Πάνω από 700 παιδιά που είχαν εισέλθει παράνομα στις ΗΠΑ μαζί με τους γονείς τους συνέχιζαν ακόμη να παραμένουν χωρισμένα από τις οικογένειές τους το βράδυ της Πέμπτης, παρότι παρήλθε η προθεσμία που είχε ορίσει η αμερικανική δικαιοσύνη για την επανένωση των οικογενειών των παράτυπων μεταναστών.
Ομοσπονδιακός δικαστής της Καλιφόρνιας είχε δώσει εντολή όλες οι «επιλέξιμες» οικογένειες να έχουν επανενωθεί ως τις 18:00 την Πέμπτη (στις 01:00 σήμερα ώρα Ελλάδας).
Θεωρούνταν «επιλέξιμες» οι περιπτώσεις στις οποίες οι οικογενειακοί δεσμοί είχαν εξακριβωθεί, οι γονείς δεν είχαν ποινικό μητρώο, δεν ήταν φορείς μεταδοτικών ασθενειών, και μπορούσαν να βρεθούν.
Όμως μετά την ώρα που παρήλθε η προθεσμία, 711 «μη επιλέξιμα» παιδιά παρέμεναν ακόμη στα χέρια του Γραφείου Μετεγκατάστασης Προσφύγων, που υπάγεται στο υπουργείο Υγείας, και στις κοινωνικές υπηρεσίες, που αναλαμβάνουν παιδιά όταν οι ενήλικοι μιας οικογένειας εγκλείονται στη φυλακή.
Από τις 2.551 οικογένειες που χωρίστηκαν και είχαν παιδιά ηλικίας μεταξύ πέντε και δεκαεπτά ετών, 1.442 επανενώθηκαν, σύμφωνα με κυβερνητικά στοιχεία που περιέχονται σε έγγραφα που επιδόθηκαν στην αμερικανική δικαιοσύνη. Σε αυτά προστίθενται 378 ανήλικοι οι οποίοι αφέθηκαν ελεύθεροι σε περιπτώσεις που συνέτρεχαν «οι κατάλληλες συνθήκες» για αυτό, χωρίς πάντως να επανενωθούν αναγκαστικά με τους γονείς τους. Συνολικά, κατά συνέπεια, 1.820 παιδιά είτε επανενώθηκαν με τις οικογένειές τους είτε αφέθηκαν ελεύθερα.
«Το πρόγραμμα επανένωσης (…) βρίσκεται σε εξέλιξη και αναμένεται να έχει αποτέλεσμα την επανένωση όλων των επιλέξιμων» οικογενειών, διαβεβαίωσε η κυβέρνηση σε έγγραφά της.
Η κυβέρνηση Τραμπ είχε προειδοποιήσει ότι πολλές εκατοντάδες γονείς οι οικογένειες των οποίων δεν εκπλήρωναν τα κριτήρια δεν επρόκειτο να ξαναδούν τα παιδιά τους εντός της καθορισμένης προθεσμίας. Εντέλει, οι περιπτώσεις αυτές αριθμούν 711. Στις 431 από αυτές, οι γονείς έχουν ήδη απελαθεί από τις αρχές των ΗΠΑ.
«Το να βρεθούν οι γονείς στο Μεξικό και στη Λατινική Αμερική θα είναι ένα μακρόχρονο και δύσκολο καθήκον», προέβλεψε ο Στίβεν Κανγκ, δικηγόρος της ACLU, της οργάνωσης υπεράσπισης των αστικών και ατομικών ελευθεριών που είχε καταθέσει προσφυγή εναντίον της κυβέρνησης απαιτώντας οι οικογένειες να επανενωθούν.
«Αυτοί οι γονείς και αυτά τα παιδιά έχασαν πολύτιμο χρόνο που δεν θα μπορέσει να αναπληρωθεί ποτέ. Χαιρόμαστε για τις οικογένειες που έχουν επανενωθεί, αλλά πολλές άλλες παραμένουν χωρισμένες», επισήμανε εξάλλου ο Λι Γκελέρντ, υποδιευθυντής του προγράμματος της ACLU για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των μεταναστών.
«Η κυβέρνηση Τραμπ προσπαθεί να τις σκουπίσει κάτω από το χαλί, αποφασίζοντας με αυθαίρετο τρόπο ποιες είναι επιλέξιμες για επανένωση. Θα συνεχίσουμε να φέρνουμε την κυβέρνηση προ των ευθυνών της και να απαιτούμε να επανενωθούν οι οικογένειες», πρόσθεσε.
Η πολιτική «μηδενικής ανοχής» του Ντόναλντ Τραμπ, που ετέθη σε εφαρμογή το διάστημα από τον Απρίλιο ως τον Ιούνιο, οδήγησε στην κράτηση χιλιάδων ανθρώπων που είχαν μπει παράνομα στις ΗΠΑ: τόσο οικονομικών μεταναστών, όσο και αιτούντων άσυλο.
Αυτό όμως σήμανε ταυτόχρονα ότι χιλιάδες παιδιά -2.000 ως 3.000- που είχαν φθάσει μαζί με τους γονείς τους διαχωρίστηκαν και μεταφέρθηκαν σε κέντρα του υπουργείου Υγείας, συχνά σε απόσταση χιλιάδων χιλιομέτρων από τον τόπο κράτησης των γονιών τους.
Η κατακραυγή εντός αλλά και εκτός της χώρας ήταν τόσο μεγάλη που ο πρόεδρος Τραμπ αναγκάστηκε να υπαναχωρήσει τον Ιούνιο, όταν με διάταγμά του τερμάτισε τον συστηματικό διαχωρισμό γονέων και παιδιών.