«Κόλιαντα μπάμπου τσιτσί», ήταν η φράση που ηχούσε από τα ξημερώματα στις γειτονιές των χωριών του Έβρου, την παραμονή των Χριστουγέννων, με τους μικρούς καλαντιστές να επικοινωνούν με αυτό τον τρόπο το μήνυμα της γέννησης του Χριστού και τις νοικοκυρές να τους προσφέρουν κυρίως στρόγγυλα κουλουράκια, αλλά και σύκα και καρύδια που στην πάροδο των ετών αντικαταστάθηκαν από χρήματα και γλυκίσματα. Σήμερα τα κόλιαντα (κάλαντα) εξακολουθούν να είναι ο πρωταγωνιστής της συγκεκριμένης ημέρας, με τους στίχους να διαφοροποιούνται από χωριό σε χωριό και το περιεχόμενό τους προσαρμοσμένο στην κάθε οικογένεια που επισκέπτονται οι καλαντιστές, καθώς γίνονται αναφορές σε νεογέννητα, σε ηλικιωμένους που ασθενούν, ή σε μέλος της οικογένειας που είναι σε ηλικία γάμου.
Η παραμονή των Χριστουγέννων, είναι και η μέρα θυσίας του χοίρου που ακόμη και σήμερα πολλές οικογένειες στα χωριά κυρίως του βόρειου Έβρου, μεγαλώνουν στο σπίτι τους. Σήμερα βέβαια το μόνο που χρησιμοποιούν είναι το κρέας, που παλαιότερα έδινε τροφή στην οικογένεια καθ’ όλη τη διάρκεια του χειμώνα. Τότε το λίπος του ζώου θ’ αντικαθιστούσε το λάδι, από τις τρίχες του θα γίνονταν βούρτσες και το έντερό του θα χρησιμοποιούνταν στην παρασκευή των λουκάνικων.
Ακόμη και σήμερα οι γυναίκες φροντίζουν να υπάρχουν στο τραπέζι, το βράδυ, της παραμονής των Χριστουγέννων, τα «εννιά φαϊά» (εννέα φαγητά), όσοι και η μήνες της κύησης της Παναγιάς και όλα νηστίσιμα. Το ψωμί, το κρεμμύδι, το μέλι, το κρασί, το σαραγλί, το καρπούζι, λογίζονται ως φαγητό και το κάθε ένα απ’ αυτά έχει το δικό του συμβολισμό (το καρπούζι μεγάλη παραγωγή όσα και τα σπόρια του, το κρασί για να προοδεύσει η οικογένεια όπως αναπτύσσεται η κληματαριά κ.ο.κ.). Αδιαφιλονίκητος πρωταγωνιστής μεταξύ των εδεσμάτων, το Χριστόψωμο, για την προετοιμασία του οποίου η νοικοκυρά βάζει όλη της την τέχνη καθώς πρόκειται για ζυμωτό ψωμί διακοσμημένο με παραστάσεις από την αγροτική παραγωγή (δέμα από σιτάρι, έναν ζυγό εφόσον υπάρχουν ζώα ή και το ίδιο το ζώο). Στο νηστίσιμο αυτό τραπέζι οι συνδαιτυμόνες ζητούν ο ένας από τον άλλο συγχώρεση και η οικοδέσποινα θυμιατίζει τα φαγητά πριν καταναλωθούν.
Ανήμερα της γέννησης του Χριστού, με τη λήξη της νηστείας της Σαρακοστής, στο εορταστικό τραπέζι υπάρχει κότα, συνήθως μαγειρεμένη με λάχανο τουρσί, γιατί το συγκεκριμένο πουλερικό σκαλίζει το χώμα προς τα πίσω, όπως προς τα πίσω θα μείνει, εντός των επόμενων ημερών, και ο παλιός χρόνος. Σχεδόν σε όλα τα χωριά του Έβρου, εξακολουθούν να υπάρχουν ομάδες καλαντιστών που μεταμφιεσμένοι (έθιμα της «Καμήλας», του «Πουρπούρη», του «Αράπη» και του «Μπαμπούσιαρου»), περιφέρονται σε όλες τις γειτονιές αυτοσχεδιάζοντας.
«Η περίοδος του Δωδεκαημέρου, που αρχίζει από την παραμονή των Χριστουγέννων και τελειώνει την παραμονή των Θεοφανείων, ήταν πάρα πολύ σημαντική από άποψη εθιμικής και λαογραφικής παρουσίας των κατοίκων των χωριών της Θράκης, κυρίως στο βόρειο τμήμα του Έβρου», ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο εκπαιδευτικός, λαογράφος, συγγραφέας και χοροδιδάσκαλος, Δημήτρης Βραχιόλογλου. Περιγράφοντας τα έθιμα του «Αράπη» και του «Πουρπούρη», εξηγεί πως όλα συνδέονται με την έκκληση των γεωργών για γονιμότητα. Άνδρες μεταμφιεσμένοι με προβιές, ή κάπα τσομπάνη, με μάσκα από νεροκολοκύθα το πρόσωπο και κουδούνια στη μέση, πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, συνοδεία νέων του χωριού και εύχονταν για την καλή σοδειά της άνοιξης.
Στο πέρασμα των χρόνων, οι Εβρίτες εξακολουθούν να διαφυλάττουν όλα εκείνα που θεωρούν σημαντικά, τις παραδόσεις που κληροδοτούνται από γενιά σε γενιά, τα αρώματα, τις εικόνες και τους ήχους που αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητάς τους.
«Χριστούγιαννα, Χριστούγιαννα, τώρα Χριστός γεννιέτι, γιεννιέτι κι ανατρέφετι στο μέλι και στο γάλα». Καλώς ορίσατε στα Εβρίτικα Χριστούγεννα.
«Σούρβαλα-Σούρβαλα» και «αλμυρή βασιλόπιτα» την Πρωτοχρονιά στον Έβρο
«Σούρβαλα-Σούρβαλα» (κάλαντα της Πρωτοχρονιάς) διαλαλούσαν οι μικροί καλαντιστές την προηγούμενη της έλευσης του νέου χρόνου, στις γειτονιές των χωριών του Έβρου, τραγουδώντας «Άγιους Βασίλης έριτι απού την Καισαρεία, απού την Καισαρεία, βαστάει πένα κι χαρτί, χαρτί κι καλαμάρι». Το βράδυ της τελευταίας μέρας του χρόνου ομάδες νέων καλαντιστών, ανύπανδρων ή αρραβωνιασμένων, επισκέπτονταν όλα τα σπίτια του χωριού και εύχονταν υγεία και ευημερία στους νοικοκύρηδες που τους αντάμειβαν δεόντως.
Ιδιαίτερη θέση μεταξύ των πρωτοχρονιάτικων εθίμων έχει και το φαγητό το οποίο, στον Έβρο συνδέεται με τον προγραμματισμό της νέας χρονιάς. Χαρακτηριστική είναι η τυρόπιτα, η εβρίτικη «αλμυρή βασιλόπιτα», που μεταξύ των φύλλων της έκρυβε, εκτός από το γνωστό σε όλους νόμισμα, διάφορα ξυλαράκια το καθένα με τον δικό του συμβολισμό (η κρανιά για την υγεία, το σουσάμι για την πληθώρα των αγαθών και της παραγωγής κ.α.) ενώ μέσω των συμβόλων γίνονταν και οι αναθέσεις των εργασιών του νέου έτους, π.χ. αυτός που τύχαινε το άχυρο θα φρόντιζε το στάβλο κ.ο.κ. Την Πρωτοχρονιά ετοιμάζεται και το ζυμωτό ψωμί «κεντημένο» περίτεχνα με σχέδια της αγροτικής παραγωγής, το οποίο ο νοικοκύρης κρατά στον αέρα καλώντας τους συνδαιτυμόνες του να κόψουν ένα κομμάτι με το χέρι, σύμβολο υγείας και τύχης. Παραδοσιακά φαγητά της Πρωτοχρονιάς το χοιρινό με λάχανο τουρσί και το «Σουούσι», που είναι χοιρινό κρέας ψημένο επί αρκετές ώρες σε ειδικά πήλινα σκεύη, σε μορφή μικρής στάμνας, με καπάκι που σφραγίζεται με ζυμάρι. Το συγκεκριμένο φαγητό εφ’ όσον δεν αποσφραγιστεί διατηρείται έως και του Αγίου Αθανασίου.
Η γιορτή των Θεοφανίων στον Έβρο«Σήμερα τα Φώτα κι Φωτισμός, κι χαρές μεγάλες κι αγιασμός…». Εξέχουσα θέση, στο εβρίτικο εορτολόγιο κατέχει ο εορτασμός των Φώτων, την πρώτη μέρα μετά τη λήξη του Δωδεκαήμερου και ενώ έχουν αποχωρήσει από την επιφάνεια της γης τα «καρκαντζέλια» (καλικάντζαροι), τα γνωστά σκανταλιάρικα δαιμόνια της λαϊκής μας παράδοσης. Την παραμονή των Θεοφανίων, στον Έβρο, ο ιερέας του χωριού επισκέπτεται και «φωτίζει» τα σπίτια, ενώ ανήμερα της γιορτής και μετά τη ρίψη του Σταυρού στο νερό (σε κολυμπήθρα ή σε ποτάμι (εφ’ όσον υπάρχει πλησίον του χωριού), τα σπίτια κατακλύζει το άρωμα του θυμιάματος και οι νοικοκυρές κρατούν και αγιασμό που πήραν από την εκκλησία ως φυλαχτό. Το παραδοσιακό φαγητό της ημέρας , στα περισσότερα χωριά του Έβρου είναι η «Μπάμπω» (γριά), δηλαδή το παχύ έντερο του χοίρου γεμισμένο με ψιλοκομμένο κρέας, πράσο, ρύζι και μυρωδικά.
«Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό, κάθεται η κυρά μας η Παναγιά. Σπάργανα βαστάει, κεριά κρατά και τον Άγιο Γιάννη παρακαλά. Άγιε Γιάννη αφέντη μου βαπτιστή, έλα να βαπτίσεις Θεού παιδί. Να βαπτιστούν οι κάμποι και τα νερά για ν’ αγιάσ’ αφέντης με την κυρά…», λένε τα κάλαντα της παραμονής των Φώτων, ενώ σε αρκετά χωριά ανήμερα των Θεοφανίων και μετά το πέρας της λειτουργίας, όλες οι κινητές εικόνες της εκκλησίας περιφέρονται από τους άνδρες του χωριού γύρω απ’ αυτό ώστε να είναι προστατευμένο, καθ’ όλο το χρόνο, από τα κακά πνεύματα.