Στην Ελβετία μόνο πέρυσι ανιχνεύτηκαν τρεις τόνοι ασήμι και 43 κιλά χρυσού από σταθμούς επεξεργασίας λυμάτων τα οποία αντιστοιχούν σε περίπου 3 εκατ. ελβετικά φράγκα δηλαδή 2,6 εκατ. ευρώ.
Την εξήγηση δίνει πρόσφατη μελέτη, που αποκαλύπτει ότι οι μικροσκοπικές ποσότητες είναι πιο πιθανό να προέρχονται από τους οίκους ωρολογοποιίας και από φαρμακευτικές και χημικές βιομηχανίες, οι οποίες χρησιμοποιούν τα συγκεκριμένα μέταλλα στη διαδικασία παραγωγής των προϊόντων τους.
Μιλάμε για πολύ μικρά επίπεδα χρυσού ή ασημιού, σε μικρογραμμάρια ή ακόμη και νανογραμμάρια, τα οποία όμως όταν τα προσθέσεις συνιστούν μια σημαντική ποσότητα.
Τώρα οι ερευνητές μελετούν αν αξίζει το κόστος η εξαγωγή των μετάλλων αυτών και η επαναχρησιμοποίησή τους ή αν είναι προτιμότερο να πηγαίνουν προς καύση, όπως γίνεται τώρα.
Τα υψηλότερα επίπεδα χρυσού βρέθηκαν στη δυτική Ελβετία, όπου υπάρχουν πολλά εργοστάσια ωρολογοποιίας, τα οποία χρησιμοποιούν αυτά τα πολύτιμα μέταλλα προκειμένου να διακοσμήσουν τα ακριβά ρολόγια τους.
Εκτός από ασήμι και χρυσό, εντοπίστηκαν ίχνη σπάνιων μετάλλων όπως το γαδολίνιο -το οποίο χρησιμοποιείται στην ιατρική απεικόνιση.
Τα ευρήματα αποδεικνύουν ότι στην εύπορη Ελβετία μπορεί να βρει κανείς πλούτο στα πιο ασυνήθιστα μέρη.
Πάντως οι Ελβετοί ερευνητές διευκρινίζουν στη μελέτη τους ότι οι συγκεντρώσεις αυτές των μετάλλων στο ανακυκλούμενο νερό είναι απολύτως σύννομες με τους υγειονομικούς κανονισμούς και απομακρύνονται εγκαίρως πριν το νερό γίνει ξανά πόσιμο.