Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Ιλινόις μελέτησαν 18 υγιείς ενήλικες άνδρες και γυναίκες που έκαναν διατροφή, η οποία είτε δεν περιείχε καρύδια, είτε περιείχε 42 γραμμάρια καρυδιών, για δύο με τρεις εβδομάδες.
Οι ερευνητές συνέλεξαν δείγματα αίματος και κοπράνων στην αρχή και το τέλος της μελέτης.
Διαπίστωσαν ότι η κατανάλωση καρυδιών όχι μόνο επιδρά στο εντερικό μικροβίωμα, αλλά συντελεί σε μείωση της LDL («κακής») χοληστερόλης.
«Παρατηρήσαμε ότι με την κατανάλωση καρυδιών αυξάνονταν τα μικρόβια που παρήγαγαν βουτυρικό άλας, έναν ωφέλιμο μεταβολίτη για την υγεία του εντέρου. Έτσι η αλληλεπίδραση των καρυδιών με το μικροβίωμα βοηθά στην παραγωγή ωφελειών για την υγεία», εξηγεί η Χάννα Χόλσερ, επίκουρη καθηγήτρια Επιστήμης της Διατροφής και Ανθρώπινης Θρέψης, και συγγραφέας της μελέτης.
Η μελέτη ανέδειξε και μια μείωση στα χολικά οξέα μετά την κατανάλωση καρυδιών, τα οποία έχει διαπιστωθεί ότι είναι υψηλότερα στα άτομα με καρκίνο του παχέος εντέρου.
Έρευνες έχουν δείξει ότι τα δευτερεύοντα χολικά οξέα μπορεί να είναι επιβλαβή για τα κύτταρα στο γαστρεντερικό σύστημα και τα μικρόβια μπορεί να είναι τα εργοστάσια παραγωγής δευτερευόντων χολικών οξέων.
Αν μειωθούν τα χολικά οξέα στο έντερο, ενδεχομένως αυτό να έχει οφέλη για την υγεία του ανθρώπου.
Μια διατροφή πλούσια σε ξηρούς καρπούς, όπως τα καρύδια, έχει αποδειχθεί ότι παίζει καθοριστικό ρόλο στην υγεία της καρδιάς και την πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: