Οι λόγοι της παχυσαρκίας είναι γνωστοί ωστόσο πολλοί είναι εκείνοι που έχουν λάθος αντίληψη για το βάρος τους και τείνουν να παρουσιάσουν συμπτώματα κατάθλιψης, χωρίς ουσιαστικά να υπάρχει λόγος.
Μπορεί ο ακριβής μηχανισμός που τα ενώνει να μην είναι απόλυτα γνωστός αλλά πολύ σημαντικό ρόλο έχει:
η αυτοεκτίμηση,
ο στιγματισμός λόγω της κατάστασης του βάρους και
η ικανοποίηση που παίρνει κανείς από το σώμα του.
Όταν κανείς αισθάνεται ελλειποβαρής ή υπέρβαρος ή παχύσαρκος ή οτιδήποτε άλλο εκτός του μέσου βάρους και ανεξαρτήτως από το ποιο είναι το πραγματικό του βάρος, είναι πιθανόν να εκδηλώσει:
συμπτώματα κατάθλιψης,
χαμηλότερη αυτοεκτίμηση και
για αυτοκτονικές τάσεις.
Ακόμα και στις περιπτώσεις παχυσαρκίας έχει ξεπεραστεί η άποψη του στιγματισμού, ως μέσο προώθησης της απώλειας της περίσσειας του σωματικού βάρους, μιας και μόνο είχε τα αντίθετα αποτελέσματα.
Ενδιαφέρον εύρημα που δείχνει την αξία της ικανοποίησης που λαμβάνει ο καθένας από το σώμα του είναι πως οι υπέρβαροι και παχύσαρκοι έφηβοι και νεαροί ενήλικες που είχαν τη λανθασμένη άποψη πως ανήκουν στο μέσο όρο για το βάρος είχαν σημαντικά χαμηλότερη αύξηση του Δείκτη Μάζας Σώματος για περισσότερο από 10 χρόνια σε σχέση με τους νέους που σωστά αντιλαμβανόντουσαν πως είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.
Ακόμα φαίνεται πως οι νέοι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι που θεωρούν ότι έχουν ένα φυσιολογικό βάρος είναι περισσότερο πιθανό να έχουν λιγότερα συμπτώματα κατάθλιψης σε δεύτερο χρόνο για περισσότερο από τα επόμενα 12 χρόνια. Έτσι μια ΄΄παρανόηση’’ μπορεί να λειτουργήσει προστατευτικά.
Συνεπώς, σε όποια κατηγορία σωματικού βάρους και αν ανήκει κανείς (ελλειποβαρής – νορμοβαρής – υπέρβαρος – παχύσαρκος) και πιστεύει πως είναι υπέρβαρος μπορεί να είναι επιβλαβές για την ψυχική του υγεία.
Έτσι, τα προγράμματα που στοχεύουν στην απώλεια βάρους θα πρέπει να επικεντρώνονται στη διόρθωση εσφαλμένων αντιλήψεων, όπως επίσης και θα πρέπει να διαχειρίζονται θέματα που αφορούν την αυτοεκτίμηση, το στιγματισμό του βάρους και την ικανοποίηση που παίρνει κανείς από το σώμα του.