Η G20 δεσμεύθηκε χθες στο Αμβούργο να καταπολεμήσει τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και τη διάδοσή της, ένα από τα λίγα θέματα στα οποίο υπάρχει σύγκλιση απόψεων σε μια σύνοδο που έχει χαρακτηριστεί από διαφωνίες σε ό,τι αφορά την κλιματική αλλαγή και το εμπόριο.
Οι ηγέτες των πιο ισχυρών οικονομιών του κόσμου συμφώνησαν σε μια κοινή ανακοίνωση 21 σημείων με την οποία καταγγέλλουν τη «μάστιγα» της τρομοκρατίας, ξεχωριστή από το τελικό ανακοινωθέν της συνόδου, για το οποίο εξακολουθεί να μην υπάρχει συμφωνία.
Στην ανακοίνωση εκφράζουν τη στήριξή τους στην Ομάδα Χρηματοοικονομικής Δράσης (Gafi), που δημιουργήθηκε το 1989 και δημοσιεύει τακτικές συστάσεις προς τα 37 μέλη της για τον τρόπο κατπαολέμησης του οικονομικού εγκλήματος και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. «Υποστηρίζουμε τη διαδικασία που γίνεται για την ενίσχυση της Gafi. Εκτιμάμε θετικά την πρόθεσή της να αποκτήσει νομική οντότητα, κάτι που αποτελεί αναγνώριση του γεγονότος ότι η Gafi έχει εξελιχθεί», αναφέρει η ανακοίνωση.
Προς το παρόν η Gafi υπάγεται στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και την Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). «Ζητάμε από όλα τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι η Gafi διαθέτει όλους τους απαραίτητους πόρους για να φέρει σε πέρας την αποστολή της», προσθέτει η ανακοίνωση.
Επίσης καλούν τις χώρες να είναι προσεκτικές αναφορικά με τις σχέσεις μεταξύ της τρομοκρατίας «και άλλων μορφών του οργανωμένου εγκλήματος», από το λαθρεμπόριο αρχαιοτήτων ως τη διακίνηση ναρκωτικών και ανθρώπων.
Όμως η G20 καλεί επίσης και «σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, και κυρίως με τους παρόχους επικοινωνίας», ώστε να καταπολεμηθεί πιο αποτελεσματικά η προπαγάνδα μέσω του Διαδικτύου και η ριζοσπαστικοποίηση.
Η συγκεκριμένη αυτή αναφορά, που γίνεται «για να επισημανθεί η σημασία που αποδίδει η G20 σε αυτό το θέμα», περιέχει «αρκετά ισχυρά μηνύματα για την πρόσβαση σε δεδομένα, τον εντοπισμό και την απόσυρση από τους διαχειριστές περιεχομένου που υποκινεί στην τρομοκρατία», τονίζει μια διπλωματική πηγή. Στην ανακοίνωση της G20 αντανακλά επίσης της βασικές ανησυχίες για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, και κυρίως την απειλή που αποτελούν «οι μαχητές που επιστρέφουν από εμπόλεμες περιοχές στη Συρία και το Ιράκ» και οι οποίοι είναι πιθανό να εξαπολύσουν τρομοκρατικές επιθέσεις κυρίως στην Ευρώπη.