Συνέχεια στο θέμα που προέκυψε με τη μη συμμετοχή του στο συνέδριο της Εσθονίας κατά των εγκλημάτων ναζισμού και κομμουνισμού δίνει ο υπουργός Δικαιοσύνης, Σταύρος Κοντονής.
«Το πρόσφατο συνέδριο στην Εσθονία ανέδειξε τελικά την περιθωριοποίηση εκείνων των δυνάμεων, τόσο στην Ελλάδα, όσο κυρίως στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι οποίες επιθυμούν να ανοίξουν με ρεβανσιστική διάθεση έναν νέο κύκλο αντικομμουνιστικών και αντιμαρξιστικών ιδεολογικών αφηγήσεων. Και αυτό προκύπτει ευθέως, όχι μόνο από τη μειωμένη συμμετοχή υπουργών της Ε.Ε., αλλά κυρίως από τις αντιδράσεις που προκλήθηκαν ακόμη και στο εσωτερικό της φιλοξενούσας χώρας», αναφέρει ο υπουργός σε άρθρο του που δημοσιεύεται σήμερα στην «Καθημερινή της Κυριακής».
«Νεοσυντηρητικές, κεντροδεξιές αλλά και ακροδεξιές δυνάμεις επιδιώκουν να ταυτίσουν τον ναζισμό/φασισμό με την κομμουνιστική ιδεολογία και τα χειραφετητικά κινήματα της Αριστεράς σε όλο τον 20οαιώνα, τον αγώνα των εργαζομένων και των απλών ανθρώπων του λαού για δημοκρατία, κοινωνική αναδιανομή και για έναν σοσιαλισμό ελεύθερο και δημοκρατικό. Προσπαθούν να προκαλέσουν ιστορική απελπισία και αίσθημα ματαιότητας, να ταυτίσουν την πάλη για την πρόοδο της ανθρωπότητας και την κοινωνική δικαιοσύνη κατά του απάνθρωπου καπιταλιστικού συστήματος με τα μοναδικά στην Ιστορία εγκλήματα των ναζί σε βάρος των Εβραίων, των κομμουνιστών, των δημοκρατών, σε βάρος λαών ολόκληρων με γενοκτονικό τρόπο.
Είναι ενδιαφέρον ότι αυτός ο ιστορικός αναθεωρητισμός, ο οποίος δίνει πανευρωπαϊκά ένα σωρό ελαφρυντικά στους δωσίλογους και τους συνεργάτες των ναζί, εκφέρεται ειδικά στην Ελλάδα από τη Νέα Δημοκρατία και άλλα συντηρητικά και νεοφιλελεύθερα κόμματα, όπως και από επιφανή στελέχη της εγχώριας Σοσιαλδημοκρατίας.
Σε μια χώρα δηλαδή όπου το αυταρχικό μετεμφυλιακό κράτος της Δεξιάς και η συνέχειά του, η επτάχρονη δικτατορία, δεν στήθηκαν από τους «οπαδούς του κομμουνισμού», αλλά αντίθετα από τους οπαδούς του πιο ξέφρενου ψυχροπολεμικού αντικομμουνισμού, που ακριβώς επικαλούνταν τον νεφελώδη «κομμουνιστικό κίνδυνο» για να οργανώσουν στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους αριστερούς και δημοκρατικούς πολίτες, αναμορφωτήρια, συνεχές κυνηγητό στην Αριστερά, ξερονήσια και καθεστώς διαρκών αποκλεισμών και διακρίσεων.
Η Ελλάδα μετά τον πόλεμο γνώρισε έναν αντικομμουνιστικό ανάπηρο κοινοβουλευτισμό και μια στυγνή αντικομμουνιστική δικτατορία. Αυτά τα θυμάται, άραγε,n ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας και των άλλων συντηρητικών και νεοφιλελεύθερων κομμάτων; Ή μήπως έχουν γυρίσει σε έναν αντικομμουνισμό, τον οποίο ακόμη και οι πρώην ηγέτες της Ν.Δ. είχαν εξοβελίσει από τον πολιτικό λόγο της συντηρητικής παράταξης μετά το 1974;