Τα στοιχεία του επίδοξου καμικάζι, ο οποίος σκοτώθηκε από πυρά στρατιωτικού χθες το βράδυ στον κεντρικό σταθμό των Βρυξελλών, έδωσαν στη δημοσιότητα οι αρχές του Βελγίου. Πρόκειται για τον Μαροκινό υπήκοο, Ουσάμα Ζαριού, ηλικίας 36 ετών, ο οποίος δεν είχε ιστορικό υπόπτου για τρομοκρατία. Ο δράστης πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε στον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό μετά την αποτυχημένη προσπάθειά του να πυροδοτήσει μια βόμβα με καρφιά.
Τελευταίες πληροφορίες, αναφέρουν μάλιστα ότι η αστυνομία που ερεύνησε το σπίτι του ύποπτου διαπίστωσε ότι «εντοπίστηκαν πιθανές χημικές ουσίες και υλικά που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν για την κατασκευή εκρηκτικών», όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο εκπρόσωπος του ομοσπονδιακού εισαγγελέα Έρικ βαν ντερ Σιπτ την Τετάρτη.
«Η ταυτότητα του τρομοκράτη είναι γνωστή. Μπορέσαμε να τον ταυτοποιήσουμε», είχαν δηλώσει νωρίτερα βέλγοι αξιωματούχοι σε συνέντευξη Τύπου, λέγοντας πως τα αρχικά του άνδρα ήταν Ο.Ζ. και πως το σπίτι του στη συνοικία Μόλενμπεκ των Βρυξελλών έχει ερευνηθεί.
Όπως είπε ο Έρικ βαν ντερ Σιπτ σε συνέντευξη Τύπου, ο άνδρας δεν φορούσε ζώνη με εκρηκτικά. Φώναξε «Αλλάχου Άκμπαρ» («ο Θεός είναι μεγάλος» στα αραβικά) προτού πυροβοληθεί και σκοτωθεί από στρατιώτες που βρίσκονταν σε περιπολία.
Σε ανακοίνωση του γραφείου του εισαγγελέα αναφέρεται πως ο άνδρας εισήλθε στον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό των Βρυξελλών στις 8:39 μ.μ. (9:39 μ.μ. ώρα Ελλάδας) την Τρίτη και ενώθηκε με μια ομάδα επιβατών στο υπόγειο τμήμα του σταθμού.
Στις 8:44 μ.μ. άρπαξε τη βαλίτσα του και, φωνάζοντας, προκάλεσε μερική έκρηξη, από την οποία δεν τραυματίστηκε κανείς αλλά είχε ως αποτέλεσμα να πιάσει φωτιά η βαλίτσα.
Ο άνδρας άφησε τότε την καιόμενη βαλίτσα και προχώρησε στην αποβάθρα «αναζητώντας τον διευθυντή του σταθμού». Ενώ βρισκόταν μακριά, η βαλίτσα του, που περιείχε καρφιά και φιάλες αερίου, εξερράγη για δεύτερη φορά, αυτή τη φορά πιο ισχυρά, αλλά ούτε και τότε πλήρως.
Ο άνδρας επέστρεψε στην αίθουσα όπου είχε αφήσει τη βαλίτσα και εφόρμησε σε έναν στρατιώτη που περιπολούσε στον σταθμό, φωνάζοντας «Αλλάχου Άκμπαρ». Ο στρατιώτης άνοιξε πυρ, πυροβολώντας τον άνδρα πολλές φορές και σκοτώνοντάς τον επί τόπου.