Η πρόωρη εμμηνόπαυση ενεργεί αρνητικά στη ζωή μιας γυναίκας, σύμφωνα με νέα μελέτη.
Αξίζει να αναφερθεί ότι 1 στις 250 γυναίκες ηλικίας κάτω των 30 ετών (μεταξύ αυτών και ποσοστό έως 2,5% των κοριτσιών εφηβικής ηλικίας) και τουλάχιστον 1 στις 100 στις ηλικίες 30-39 ετών παρουσιάζουν πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια ή αλλιώς πρόωρη εμμηνόπαυση.
Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Climacteric την Επιθεώρηση της Διεθνούς Εταιρείας Εμμηνόπαυσης (IMS), όποτε και αν εμφανιστεί η εμμηνόπαυση επιφέρει μεγάλο αντίκτυπο στη ζωή κοριτσιών και γυναικών. Η ψυχική και η σωματική επίδραση είναι μεγάλες. Τα κορίτσια και οι γυναίκες που την εκδηλώνουν, την βιώνουν σαν ένα σιωπηλό πένθος που πλήττει την αυτοεκτίμησή τους, όπως επισημαίνει η βρετανική μελέτη. Συχνά μάλιστα αποτελεί αληθινό σοκ που συνοδεύεται από πολλές αρνητικές εκβάσεις για την ψυχική υγεία, με υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης, αγχωδών διαταραχών και διαταραγμένης εικόνας σώματος, σύμφωνα με άλλη μελέτη η οποία είχε δημοσιευθεί στο ίδιο έντυπο.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, τα σωματικά συμπτώματα πολλές φορές εξαντλούν τις ασθενείς. Κοινό εύρημα ωστόσο και των δύο μελετών αποτελεί το γεγονός, ότι όλες οι γυναίκες ήθελαν να έχουν περισσότερη ενημέρωση από τους ειδικούς για την κατάστασή τους.
Ποια είναι όμως τα μεγάλα ερωτήματα που ταλανίζουν κάθε γυναίκα;
Καταρχήν πρέπει να γνωρίζουμε ότι η μέση ηλικία της εμμηνόπαυσης είναι τα 51 έτη, ενώ της πρώιμης ωοθηκικής ανεπάρκειας τα 27.
Τι είναι η πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια και τι την προκαλεί όμως; Όπως μας εξηγεί ο μαιευτήρας-χειρουργός γυναικολόγος Δρ. Ιωάννης Βασιλόπουλος, ωοθηκική ανεπάρκεια έχουμε όταν μία γυναίκα «χάσει» τη μία ωοθήκη της. Σε αυτή την περίπτωση η γυναίκα δεν έχει κάθε μήνα ωορρηξία γιατί έχει μικρότερο από τον φυσιολογικό αριθμό ωοθυλακίων ή δυσλειτουργία των ωοθηκών.
Αναφορικά με το τι την προκαλεί, το Αμερικανικό Κολλέγιο Μαιευτήρων & Γυναικολόγων (ACOG), εξηγεί ότι στο 80-90% των περιπτώσεων δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη αιτία και γι’ αυτό χαρακτηρίζεται ως ιδιοπαθής (δηλαδή αγνώστου αιτιολογίας). Στο 4% των περιπτώσεων υπάρχουν ενδείξεις ότι είναι αυτοάνοση κατάσταση, δηλαδή προκαλείται από υπερλειτουργία του ίδιου του ανοσοποιητικού συστήματος της γυναίκας. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις η αιτία μπορεί να είναι η χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία για καρκίνο, κάποιες χρωμοσωμικές ανωμαλίες, ενδοκρινικές παθήσεις, όπως ο υποπαραθυρεοειδισμός και ο υποαδρεναλισμός, επεμβάσεις που έχουν γίνει στην πύελο (π.χ. υστερεκτομή με αφαίρεση των ωοθηκών) καθώς και κάποια διηθητικά ή λοιμώδη ιογενή νοσήματα.
Πρέπει να ξέρουμε ότι οι ωοθήκες παράγουν τις ορμόνες του γυναικείου φύλου (οιστρογόνα και προγεστερόνη), σε αντίδραση με άλλες ορμόνες (την FSH και την LH) οι οποίες παράγονται από έναν αδένα του εγκεφάλου που λέγεται υπόφυση. Όλες αυτές οι ορμόνες αλληλεπιδρούν φυσιολογικά κάθε μήνα στο πλαίσιο του εμμήνου κύκλου, που οδηγεί στην ωρίμανση ενός ωοθυλακίου και στην απελευθέρωση του ωαρίου που φιλοξενεί. Όταν έχουμε πρώιμη ανεπάρκεια ωοθηκικών τότε οι ωοθήκες σταματούν να παράγουν φυσιολογικά επίπεδα οιστρογόνων και μπορεί να μην παράγουν ωάρια.
Διάγνωση και αντιμετώπιση
Τα συμπτώματα της ωοθηκικής ανεπάρκειας είναι η άστατη εμμηνόρροια, οι εξάψεις που έρχονται και φεύγουν, οι νυχτερινές εφιδρώσεις, η μείωση της ερωτικής επιθυμίας, τα νεύρα χωρίς λόγο και αιτία, ο πόνος κατά τη διάρκεια της ερωτικής επαφής και η λέπτυνση και ξηρότητα ου κόλπου.
Η διάγνωση γίνεται με ορμονικές εξετάσεις και η κύρια θεραπεία είναι επίσης ορμονική, καθώς πρέπει να γίνει υποκατάσταση των ορμονών που φυσιολογικά θα παρήγαγαν οι ωοθήκες έως την εμμηνόπαυση.
Η γονιμότητα των ασθενών μπορεί σε μερικές περιπτώσεις να διατηρηθεί. Yπολογίζεται ότι ποσοστό 5-10% των γυναικών μένουν έγκυοι με φυσικό τρόπο, δίχως υποβοήθηση, ενώ οι υπόλοιπες χρειάζονται υποβοήθηση, συνήθως εξωσωματική με δανεικά ωάρια. Ειδικά οι γυναίκες ηλικίας κάτω των 35 ετών μπορούν να δοκιμάσουν mini IVF (ή εξωσωματική σε φυσικό κύκλο) πριν προχωρήσουν στη χρήση δανεικών ωαρίων. Και στις γυναίκες με πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια, όμως, ο σημαντικότερος παράγοντας γονιμότητας είναι η ηλικία.
Ωστόσο, τα χαμηλά επίπεδα οιστρογόνων μπορεί να οδηγήσουν στην πρόωρη οστεοπόρωση και να αυξήσουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Επομένως, η γυναίκα πρέπει να υιοθετεί υγιεινές συνήθειες (π.χ. να μην καπνίζει, να τρέφεται υγιεινά, να γυμνάζεται).