειακά θα οδηγηθούν η μία μετά την άλλη στην χρεοκοπία και την οικονομική καταστροφή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους 20.000 περίπου εργαζόμενους στις μονάδες αυτές, αλλά και για την κάλυψη των αναγκών σε διαγνωστικές εξετάσεις και πράξεις της Ελληνικής κοινωνίας.