Στη Μαδρίτη, στο Βασιλικό Ανάκτορο «El Prado», πραγματοποιείται το μεσημέρι η τρίτη κατά σειρά Σύνοδος των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων των Ευρωπαϊκών Χωρών του Νότου, την οποία συγκροτούν η Ελλάδα, η Κύπρος, η Ισπανία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Μάλτα.
Η Σύνοδος της Μαδρίτης διεξάγεται λίγες ημέρες μετά την Σύνοδο της Ρώμης (25η Μαρτίου), της ανακοίνωσης εκ μέρους του Ηνωμένου Βασιλείου της πρόθεσης του να αποχωρήσει από την ΕΕ, και πριν από το έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (29η Απριλίου) που θα υιοθετήσει, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα, τις κατευθύνσεις της Συμφωνίας αποχώρησης του Η.Β. από την Ένωση.
Ψηλά στην ατζέντα της συζήτησης και στη Διακήρυξη που θα υιοθετήσει η Σύνοδος της Μαδρίτης θα είναι φυσικά το μέλλον της ΕΕ, το μεταναστευτικό-προσφυγικό, αλλά και το ζήτημα της ασφάλειας (Ενιαία Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας, Ένωση για την Μεσόγειο), το Brexit και το ζήτημα της αντιμετώπισης της τρομοκρατίας, στον απόηχο των εντεινόμενων τρομοκρατικών επιθέσεων και κρουσμάτων στην ΕΕ και στην περιφέρειά της, με πιο πρόσφατα αυτά στην Στοκχόλμη, στην Αγία Πετρούπολη και την Αίγυπτο.
Στη σκιά της δραματικής κατάστασης στη Συρία, όπως προαναγγέλλουν κυβερνητικές πηγές σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Αλέξης Τσίπρας στη σημερινή Σύνοδο θα αναλάβει πρωτοβουλία ώστε οι ευρωπαϊκές χώρες του Νότου να προτείνουν στην ΕΕ να αναλάβει πιο ενεργό ρόλο στο Συριακό.
Ιδιαίτερη ικανοποίηση της Αθήνας για την εξέλιξη της Συνόδου του Νότου
Η λεγόμενη Σύνοδος των ευρωπαϊκών χωρών του Νότου σχηματίστηκε με πρωτοβουλία του Αλέξη Τσίπρα κι εγκαινιάστηκε με τη Σύνοδο της Αθήνας, τον περασμένο Σεπτέμβριο. Για την ελληνική πλευρά, η επιτυχής συνέχιση αυτής της πρωτοβουλίας του Έλληνα πρωθυπουργού είναι μια ακόμη ένδειξη της σημαντικά ενισχυμένης παρουσίας της χώρας και του ενεργού ρόλου της στο ευρωπαϊκό και διεθνές πεδίο. Σηματοδοτεί παράλληλα έμπρακτα την αλλαγή του διεθνούς στάτους της Ελλάδας και την έξοδο της από την απομόνωση των προηγούμενων χρόνων.
Πηγές της κυβέρνησης, αξιολογώντας την πορεία της, δηλώνουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ την ικανοποίηση τους για το πώς προχωρά η πρωτοβουλία.
Ενδεικτικό της θετικής απήχησης της πρωτοβουλίας του Αλέξη Τσίπρα για την Σύνοδο των χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου, είναι εξαρχής το γεγονός ότι δρομολογήθηκαν σύντομα οι επόμενες «συναντήσεις» των «7»: με τη Σύνοδο της Λισαβόνας στις 28 Ιανουαρίου και στη συνέχεια με τη Σύνοδο στην ισπανική πρωτεύουσα, αφού εξέφρασε την επιθυμία ο Μαριάνο Ραχόι. Παρότι πρόκειται για μια μεταβατική περίοδο, όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές παραπέμποντας στις εκλογικές αναμετρήσεις σε κρίσιμες χώρες (Γαλλία-ολοκλήρωση θητείας Φρανσουά Ολάντ), εκτιμάται από την ελληνική πλευρά ότι το «σχήμα» δεν επηρεάζεται αρνητικά, ούτε χάνει τη δυναμική του ανάλογα με τις ενδεχόμενες διαφοροποιήσεις στη σύνθεση του.
Αντιθέτως, ο Ισπανός πρωθυπουργός -ο οποίος ανήκει στην πολιτική οικογένεια του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος- που απουσίασε από την Σύνοδο της Αθήνας εξαιτίας του γεγονότος ότι η κυβέρνηση στη χώρα του ήταν υπηρεσιακή, είχε, αντίθετα, ιδιαίτερα «δυναμική» παρουσία στη Λισαβόνα και ήταν τότε που πρότεινε η επόμενη Σύνοδος να διεξαχθεί στη χώρα του. Στην κατ’ ιδίαν συνάντηση που είχαν Τσίπρας-Ραχόι (σ.σ. στην πρώτη που είχαν ποτέ μεταξύ τους) στο Πολιτιστικό Κέντρο της Λισαβόνας, όπου διεξήχθη η Σύνοδος και σε μια δύσκολη συγκυρία για την Ελλάδα δεδομένων των εξελίξεων τότε στη διαπραγμάτευση για την β’ αξιολόγηση, οι δύο ηγέτες συμφώνησαν να έχουν σταθερή επικοινωνία.
Ζητούμενο για την Αθήνα και των παρεμβάσεων του Έλληνα πρωθυπουργού τότε, στη δεύτερη Σύνοδο στην πορτογαλική πρωτεύουσα, ήταν να υπάρξουν σαφείς διατυπώσεις στην Διακήρυξη της Λισαβόνας στην κατεύθυνση της κοινωνικής Ευρώπης, όπως και τελικά έγινε. Χαρακτηριστικά διπλωματικές πηγές σχολίαζαν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι αναμένεται η Διακήρυξη της Μαδρίτης να είναι ακόμα πιο ενισχυμένη ως προς το ζητούμενο της «κοινωνικής Ευρώπης».
Σύμφωνα με την διοργανώτρια: «Με το βλέμμα προς το μέλλον, η ισπανική κυβέρνηση εκτιμά ότι η Ευρώπη οφείλει να συνεχίσει να εργάζεται για να ανταποκριθεί στα ερωτήματα που απασχολούν περισσότερο τους πολίτες και να ενδυναμώσει το σχέδιο ολοκλήρωσης της». Επίσης «στον οικονομικό τομέα, ο κύριος στόχος είναι η διασφάλιση ότι η κοινή αγορά και το ευρώ λειτουργούν αποτελεσματικά και ότι τα οφέλη τους αγγίζουν όλους τους πολίτες». Επισημαίνει δε ότι «η γεωγραφική ιδιαιτερότητα των συμμετεχουσών χωρών, σε σχέση με την οποία μοιράζονται κοινά συμφέροντα και γεωπολιτικές προκλήσεις, τις τοποθετεί σε καλή θέση ώστε να επιφέρουν προστιθέμενη αξία στις εξελισσόμενες συζητήσεις για τα ανωτέρω ζητήματα».