Lifestyle

BURT REYNOLDS: Ο χαρισματικός σταρ μιας άλλης εποχής

BURT REYNOLDS: Έζησε τη ζωή του όπως εκείνος ήθελε, έκανε όλα όσα εκείνος ήθελε και έφυγε ευτυχισμένος, αφήνοντας πίσω του μια βαριά κληρονομιά. Αυτή είναι η ιστορία του σπουδαίου Μπαρτ Ρέινολντς.

BURT REYNOLDS: Γεννημένος στις 11 Φεβρουαρίου του 1936, ο Μπαρτ Ρέινολντς είχε συμμετάσχει σε περισσότερες από 180 ταινίες και τηλεοπτικές σειρές. Ο διάσημος Αμερικανός ηθοποιός, έφυγε από τη ζωή την Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου, σε ηλικία 82 ετών στη Φλόριντα. To 2010 είχε υποβληθεί σε πενταπλό μπάι πας. Είχε έναν γιο, τον Κουίντον Αντερσον Ρέινολντς.

Ο διάσημος ηθοποιός είχε παντρευτεί τη βρετανίδα ηθοποιό Τζούντι Κάρν από το 1963 έως το 1965 και την ηθοποιό Λόνι Άντερσον από το 1988 έως το 1993. Ο Μπαρτ Ρέινολντς  είχε Ολλανδούς, Άγγλους, Ιρλανδο-Σκωτσέζους και Σκωτσέζους προγόνους, ενώ λέγεται ότι είχε και ρίζες από τη φυλή των Τσερόκι.

Στην αυτοβιογραφία του, το 2014, «But Enough About Me», ο ίδιος δήλωσε ότι η μητέρα του είχε ιταλικές ρίζες.

Στα νεανικά του χρόνια έπαιζε αμερικανικό φούτμπολ, όμως αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει, όταν υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση στο γόνατο, έπειτα από τροχαίο ατύχημα.

Τότε άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα στο Palm Beach Junior College, όπου το υποκριτικό του ταλέντο ανακάλυψε ο Γουότσον Μπ. Ντάνκαν, ένας άγγλος καθηγητής, στον οποίο άρεσε πολύ ο τρόπος με τον οποίο διάβαζε τα έργα του Σαίξπηρ. Όπως είχε πει αργότερα ο Ρέινολντς, εκείνος ο δάσκαλος ήταν η πιο σημαντική επιρροή στη ζωή του.

Το κινηματογραφικό ντεμπούτο του έγινε το 1961 με την ταινία «Angel Baby», ένα θρίλερ για τον θρησκευτικό φανατισμό στον αμερικανικό Νότο.

Στο αποκορύφωμα της καριέρας του ήταν ένας από τους πιο ακριβοπληρωμένους ηθοποιούς της κινηματογραφικής βιομηχανίας και οι ταινίες του ήταν μεταξύ των κορυφαίων σε εισιτήρια στο αμερικανικό box office –συνολικά οι ταινίες του έφεραν στα ταμεία πάνω από ένα δισ. δολάρια.

Αναδείχθηκε όμως σε σύμβολο του σεξ με μια γυμνή φωτογράφισή του για το περιοδικό Cosmopolitan, το 1972, για την οποία πολλά χρόνια αργότερα δήλωσε ότι μετάνιωσε.

Στο αποκορύφωμα της καριέρας του ήταν ένας από τους πιο ακριβοπληρωμένους ηθοποιούς της κινηματογραφικής βιομηχανίας και οι ταινίες του ήταν μεταξύ των κορυφαίων σε εισιτήρια στο αμερικανικό box office. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 όμως, η καριέρα του πήρε την κατιούσα.

Επέστρεψε δυναμικά το 1997. Ήταν υποψήφιος για το Όσκαρ καλύτερου δεύτερου ανδρικού ρόλου για την ερμηνεία του στην ταινία “Ξέφρενες νύχτες”.

Είχε επίσης τιμηθεί με βραβείο Emmy για την ερμηνεία του στην τηλεοπτική σειρά Evening Shade (1990-94).

Είχε παντρευτεί δύο φορές και είχε αποκτήσει ένα παιδί με την δεύτερη σύζυγό του, την ηθοποιό Λόνι Άντερσον.

Χαρισματικός σταρ μιας άλλης εποχής

Ο Ρέινολντς ήταν ένας χαρισματικός σταρ μιας άλλης εποχής΄Όταν οι άνδρες ήταν πολύ άνδρες και οι γυναίκες τους ήθελαν έτσι. «Εντάξει, ο Ρέντφορντ, ο Ντε Νίρο, ο Πατσίνο και ο Ιστγουντ ήταν όλοι απίστευτοι και πολυδιάστατοι πρωταγωνιστές. Αλλά ήταν ο Μπαρτ Ρέινολντς στον οποίο “ανήκαν” η δεκαετία του ’70 και οι αρχές αυτής του ’80». Αυτό σχολίασε για το Rolling Stone ο βραβευμένος δημοσιογράφος Νταν Επσταϊν.

«Ηταν μια διασταύρωση Κάρι Γκραντ με Τομ Τζόουνς». Συνδυάζοντας την σκληράδα και το κορμί ενός πρώην παίκτη του αμερικανικού φούτμπολ. Το χιούμορ, τη γοητεία και την καθαρότητα των ρόλων σε (κωμικές αλλά όχι μόνο) περιπέτειες όπως το «Deliverance» (Οταν ξέσπασε η βία, 1972). το «The Longest Yard» (1974), το «Hustle» (1975), φυσικά το «Smokey and the Bandit» (1977), αλλά και το «Cannonball» (1981) ο Ρέινολντς έγινε ο αγαπημένος του κοινού –όχι βέβαια των ακριβοθώρητων βραβείων της Ακαδημίας.

“Ήταν τόσο καταραμένα όμορφος”

Αυτή τον θυμήθηκε 20 χρόνια μετά την εποχή της δόξας του, προτείνοντάς τον για Οσκαρ β’ ανδρικού ρόλου για το «Boogie Nights» (1997) του Τόμας Αντερσον. Είχε προηγηθεί η «επιστροφή» του με έναν χαρακτηριστικό β’ ρόλο στο «Striptease» (1996) της Ντέμι Μουρ.

«Ακόμα και στον κολοφώνα της δόξας του, δεν τον έπαιρναν πολύ στα σοβαρά ως ηθοποιό. Μάλλον επειδή ήταν τόσο καταραμένα όμορφος» έγραψε το Rolling Stone. Ομως ο Ρέινολντς δεν ήταν απλά ό,τι έβλεπες. Οι ερμηνείες του στο «Hustle» πλάι στην Κατρίν Ντενέβ, ή στο «Sharky’s Machine» (1981) το οποίο επίσης σκηνοθέτησε, θεωρούνται από πολλούς, κορυφαίες.

Παράλληλα είχε την άνεση να αυτοσαρκάζεται επί της μεγάλης οθόνης Σε εποχές μάλιστα που οι άλλοι μεγάλοι της εποχής του απέφευγαν τέτοιες «κακοτοπιές».

Γιατί όμως δεν έμεινε στην ιστορία του αμερικανικού κινηματογράφου όπως οι άλλοι μεγάλοι της γενιάς του; «Κακές επιλογές, κακές επιλογές» απαντούσε εκείνος. «Ο Πατσίνο, ο Ντε Νίρο, ο Μπράντο… έκαναν τις σωστές»…

https://twitter.com/WullnAir/status/1037790820752150528?ref_src=twsrc%5Etfw%7Ctwcamp%5Etweetembed%7Ctwterm%5E1037790820752150528%7Ctwcon%5Elogo&ref_url=https%3A%2F%2Fwww.protagon.gr%2Fepikairotita%2Fpolitismos%2Fpethane-o-ithopoios-bart-reinolnts-44341684152

Η γυμνή φωτογράφηση που τον έκανε sex symbol και του κόστισε ένα Όσκαρ

Βρισκόμαστε στο 1972 και ο Μπαρτ Ρέινολντς είναι καλεσμένος στη θρυλική τηλεοπτική εκπομπή “The Tonight Show” με αφορμή την μεγάλη επιτυχία της ταινίας. Μαζί, στο στούντιο είναι καλεσμένη και η εκδότρια του περιοδικού Cosmopolitan, Helen Gurley Brown. Σε μία συζήτηση, η Gurley Brown, που υπήρξε πρωτοπόρος της γυναικείας χειραφέτησης, λέει στον Ρέινολντς ότι κανένας άνδρας δεν έχει ποτέ φωτογραφηθεί γυμνός για γυναικείο περιοδικό και ότι οι γυναίκες έχουν κι αυτές τις ίδιες “ορέξεις” και “απαιτήσεις” όπως και οι άνδρες.

Όπως του είπε, θα ήταν ένα “ορόσημο” για τη σεξουαλική απελευθέρωση που εκείνη την περίοδο βρισκόταν στο αποκορύφωμά της. “Αργότερα έμαθα ότι το είχε προτείνει πρώτα στον Πολ Νιούμαν”, έγραψε  στα απομνημονεύματά του ο Ρέινολντς. Όπως παραδέχθηκε, χρειάστηκε να κατεβάσει μερικά κοκτέιλ στα διαλείμματα της εκπομπής, μέχρι να της πει το “ναι”.

Η θρυλική φωτογράφηση έγινε τον Απρίλιο του 1972 από το φωτογράφο Francesco Scavullo. Όσο προκλητική και τολμηρή κι αν ήταν η κίνηση του περιοδικού και του ηθοποιού, αποφασίστηκε οι λήψεις να μην ήταν ολόγυμνες, με το χέρι του να καλύπτει τον “ανδρισμό” του.

Το τεύχος με τις φωτογραφίες του Ρέινολντς ήταν ένας εκδοτικός θρίαμβος, πουλώντας πάνω από 1,5 εκατ. αντίτυπα. Ο Ρέινολντς μετατράπηκε σε σύμβολο του σεξ, το Cosmopolitan σε βίβλο της γυναικείας χειραφέτησης και το πολυπόθητο Όσκαρ δεν ήρθε ποτέ. Χρόνια αργότερα, ο Ρέινολντς χαρακτήρισε “χαζή” τη φωτογράφηση που του στέρησε τελικά ακόμη και την υποψηφιότητα για το πολυπόθητο βραβείο.

“Εύχομαι να μην την είχα κάνει ποτέ, γιατί σταμάτησαν να με θεωρούν σοβαρό ηθοποιό” είπε πικραμένος χρόνια αργότερα. Την τελευταία 20ετία βέβαια, το Χόλιγουντ απέδειξε την πίστη του στον Ρέινολντς κι ας μην του χάρισε ποτέ ένα Όσκαρ.

Όσο για τη περίφημη φωτογράφηση; Μαζί με φωτογραφίες της Ράκελ Γουελς και της Φάρα Φόσετ έμειναν για να θυμίζουν ότι τα 70s ήταν μια εποχή έντονης σεξουαλικότητας, απελευθέρωσης και μεγάλων αλλαγών.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο