Πληρωμένο συμβόλαιο θανάτου θεωρούν οι αξιωματικοί της Ασφάλειας Αττικής ότι ήταν η στυγερή εκτέλεση με καλάσνικοφ του γνωστού μπράβου και αθλητή του bodybuilding, Βασίλη Γρίβα, που σημειώθηκε το πρωί της Τετάρτης έξω από το 2ο δημοτικό σχολείο στα Γλυκά Nερά, επί της οδού Σολωμού.
Το θύμα δραστηριοποιείτο στη νύχτα από νεαρή ηλικία και είχε απασχολήσει πολλές φορές τις διωκτικές αρχές για εκβιάσεις, αιματηρές συμπλοκές και άλλα βαριά αδικήματα, ενώ στις 15 Ιανουαρίου 2003 είχε δεχτεί και άλλη δολοφονική επίθεση στον Πειραιά, όπου τον «γάζωσαν» με σφαίρες αλλά γλύτωσε από θαύμα.
Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής στοιχεία από την έρευνα, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, στον τόπο της δολοφονίας στα Γλυκά Νερά, δύο άγνωστοι οι οποίοι επέβαιναν σε ΙΧ αυτοκίνητο μάρκας «Χιουντάι», έκλεισαν τον δρόμο στο αυτοκίνητο μάρκας «Μερσεντές» του Γρίβα έξω από το σχολείο, όπου μόλις είχε αφήσει το παιδί του και ετοιμαζόταν να αποχωρήσει και αφού σταμάτησαν δίπλα του τον πυροβόλησαν με δύο πιστόλια των 9 χιλιοστών με αποτέλεσμα να τον τραυματίσουν θανάσιμα στο κεφάλι.
Οι δράστες πυροβόλησαν τουλάχιστον οκτώ φορές, καθώς στο σημείο βρέθηκαν οκτώ κάλυκες, αλλά μια από τις σφαίρες που χτύπησε σε ένα κάγκελο, εξοστρακίστηκε και τραυμάτισε στον ώμο μια μητέρα που είχε πάει και αυτή το παιδί της στο σχολείο. Η γυναίκα διακομίστηκε στο Σισμανόγλειο νοσοκομείο, όπου νοσηλεύεται εκτός κινδύνου.
Οι δράστες, αμέσως μετά την δολοφονία απομακρύνθηκαν με ταχύτητα, αλλά σε μικρή απόσταση από το σχολείο, στην οδό Αγαμέμνωνος, έβαλαν φωτιά και έκαψαν το αυτοκίνητο, όπου βρέθηκε λίγο αργότερα από τους αστυνομικούς. Από το σημείο οι εκτελεστές, σύμφωνα με μαρτυρίες, διέφυγαν με δύο μοτοσικλέτες μεγάλου κυβισμού, που οδηγούσαν συνεργοί τους, με κατεύθυνση προς την λεωφόρο Σπάτων.
Οι αξιωματικοί της Ασφάλειας Αττικής, πιστεύουν ότι η δολοφονία του Βασίλη Γρίβα είναι ξεκαθάρισμα λογαριασμών, καθώς ο 47χρονος είχε από παλιά διαφορές με άλλα άτομα στον χώρο της νύχτας. Ο Βασίλης Γρίβας, ο οποίος ξεκίνησε ως αθλητής του bodybuilding, σύμφωνα με τον φάκελο του, είχε αρχίσει να δραστηριοποιείται στη νύχτα από τα τέλη της δεκαετίας του ’80. Μετά την δολοφονία του φίλου του Θέμη Καλαποθαράκου τον Ιούλιο του 2000, φέρεται ότι έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην νύχτα, στην περιοχή του Πειραιά.
Μετά την απόπειρα δολοφονίας του το 2003, το όνομα του συμπεριλαμβανόταν στην μεγάλη δικογραφία για τους μπράβους της νύχτας, που σχηματίστηκε έναν χρόνο αργότερα και φυλακίστηκε. Έκτοτε, μετά την αποφυλάκιση του συνελήφθη και άλλες φορές, ενώ το 2011 συμπεριλαμβανόταν και πάλι στην μεγάλη δικογραφία με τους 217 νονούς της νύχτας, που κατηγορούνταν για εκβιάσεις, «συμβόλαια θανάτου» και άλλα αδικήματα. Τότε παρουσιάστηκε μόνος του στην Αστυνομία και καταδικάστηκε σε επτά χρόνια φυλάκιση, αλλά εξέτισε μέρος της ποινής και αφέθηκε ελεύθερος.
Οι έρευνες της αστυνομίας για την εξιχνίαση της υπόθεσης στρέφονται στις διαφορές που ενδεχομένως είχε τον τελευταίο καιρό ο 47χρονος, ενώ εξετάζουν και το ενδεχόμενο η δολοφονία να σχετίζεται και με την επίθεση με μαχαίρι που δέχτηκε πρόσφατα στις φυλακές, άτομο που επίσης έχει σχέση με τη νύχτα.
Συγκλονίζει το παιδί του θύματος: «Δάσκαλε, βοήθα με, σκοτώνουν τον πατέρα μου»
Το αιματηρό περιστατικό με την μαφιόζικη εκτέλεση του Βασίλη Γρίβα έγινε μπροστά στα μάτια του παιδιού του, το οποίο μόλις είχε κατέβει από το αυτοκίνητο του πατέρα του για να μπει στο σχολείο.
Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, εκείνη την ώρα έτυχε να βρίσκεται στην είσοδο του σχολείου ένας δάσκαλος, ο οποίος είδε ολόκληρο το συμβάν και στον οποίο έτρεξε απελπισμένο για βοήθεια το παιδί.
«Δάσκαλε, βοήθα με, σκοτώνουν τον πατέρα μου», φώναζε ουρλιάζοντας το παιδί του δολοφονηθέντος. Μάλιστα, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, «το παιδί έκλαιγε. Είδε έναν κουκουλοφόρο. Πρέπει να ήταν έξω από το αυτοκίνητο ο εκτελεστής. Κατέβηκε από το αμάξι και το θύμα δεν πρόλαβε να κάνει τίποτα».