“Πιστέψαμε ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε, όταν ο μεγάλος Πούσκας μας είπε ότι ”κι αυτοί έχουν δύο πόδια, 11 είναι αυτοί, 11 κι εμείς”. Στην αρχή λέγαμε: ”τρελός είναι αυτός;” Δεν ξέραμε ότι ήμασταν κι εμείς 11; Στη συνέχεια, όμως, καταλάβαμε ότι ο τρόπος που το έλεγε αυτό, ήταν πολύ σημαντικός! Μετά τη Σλόβαν, που την προηγούμενη χρονιά είχε κατακτήσει το Κυπελλούχων, πήραμε τα πάνω μας… Μετά την Έβερτον, το πιστέψαμε”.
Ο Αντώνης Αντωνιάδης είχε περιγράψει καλύτερα απ’ τον καθένα το τι εκπροσωπούσε ο μεγάλος Φέρεντς Πούσκας. Ο “Καλπάζων Συνταγματάρχης”, ο οποίος έφυγε από τη ζωή ακριβώς πριν από 11 χρόνια, στις 17 Νοεμβρίου 2006, κάνοντας το παγκόσμιο ποδόσφαιρο φτωχότερο.
Έφυγε στα 79 του χρόνια, από βαριάς μορφής πνευμονία. Άφησε πίσω του μια τεράστια ποδοσφαιρική κληρονομιά. Υπήρξε ένα από τους κορυφαίους ποδοσφαιριστές του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Και φυσικά, ο προπονητής που οδήγησε το ελληνικό ποδόσφαιρο στη μεγαλύτερη συλλογική του επιτυχία, οδηγώντας τον Παναθηναϊκό στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών στο Γουέμπλεϊ το 1971.
Ο Φραντς Πούτσελντ, που έπαιζε ως Μίκλος Κόβακς και έγραψε ιστορία σας Φέρεντς Πούσκας
Ο Φραντς Πούρτσελντ, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, ήρθε στον κόσμο στις 2 Απριλίου του 1927, στην Βουδαπέστη. Ξεκίνησε την καριέρα του από τις ακαδημίες της Κίπσεστ, όπου ήταν προπονητής ο πατέρας του. Φήμες, λένε ότι αγωνιζόταν με το ψευδώνυμο, Μίκλος Κόβακς, μέχρι να υπογράψει επίσημο συμβόλαιο συνεργασίας, σε ηλικία 12 χρόνων. Ανάμεσα στους υπόλοπους παίκτες της ομάδας, ήταν και ο παιδικός του φίλος και μετέπειτα ένας από τους πιο γνωστούς ούγγρους παίκτες, Γιόζεφ Μπόστζικ.
Ο πατέρας του, Φραντς ο πρεσβύτερος, είχε γερμανική καταγωγή, αλλά όταν εγκαταστάθηκε στην Ουγγαρία, αποφάσισε να αλλάξει το επίθετό του στο πιο ουγγαρέζικο Πούσκας. Το όνομα Πούσκας θα σημάδευε μια ολόκληρη εποχή με την παρουσία του στα γήπεδα, κάνοντας καριέρα στην Χόνβεντ, τη Ρεάλ Μαδρίτης και την Εθνική Ουγγαρίας, ενώ θεωρείται ο κορυφαίος Ευρωπαίος επιθετικός της ιστορίας.
Πως “γεννήθηκε” το “Καλπάζων Συνταγματάρχης”
Το 1949, η Κίπσεστ περνάει στα χέρια του υπουργείου Αμυνας της Ουγγαρίας και γίνεται η επίσημη ομάδα του ουγγρικού στρατού με την ονομασία Χόνβεντ. Στους παίκτες δίνονται στρατιωτικά αξιώματα και ο Πούσκας γίνεται συνταγματάρχης. Ετσι, προκύπτει και το παρατσούκλι του, ως “Καλπάζων Συνταγματάρχης”. Το 1945, σε ηλικία 18 ετών, έκανε το ντεμπούτο του στην Εθνική Ουγγαρίας, με την οποία αγωνίστηκε 85 φορές σημειώνοντας 84 γκολ, επίδοση που αποτελεί παγκόσμιο ρεκόρ μέχρι σήμερα! Μαζί με τους Ζολτάν Τσίμπορ, Σάντορ Κόσιτς, Γιόζεφ Μπόζικ και Νάντοτ Χιντεγκούτι, αποτέλεσαν τον πυρήνα της θρυλικής ομάδας που διατήρησε το αήττητο σερί των 32 αγώνων, ρεκόρ που μένει ακατάρριπτο μέχρι σήμερα!
Το 1953, μάλιστα, γίνονται η πρώτη ομάδα, εκτός των βρετανικών νησιών, που καταφέρνει να νικήσει την Αγγλία στην έδρα της (6-3)! Το αήττητο σερί για τη “Χρυσή Ομάδα του ’50”, όπως ονομάστηκε, έλαβε τέλος το 1954 στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου όταν η Ουγγαρία ηττήθηκε στον μεγάλο τελικό 2-3 από τη Δυτική Γερμανία. Ο Πούσκας, μάλιστα, κατηγορήθηκε τότε για την ήττα. Το 1952, οι Μαγυάροι αναδεικνύονται Χρυσοί Ολυμπιονίκες, επικρατώντας 2-0 της Γιουγκοσλαβίας στον τελικό του Ελσίνκι.
Ο Πούσκας πέτυχε συνολικά 4 γκολ στη διοργάνωση, συμπεριλαμβανομένου και του πρώτου τέρματος του τελικού.
Με την Χόνβεντ, ο Πούσκας κατέκτησε πέντε πρωταθλήματα Ουγγαρίας, πετυχαίνοντας συνολικά 352 τέρματα σε 341 συμμετοχές! Τη σεζόν 1956/57 και ενώ βρισκόταν με την ομάδα του στο Μπιλμπάο, αντιμετωπίζοντας την Αθλέτικ στο Κύπελλο Πρωταθλητριών, ξέσπασε η ουγγρική επανάσταση. Οι Ούγγροι παίκτες αρνήθηκαν να επιστρέψουν στη χώρα τους, έπαιξαν τη ρεβάνς στις Βρυξέλλες και στη συνέχεια πραγματοποίησαν μια τουρνέ στην Ευρώπη και τη Βραζιλία.
Η άρνηση της επιστροφής, ο αποκλεισμός από την ΟΥΕΦΑ και η μεταγραφή στη Ρεάλ Μαδρίτης
Όταν ολοκληρώθηκε η τουρνέ, κάποιοι γύρισαν στην Ουγγαρία, όχι όμως και ο Πούσκας, ο οποίος αφού πρώτα αγωνίστηκε σε μερικά ανεπίσημα ματς με την Εσπανιόλ, τιμωρήθηκε με αποκλεισμό δυο χρόνων από την ΟΥΕΦΑ, λόγω της άρνησής του να ξαναπαίξει στην Χόνβεντ. Μετά από απόπειρες πολλών ευρωπαϊκών ομάδων να τον αποκτήσουν (Γιουβέντους, Μίλαν, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ακόμα και ο Εθνικός Πειραιώς), ο Πούσκας υπέγραψε το 1958 συμβόλαιο με τη Ρεάλ Μαδρίτης, ξεκινώντας έτσι στα 31 του μια δεύτερη καριέρα.
Στους “μερένγκες” ο “Πάντσο”, όπως τον ονόμασαν χαϊδευτικά οι Ισπανοί, έμεινε 8 χρόνια και κατέκτησε τα πάντα. Υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα στελέχη της περίφημης γενιάς των yé-yé, αλλά και της φοβερής επιθετικής πεντάδας μαζί με τους Ντι Στέφανο, Χέντο, Κοπά και Ρίαλ. Κατέκτησε 5 σερί πρωταθλήματα (ρεκόρ ακατάρριπτο μέχρι σήμερα στην Primera División), ένα ισπανικό Κύπελλο, τρία Κύπελλα Πρωταθλητριών και ένα Διηπειρωτικό. Κέρδισε 4 φορές τον τίτλο του πρώτου σκόρερ στην Ισπανία και 2 φορές στο Πρωταθλητριών, ενώ πέτυχε 4 γκολ στον τελικό του 1960 απέναντι στην Άιντραχτ Φρανκφούρτης.
Συνολικά, στα 8 χρόνια παρουσίας του στη “Βασίλισσα”, αγωνίστηκε σε 180 παιχνίδια πρωταθλήματος, σκοράροντας 156 φορές. Αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της Primera Division 4 φορές (1960, 1961, 1963, 1964) με 26, 27, 26 και 20 γκολ αντίστοιχα. Επιπλέον, βοήθησε τη Ρεάλ να κατακτήσει 5 πρωταθλήματα στη σειρά από το 1961 έως το 1965, ενώ με τα δύο του γκολ ήταν αυτός που χάρισε στην ομάδα του το Κύπελλο Ισπανίας το 1962 απέναντι στη Σεβίλη (2-1 το τελικό αποτέλεσμα).
Στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, αγωνίστηκε 39 φορές με τη φανέλα των Μερένγκες στο Κύπελλο Πρωταθλητριών, πετυχαίνοντας 35 γκολ, ενώ το 1959 τη βοήθησε να φτάσει και στον μεγάλο τελικό σκοράροντας και στους δύο ημιτελικούς με την Ατλέτικο Μαδρίτης. Δυστυχώς, δεν μπόρεσε να δώσει το παρών στη συγκεκριμένη αναμέτρηση εξαιτίας ενός τραυματισμού.Παρ’ όλα αυτά, επανόρθωσε την επόμενη σεζόν!
Βοήθησε για ακόμη μια φορά τη Ρεάλ να φτάσει στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών ,αποκλείοντας, μάλιστα, στον ημιτελικό την Μπαρτσελόνα και στον τελικό στη Γλασκόβη (18/5/1960) πέτυχε 4 τέρματα στο 7-3 επί της Αϊντραχτ Φρανκφούρτης, επίδοση – ρεκόρ για παίκτη που δεν έχει καταρριφθεί μέχρι σήμερα. Ο συγκεκριμένος τελικός συγκαταλέγεται στους ωραιότερους στην ιστορία του θεσμού.
Ο Πούσκας ολοκλήρωσε την ποδοσφαιρική του καριέρα έχοντας πετύχει 512 τέρματα σε 528 αγώνες πρωταθλήματος (Ουγγαρία και Ισπανία). Συνολικά, σε όλες τις διοργανώσεις σε συλλόγους και στην Εθνική, ο “Πάντσο” σημείωσε 704 γκολ σε 716 επίσημες συμμετοχές. Αποσύρθηκε από την ενεργό δράση τον Ιούνιο του 1966. Είναι φυσικά ο μεγαλύτερος σκόρερ όλων των εποχών στην Ευρώπη και ένας από τους κορυφαίους παγκοσμίως στην ιστορία του ποδοσφαίρου.
Και στην Εθνική Ισπανίας
Ο Πούσκας πολιτογραφήθηκε ισπανός το 1962 και αγωνίστηκε 4 φορές με τη φανέλα των Φούριας Ρόχας, εκπροσωπώντας τους στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1962. Παρ’ όλα αυτά, πράγμα αξιοσημείωτο για τον Καλπάζοντα Συνταγματάρχη, δεν πέτυχε κανένα γκολ.
Ο Παναθηναϊκός και το Γουέμπλεϊ
Στη συνέχεια εργάστηκε ως τεχνικός σε διάφορες ομάδες (πέρασε και από τις 5 ηπείρους), όμως η μεγαλύτερη επιτυχία στην προπονητική του καριέρα ήρθε στον Παναθηναϊκό. Στις 2 Ιουνίου του 1970, ο Πούσκας αναλαμβάνει ρόλο προπονητή στον Παναθηναϊκό. Ακριβώς έναν χρόνο αργότερα, έρχεται το αποκορύφωμα της προπονητικής του καριέρας σε μια στιγμή που θυμούνται καλά οι Έλληνες φίλαθλοι.
Πραγματοποιώντας ξέφρενη και εντυπωσιακή πορεία στο Κύπελλο Πρωταθλητριών οδηγεί τους Πρασίνους στον τελικό της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης στο Γουέμπλεϊ. Εκεί, το τριφύλλι δεν καταφέρνει να κάνει την υπέρβαση, καθώς ηττάται από το μεγαθήριο της εποχής, τον Αγιαξ του Γιόχαν Κρόιφ με 0-2. Παρ` όλα αυτά, δεν παύει να αποτελεί τον δημιουργό της μεγαλύτερης επιτυχίας του Παναθηναϊκού και της κορυφαίας στιγμής του ελληνικού ποδοσφαίρου σε συλλογικό επίπεδο. Από τον πάγκο των πρασίνων αποχωρεί στις 3 Σεπτεμβρίου του 1974.
Πέρασε για ένα φεγγάρι και από την ΑΕΚ τη σεζόν 1978-79, οδηγώντας την Ενωση στην κατάκτηση του πρωταθλήματος Ελλάδος, αν και στον β` γύρο του πρωταθλήματος αντικαταστάθηκε από τον Ανδρέα Σταματιάδη. Το 1993, ο Πούσκας διετέλεσε και προπονητής του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος της χώρας του, για 4 παιχνίδια.
Το Αλτσχάιμερ και οι τιμές
Ο αδιαμφισβήτητα κορυφαίος ποδοσφαιριστής που ανέδειξε το ουγγρικό ποδόσφαιρο και ένας από τους σπουδαιότερους ποδοσφαιριστές του 20ού αιώνα, χτυπήθηκε από τη νόσο του Αλτσχάιμερ σε ηλικία 73 ετών. Αναγκάστηκε να νοσηλευτεί σε νοσοκομείο της Βουδαπέστης, αλλά τα οικονομικά του δεν του επέτρεπαν να ανταποκριθεί στα έξοδα νοσηλείας.
Αναγκάστηκε να ζητήσει τη βοήθεια της Ρεάλ Μαδρίτης. Οι Μερένγκες δεν γύρισαν την πλάτη στον άνθρωπο που τους προσέφερε τόσα πολλά αγωνιζόμενος με τη φανέλα τους και στις 14 Αυγούστου του 2005 έδωσαν φιλικό παιχνίδι προς τιμήν του, με τα έξοδα να πηγαίνουν στον παλαίμαχο άσο.
Ούτε η Ουγγαρία, όμως, τον ξέχασε. Στα 75α του γενέθλια (2/4/02) το Νεπ Στάντιον πήρε το όνομά του σε μία συγκινητική εκδήλωση. Ο Ούγγρος άσος μπόρεσε να βγει για λίγες ώρες από το νοσοκομείο και κλώτσησε μια μπάλα στο γήπεδο, όπου αποθεώθηκε από 75 παιδιά (όσα και τα χρόνια του).
Ο Καλπάζων Συνταγματάρχης πάλεψε με τη νόσο της λήθης επί έξι ολόκληρα χρόνια. Τελικά, το Αλτσχάιμερ δεν τον νίκησε, καθώς στις 17 Νοεμβρίου του 2006 κάλπασε για τα σύννεφα, χτυπημένος από βαριάς μορφής πνευμονία…