Στοιχεία πρόσφατης δημοσίευσης του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων (ΕΔΚΑ) του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας δείχνουν πως η Ελλάδα είναι ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες με τους υψηλότερους δείκτες υπεργηρίας, το οποίο απλά σημαίνει ότι η χώρα έχει μεγάλο αριθμό γηραιών ανθρώπων
Όπως προκύπτει από τη δημοσιοποίηση των συμπερασμάτων της διεξαχθείσης έρευνας για την εξέλιξη της δημογραφικής γήρανσης την τελευταία δεκαετία, η Ελλάδα, όπως και οι υπόλοιπες χώρες του ευρωπαϊκού νότου, συγκαταλέγεται το 2016 μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ με τους υψηλότερους δείκτες υπεργηρίας (τα υψηλότερα δηλαδή ποσοστά πληθυσμού ηλικίας 80 ετών και άνω επί του πληθυσμού 65 ετών και άνω).
Ειδικότερα, το 2016 στη χώρα μας τα υψηλότερα ποσοστά των 80+ στον πληθυσμό όσων είναι πάνω από 65 ετών, καταγράφονται σε ορισμένους από τους ορεινότερους Νομούς (Ευρυτανίας, Γρεβενών, Λακωνίας και Αρκαδίας).
Η σημαντικότερη αύξηση του πληθυσμού των 80+ στην προ του 2010 περίοδο εμφανίζεται, κυρίως στη Μακεδονία, στη νοτιοανατολική ηπειρωτική χώρα και στις Κυκλάδες ενώ μετά την έναρξη της κρίσης, η εντονότερη αύξηση αφορά κυρίως τη δυτική Πελοπόννησο, την Ήπειρο, τους περισσότερους νησιωτικούς νομούς, καθώς επίσης και κάποιες παράκτιες/τουριστικά ελκυστικές περιοχές όπως η Χαλκιδική, η Κρήτη και το ανατολικό παράκτιο μέτωπο της ηπειρωτικής χώρας.
Παράλληλα, με τη σταθερή αύξηση του πληθυσμού των 80+ στο σύνολο των νομών την τελευταία δεκαετία, σύμφωνα με την παραπάνω έρευνα, σημαντικές μεταβολές παρατηρούνται και στον νεανικό πληθυσμό. Έτσι σε ορεινούς και λιγότερο προσβάσιμους νομούς της χώρας (Ευρυτανία, Θράκη, νότια Πελοπόννησος, ανατολικό Αιγαίο), οι πρότερες αυξητικές τάσεις του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας – και ειδικότερα του πληθυσμού 20-34 ετών – ανακόπτονται, με αποτέλεσμα ο πληθυσμός των ομάδων αυτών να μειώνεται.
Η διαπίστωση αυτή, σύμφωνα με την καθηγήτρια Μαρί-Νοέλ Ντυκέν και το μεταδιδάκτορα Δημήτριο Καρκάνη, του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων του Παν. Θεσσαλίας, αποτυπώνει το βαθμό ευπάθειας των συγκεκριμένων περιοχών ως προς τη διαθεσιμότητα κινήτρων για τη συγκράτηση των υπαρχόντων ανθρώπινων πόρων κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Ταυτόχρονα, ο «υπέργηρος» πληθυσμός της Ελλάδας, τονίζουν οι ίδιοι ερευνητές, θα αυξάνεται συνεχώς την επόμενη εικοσαετία και τα άτομα της ομάδας αυτής θα έχουν αυξανόμενες ανάγκες σε υπηρεσίες που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τον τομέα της περίθαλψης.
Κατά συνέπεια, τίθεται επιτακτικά το ερώτημα «πώς» θα αναπροσαρμοστεί το οικονομικό μοντέλο τόσο της χώρας, όσο και ειδικότερα των τοπικών παραγωγικών συστημάτων όπου παρατηρούνται οι εντονότερες δυσαναλογίες μεταξύ νεότερου και υπέργηρου πληθυσμού.