Η αύξηση των φορολογικών βαρών και η συγκράτηση των συντάξεων και των παροχών δεν επιτρέπουν ούτε την άνοδο του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών ούτε τη βελτίωση του ποσοστού αποταμίευσης, όπως καταδεικνύουν τα στοιχεία από τον ΣΕΒ.
Αποτέλεσμα είναι η ιδιωτική κατανάλωση να στηρίζεται ενδεχομένως και στη ρευστοποίηση αποταμιεύσεων και στην έξαρση της φοροδιαφυγής. Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν από την εβδομαδιαία ανάλυση του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών για την πορεία της οικονομίας.
Όπως προκύπτει στο εννεάμηνο του 2017 το ακαθάριστο εισόδημα των Ελλήνων μειώθηκε κατά 0,3%, το αρνητικό ποσοστό αποταμίευσης διευρύνθηκε στο -8% από το -7 που ήταν το 2016. Ταυτόχρονα, με την αύξηση της απασχόλησης (+1,9%) να υπερβαίνει την αύξηση του ΑΕΠ (+1,1%), η παραγωγικότητα της οικονομίας υποχωρεί.
Η μείωση της παραγωγικότητας, στην ουσία, ενσωματώνει όλες τις διαρθρωτικές παθογένειες που εξακολουθούν να επηρεάζουν το παραγωγικό πρότυπο της χώρας, παρά τις μεταρρυθμίσεις που έχουν επιχειρηθεί τα τελευταία χρόνια.
Σε συνδυασμό, δε, με την αύξηση των αμοιβών, οδηγεί σε αύξηση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, και τείνει να συμπιέζει την ελκυστικότητα τηςελληνικής οικονομίας ως επενδυτικού προορισμού. Εν προκειμένω, η αχίλλειος πτέρνα της ανάκαμψης είναι οι επενδύσεις, που εξακολουθούν να μειώνονται (πλην των μεταφορικών μέσων), ενώ σε καθαρή βάση (μετά τις αποσβέσεις) είναι ακόμη αρνητικές, δεν αρκούν δηλαδή για να αυξήσουν το κεφαλαιακό απόθεμα της χώρας και, κατ’ επέκταση, το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων της.
Σημειώνεται, ότι η χειροτέρευση της ανταγωνιστικότητας, που συσσωρεύεται από το 2015 και μετά, πρέπει να προβληματίσει τους ασκούντες την οικονομική πολιτική, καθώς η εξέλιξη αυτή τείνει να εξασθενεί τους κλάδους διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών (τη βιομηχανία κατά κύριο λόγο) και, έτσι, να παρεμποδίζει τον μετασχηματισμό της οικονομίας προς την επιθυμητή κατεύθυνση ενός εξωστρεφούς παραγωγικού προτύπου, σημειώνει ο ΣΕΒ.