Επίθεση στη κυβέρνηση εξαπέλυσε ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Ευάγγελος Βενιζέλος, κατηγορώντας την ότι δεν έχει ούτε σχέδιο, ούτε στρατηγική, αλλά προσπαθεί να πείσει πως το νομοσχέδιο έχει μεταρρυθμιστικό οίστρο, για να πείσει ότι φτάνουμε σε success story και να υπάρξει μία νέα ψευδαίσθηση ότι αγγίξαμε την περιβόητη καθαρή έξοδο.
«Η κυβέρνηση αποτελεί η ίδια το μεγάλο πολιτικό πρόβλημα της οικονομίας. Η χώρα οδηγείται, μέσα από μία νέα γενιά ψευδαισθήσεων, σε ένα στρατηγικό κενό μετά τον Αύγουστο του 2018» ανέφερε ο κ. Βενιζέλος κατά τη διάρκεια της συζήτησης του πολυνομοσχεδίου με τα προαπαιτούμενα για το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης, στη Βουλή, και πρόσθεσε: «Το νομοσχέδιο υπηρετεί τον στόχο της καθαρής εξόδου, μόνο που τώρα αυτός είναι η γυμνή έξοδος, στην οποία μας οδηγούν οι εταίροι, έχοντας θεμελιωμένους θεσμούς εποπτείας μέχρι το 2060 και μας κρατούν υπό συζήτηση για τα μέτρα και το χρέος».
Ακόμη, υποστήριξε ότι ο απερχόμενος επικεφαλής του Εuroworking Group, Tόμας Βίζερ, σε συνέντευξή του, θύμισε, όπως είπε, ότι «στο μείζον ζήτημα του χρέους οι παραμετρικές αλλαγές θα είναι σταδιακές και θα υπάρχει ένα μνημόνιο με αιρεσιμότητα που θα ακολουθεί για πολλά χρόνια η χώρα».
«Η κυβέρνηση, μετά τον Ιούνιο του 2015, δεν ήταν απλώς μία κυβέρνηση πρόθυμη, αλλά επιδίωκε να αποδείξει ότι κάνει "ντιλίβερι"» σημείωσε ο κ. Βενιζελος και συμπλήρωσε ότι όχι μόνο ήταν «απολύτως ενδοτική» αλλά «παρέδωσε και τα πάντα.
«Το νομοσχέδιο υπηρετεί μία διπλή γλώσσα. Την εξωτερική υποταγή -που δεν αφορά μόνο στο οικονομικό πεδίο αλλά και στα εθνικά θέματα- και τον εσωτερικό αντιπερισπασμό» τόνισε ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. «Τα νομοσχέδια και όλες οι κινήσεις της κυβέρνησης προωθούν μία νέα πελατειακή αντίληψη που θέλει την κοινωνία ηττημένη» επισήμανε, για να καταλήξει: «Χρειάζεται να έχεις στρατηγική αντίληψη για το πώς τα πετυχαίνεις, αλλά και θεσμικές εγγυήσεις, τα διαρθρωτικά μέτρα που η κυβέρνηση, με αποστολικό πάθος και χωρίς τύψεις, προωθεί, και που οδηγούν, υποτίθεται, στον εκσυγχρονισμό της οικονομίας και υπηρετούν την ανοιχτή κοινωνία και την οικονομία. Αν δεν υπάρχουν αυτές οι θεμελιώδεις προϋποθέσεις και χωρίς τη μεσαία τάξη, δεν μπορούν να γίνουν».