Ήταν 14:35 το μεσημέρι της 5ης Σεπτεμβρίου 2002 όταν ένα ταξί σταμάτησε έξω από τη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής, επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Ο πελάτης πλήρωσε και ευχαρίστησε τον οδηγό. Άνοιξε την πόρτα και περπάτησε μερικά μέτρα, φτάνοντας στην πύλη της ΓΑΔΑ. Απευθύνθηκε στον φρουρό.
"Γεια σας. Είμαι ο Δημήτρης Κουφοντίνας και θέλω να παραδοθώ". Ο πλέον καταζητούμενος άνθρωπος στην Ελλάδα είχε παραδοθεί οικειοθελώς στις Αρχές. Ο άνθρωπος που αναζητούσε ολόκληρη η Αστυνομία, έφτασε με ένα ταξί μέχρι εκεί και ανακοίνωσε ποιος είναι.
Ήταν ακόμα μία πράξη… θράσους, από έναν άνθρωπο που μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της "17 Νοέμβρη" προχωρούσαν σε συνεχείς εγκληματικές ενέργειες. Ένιωθε άτρωτος ακόμα και τη στιγμή της σύλληψής του. Ήθελε να αποδείξει πως αν εκείνος δεν πήγαινε να παραδοθεί, δεν θα τον έπιαναν ποτέ. Και μάλιστα δεν το έκρυψε.
"Θα μπορούσα αν ήθελα να έχω διαφύγει και να οικοδομήσω μια άλλη ζωή, μακριά από πράγματα που θα μπορούσαν να με προδίδουν. Ομως κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο με την επαναστατική ηθική, τις ιδέες και τη στάση μου ώς σήμερα. Δεν μπορούσα να αφήσω συντρόφους (τον ένα μάλιστα βαριά πληγωμένο) που μαζί αγωνιστήκαμε και μοιραστήκαμε οράματα και διαψεύσεις, ελπίδες και απογοητεύσεις, να είναι όμηροι στα χέρια του εκδικητικού κράτους, ενώ εγώ θα απολάμβανα μια ανέντιμη ελευθερία.
Δεν μπορούσα να αφήσω να κατηγορούνται άδικα άνθρωποι που είτε δεν είχαν σχέση, είτε πέρασαν κοντά από την οργάνωση χωρίς να το γνωρίζουν. Δεν μπορούσα να εγκαταλείψω τη συντρόφισσά μου να υφίσταται τα όσα υφίστατο εξ αιτίας των δικών μου επιλογών και να χρησιμοποιείται σαν μέσο πίεσης εναντίον μου. Αντί για τη σιγουριά της φυγής και της σιωπής, επέλεξα να εμφανιστώ, να αναλάβω τις πολιτικές ευθύνες των επιλογών μου, και να τις υπερασπίσω με όποιο κόστος", είχε δηλώσει σε συνέντευξή του στην Ελευθεροτυπία.
Το τηλεφώνημα πριν την παράδοση
Λίγες ώρες πριν την παράδοσή του, ο Δημήτρης Κουφοντίνας είχε επικοινωνήσει τηλεφωνικά από την περιοχή του Πειραιά με τη δικηγότο της συντρόφου του Αγγελικής Σωτηροπούλου, Ιωάννα Κούρτοβικ και τις είχε ανακοινώσει ότι επρόκειτο να παραδοθεί.
Αρχικά η δικηγόρος νόμιζε πως επρόκειτο για φάρσα και γι αυτό ειδοποποίησε την Αγγελική Σωτηροπούλου, με την οποία πήγαν στο γραφείο του κ. Αγιοστρατίτη, δικηγόρο των αδελφών Ξηρού και της Αλίθια Ρομέρο Κορτές. Από εκεί επικοινώνησαν με την Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών, απ όπου επιβεβαίωσαν την παράδοση του Κουφοντίνα. Στη συνέχεια η κ. Κούρτοβικ και κ. Σωτηροπούλου μετέβησαν στο κτίριο της Αστυνομικής Διεύθυνσης.
Αργότερα, το απόγευμα της Πέμπτης η Αγγελική Σωτηροπούλου και ο δωδεκάχρονος γιος της Έκτωρ, συναντήθηκαν με τον Δημήτρη Κουφοντίνα στα γραφεία της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας.
Δημοσιεύματα της εποχής έλεγαν πως ο Δημήτρης Κουφοντίνας βρισκόταν σε διαμέρισμα στην οδό Φίλωνος, στον Πειραιά. Ωστόσο, η κόρη της ιδιοκτήτριας τού εν λόγω διαμερίσματος απέκλεισε το ενδεχόμενο αυτό, λέγοντας ότι επισκεπτόταν σε τακτά διαστήματα την πολυκατοικία για να παίρνει την αλληλογραφία. Γίνεται επίσης λόγος για οκτώ άτομα που του παρείχαν διευκολύνσεις κατά το διάστημα που κρυβόταν.
Άλλες πληροφορίες ανέφεραν τότε ότι ο λόγος για τον οποίο ο «Λουκάς» αποφάσισε να παραδοθεί ήταν κάποια δημοσιεύματα, τα οποία απέδιδαν το αποτύπωμα της Δαμάρεως στην Αγγελική Σωτηροπούλου. Με την παράδοσή του λέγεται ότι ήθελε να ξεκαθαρίσει την κατάσταση.
Άλλωστε, όπως είχε δηλώσει ο συνήγορος των αδερφών Ξηρού κ. Αγιοστρατίτης μιλώντας στη ΝΕΤ, από το πρωί της Πέμπτης υπήρχαν φήμες πως επίκειται σύλληψη της Αγγελικής Σωτηροπούλου.
Ο Δημήτρης Κουφοντίνας ήταν καταζητούμενος από τις 4 Ιουλίου, δύο μήνες πριν την παράδοσή του, όταν αναγνωρίστηκε ως ενοικιαστής της γιάφκας της οδού Δαμάρεως και εν συνεχεία, όταν πολλά μέλη της 17Ν κατέθεσαν ότι ο Κουφοντίνας ήταν ο βασικός υπεύθυνος για πολλές δολοφονίες και επιθέσεις της οργάνωσης.
Τι ισχυρίζονταν οι Αρχές για την παράδοση Κουφοντίνα
Οι Αρχές ισχυρίζονταν τότε πως η ασφυκτική πίεση που ασκήθηκε στο δίκτυο περίθαλψης του Κουφοντίνα, σε 40 περίπου ανθρώπους, υποχρέωσε τον φυγάδα να παραδοθεί. Ότι προκειμένου να «μην την πληρώσουν» αυτοί που τον βοήθησαν, έφυγε με ένα ταξί και παραδόθηκε. Φυσικά, ο όρος «πίεση» που χρησιμοποιούν οι Αρχές Ασφαλείας έχει πολλές ερμηνείες – μπορεί να περιλαμβάνει παρακολουθήσεις, ψυχολογικό πόλεμο ακόμα και απειλές συλλήψεων.
Το σύνδρομο του φυγά
Μια άλλη εξήγηση για την παράδοση Κουφοντίνα μπορεί να είναι οι συνθήκες της ζωής του τους δυο μήνες που τον αναζητούσαν – οι συνθήκες ζωής του φυγά. Χωρίς ελευθερία κινήσεων, χωρίς δυνατότητα επικοινωνίας με οποιονδήποτε φίλο, συγγενή ή γνωστό του και με διαρκή φόβο για τη σύλληψή του – αλλά ενδεχομένως και για τη ζωή του, αφού τα δημοσιεύματα φιλοξενούσαν «διαρροές», σύμφωνα με τις οποίες «ο Κουφοντίνας δεν θα παραδοθεί ζωντανός». Στις συνθήκες αυτές, μπορεί η πολυετής φυλάκιση σε ένα κελί του Κορυδαλλού να μη φαινόταν ως χειρότερη προοπτική.
Όσο ήταν φυγάς, ο Κουφοντίνας δεν είχε τη δυνατότητα να δει έστω κι από μακριά τη σύντροφό του Κική Σωτηροπούλου – και, κυρίως, τον 12χρονο Έκτορα, τον οποίο σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες και αγαπούσε και φρόντιζε.
Επιπλέον γνώριζε ότι και η συντροφός του υφίστατο την ασφυκτική πίεση της Αστυνομίας σε όλη της την γκάμα. Δεν είναι τυχαίο πως λίγες μόνο ώρες μετά την παράδοσή του, στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, έφθασε η Σωτηροπούλου με το παιδί για να δουν τον Κουφοντίνα.