Η κατρακύλα της τουρκικής λίρας μετά τις κυρώσεις των ΗΠΑ σε δύο υπουργούς της Τουρκίας, προκαλούν τρόμο και ανατριχίλα σε τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις. Γιατί; Διότι είναι υπερδανεισμένες σε συνάλλαγμα και η πτώση της λίρας αυξάνει τα βάρη και τους κινδύνους.
Η λίρα μετά τις κυρώσεις των ΗΠΑ έσπασε το φράγμα των 5 λιρών ανά δολάριο (η ισοτιμία του τουρκικού νομίσματος διαμορφώνεται στις 5,0623 λίρες) ξεπερνώντας σε συνολική πτώση το 25% από την αρχή του χρόνου.
Ο κίνδυνος για την τουρκική οικονομία είναι τεράστιος, αφού το μεγάλο πρόβλημα της χώρας είναι ο ιδιωτικός δανεισμός των τουρκικών επιχειρήσεων. Έχει ξεπεράσει το 170% του ΑΕΠ της, ενώ σημαντικό μέρος του είναι σε ξένο νόμισμα. Έτσι, με τη διολίσθηση της λίρας και με αυξανόμενα επιτόκια δανεισμού, οι τουρκικές επιχειρήσεις εύλογα αντιμετωπίζουν ένα ιδιαίτερα δυσμενές χρηματοοικονομικό περιβάλλον. Στο σύνολο αυτό ανήκουν κι οι τράπεζες, οι οποίες παρουσιάζουν μεγάλη εξάρτηση σε δολάρια. Ο βραχυχρόνιος δανεισμός τους σε δολάρια ανερχόταν σε 75 δις ευρώ τον Μάρτιο του 2018.
Ποιο το καθαρό αποτέλεσμα; Οι συναλλαγματικές υποχρεώσεις των τουρκικών εταιρειών έφτασαν στα 328 δισ. δολαρίων στο τέλος του 2017. Όταν συμψηφίζονται με στοιχεία ενεργητικού σε ξένο συνάλλαγμα, εξακολουθεί να προκύπτει το ανησυχητικό το ποσό των 214 δισ. δολαρίων. Το χαρτοφυλάκιο του χρέους σε δολάρια ΗΠΑ και ευρώ έχει υπερδιπλασιαστεί από το 2008, το 80% των οποίων ανήκει στις εγχώριες τράπεζες.
Σκαρφαλωμένο πάνω από τα 50 δισ. δολάρια, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών – που ορίζεται ως το άθροισμα του εμπορικού ισοζυγίου και των χρηματοπιστωτικών ροών – δεν καλύπτεται ακόμη και από τα καθαρά διεθνή αποθεματικά της κεντρικής τράπεζας που φτάνουν τα 45 δισ. δολάρια.
Ηδη ορισμένες μεγάλες τουρκικές εταιρείες διαπραγματεύονται με τους ομολογιούχους τους για την αναδιάρθρωση των μεγάλων υποχρεώσεών τους εξωτερικού δανεισμού, καθώς η υποτίμηση της λίρας αυξάνει το οικονομικό βάρος.
Εάν σημαντικός αριθμός τουρκικών εταιρειών αθετήσει τις υποχρεώσεις του στο εξωτερικό θα αντιστραφεί η τουρκική οικονομία, θα προκληθεί μαζικός πανικός στους καταναλωτές, θα κλονιστεί η εμπιστοσύνη των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών και ενδεχομένως θα προκληθεί κρίση στο τουρκικό χρηματοπιστωτικό σύστημα και βαθιά και παρατεταμένη οικονομική κρίση γενικότερα στην χώρα.
Και ασφαλώς οι απειλές και οι τσαμπουκάδες του Ερντογάν και του Τσαβούσογλου απέναντι στις ΗΠΑ, όχι μόνο δεν διευκολύνουν της κατάσταση, αλλά προσθέτουν νέες δόσεις ανασφάλειας πάνω από την τουρκική οικονομία. Η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια, σε συνδυασμό με την απροσάρμοστη νομισματική πολιτική, που έχει επιβάλλει ο Ερντογάν στην Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας, καθιστούν τις αγορές πολύ νευρικές.
Στο χρέος αν προσθέσουμε και τα αυξανόμενα ελλείμματα του ισοζυγίου πληρωμών, γίνεται αντιληπτό ότι η Τουρκία βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού.
Τέλος, αξίζει να υπενθυμίσουμε την τελευταία ανάλυση της Capital Economics ότι η πρόσφατη αναταραχή στις χρηματοπιστωτικές αγορές σημαίνει ότι η τουρκική οικονομία θα υποστεί μια απότομη επιβράδυνση κατά τους επόμενους δώδεκα μήνες – ένα ή δύο τρίμηνα αρνητικής ανάπτυξης είναι πλέον εξαιρετικά πιθανά. Όπως προειδοποίησε, αν ο Ερντογάν συνεχίσει τις πιέσεις για χαλαρότερη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική, θα έχει σημαντικά κόστη στην ήδη εξασθενημένη και πιο ασταθή οικονομική ανάπτυξη της Τουρκίας και θα οδηγήσει σε υψηλότερο πληθωρισμό και σε πιο έντονη βουτιά στη λίρα. Δηλαδή ο κίνδυνος χρεοκοπίας υπερδανεισμένων επιχειρήσεων θα μεγιστοποιηθεί.
Θανάσης Λυρτσογιάννης