“Φεύγω. Πάω για προπόνηση. Σας αγαπάω”. Ο Ρόμπερτ Ένκε αποχαιρετούσε τη σύζυγό του Τερέσα και τη 10 μηνών υιοθετημένη κόρη τους το μεσημέρι της 10ης Νοεμβρίου 2009. Είπε στη γυναίκα του πως πάει για προπόνηση. Ήταν ο βασικός τερματοφύλακας του Ανόβερου. Το Ανόβερο εκείνη τη μέρα δεν είχε προπόνηση. Ο προπονητής τους είχε δώσει ρεπό.
Ο Γερμανός τερματοφύλακας επιβιβάστηκε στη μαύρη του Μερσεντές και ξεκίνησε ένα ταξίδι που δεν θα είχε γυρισμό. Πήρε τηλέφωνο στο νοσοκομείο και ακύρωσε το ραντεβού με τον γιατρό που τον παρακολουθούσε. Έπασχε από κατάθλιψη. Ήπιας μορφής το πρώτο διάστημα, πολύ βαριάς από το 2006 και μετά, όταν έχασε λόγω καρδιακών προβλημάτων την αγαπημένη του κόρη, Λάρα, σε ηλικία μόλις 2 ετών. Εκείνη η μέρα, εκείνο το τραγικό περιστατικό, έμελλε να είναι το τελευταίο επεισόδιο μιας ζωής βασανισμένης. Ο Ρόμπερτ Ένκε γνώριζε πολύ καλά μέσα του πως ο θάνατος της Λάρα θα οδηγούσε αργά ή γρήγορα τον ίδιο να πάει να τη συναντήσει.
“Ζητώ συγνώμη απ’ όλους σας. Από την οικογένειά μου και από τον γιατρό μου. Του είπα ψέματα πως ήμουν καλύτερα. Συγνώμη”. Αυτό το γράμμα βρέθηκε στο αυτοκίνητο του Ένκε, μερικά μέτρα μακριά από τον τόπο που αποφάσισε να βάλει τέλος στη ζωή του εκείνο τον Νοέμβριο του 2009.
Ο Γερμανός έφτασε στον σταθμό Nustadt am Rübenberge. Ώρες νωρίτερα είχε κλείσει το κινητό του τηλέφωνο. Το άφησε στο κάθισμα του συνοδηγού. Δίπλα του άφησε το γράμμα και το πορτοφόλι του. Πέρασε τις κατεβασμένες μπάρες. Άκουσε τον ήχο του τρένου. Πλησίαζε. Όλο και πιο κοντά. Όλο και πιο ανατριχιαστικά.
Το είχε αποφασίσει. Είχε πεθάνει πνευματικά μαζί με τη Λάρα. Αποφάσισε να το κάνει και σωματικά. Έπεσε. Και χάθηκε. Για πάντα. Η είδηση της αυτοκτονίας του Ένκε είχε συγκλονίσει το παγκόσμιο ποδόσφαιρο περισσότερο από οτιδήποτε άλλο τα τελευταία χρόνια. Η ιστορία του ξεκινάει χρόνια πριν. Όταν το όνειρο της Μπαρτσελόνα κατέληξε σε εφιάλτη.
O Γερμανός τερματοφύλακας βρέθηκε στο τοπ επίπεδο για πρώτη φορά το 1996 όταν η Μπορούσια Γκλάντμπαχ τον ανακάλυψε και τον έκανε δικό της. Δεν πρόλαβε καλά – καλά να καθιερωθεί πριν τον “αρπάξει” η Μπενφίκα το καλοκαίρι του 1999. Στην Πορτογαλία η εξέλιξη της καριέρας του ήταν τέτοια που του έφερε την κλήση στην Εθνική Γερμανίας και ταυτόχρονα έκανε μία από τις μεγαλύτερες ομάδες του πλανήτη να ενδιαφερθεί για εκείνον. Η Μπαρτσελόνα τον ζήτησε επίσημα και το 2002 ο Ένκε γινόταν κάτοικος Βαρκελώνης.
Ένα όνειρο που εξελίχθηκε στο μεγαλύτερο εφιάλτη. Ο Ένκε δεν καταφέρνει να πείσει τους ανθρώπους της Μπαρτσελόνα πως αξίζει να είναι βασικός, παρά τα χρήματα που σπατάλησαν για εκείνον. Άρχισε να νιώθει άχρηστος. Και σιγά σιγά άρχισε να έρχεται αντιμέτωπος με τον πιο μεγάλο εφιάλτη. Την κατάθλιψη.
Toν Σεπτέμβριο του 2002 κλήθηκε να υπερασπιστεί την εστία των Καταλανών σε ένα παιχνίδι Κυπέλλου κόντρα στην Νοβέλδα, ομάδα τρίτης κατηγορίας. Η Μπαρτσελόνα θα ηττηθεί με 3-2. Ο συμπαίκτης του, Φρανκ Ντε Μπουρ, τα βάζει μαζί του. Αρχίζει και ουρλιάζει από το κέντρο του γηπέδου. Ο Ένκε απλώς τον κοιτάζει. Τον κοιτάζει, χαμηλώνει το βλέμμα και δεν βγάζει άχνα.
Η καριέρα του στη Βαρκελώνη τελείωσε πριν καλά – καλά αρχίσει. Οι Καταλανοί τον έδωσαν δανεικό αρχικά στη Φενέρμπαχτσε και στη συνέχεια στην Τενερίφη. Η κατάθλιψη δυνάμωνε. Τον βύθιζε στο σκοτάδι. Ξεκίνησε να επισκέπτεται γιατρό και να ακολουθεί θεραπευτική αγωγή. Το 2006 όλα έμοιαζαν να αλλάζουν.
Ο Ρόμπερτ Ένκε θα επέστρεφε στη Γερμανία και συγκεκριμένα στο Ανόβερο, που τον καλοσώρισε με τιμές μεγάλου τερματοφύλακα. Παράλληλα, η Τερέζα θα έφερνε στον κόσμο το πρώτο τους παιδί. Την κόρη τους. Η επιστροφή στην Εθνική Γερμανίας θα γινόταν το τρίτο χαρμόσυνο γεγονός. Ο 27χρονος, τότε, τερματοφύλακας έβλεπε τη ζωή του να αλλάζει. Να βελτιώνεται. Να ομορφαίνει. Είχε μια υπέροχη σύζυγο που τον λάτρευε, είχε μια κορούλα που αποτελούσε κίνητρο ζωής και είχε βρει και πάλι την εμπιστοσύνη που χρειαζόταν από έναν ποδοσφαιρικό σύλλογο.
Η θλίψη, όμως, τον κοιτούσε από τη γωνία. Περίμενε και πάλι τη στιγμή για να κάνει την εμφάνισή της. Τούτη τη φορά, πιο οδυνηρά από ποτέ. Τούτη τη φορά αυτό που περίμενε τον Ένκε ήταν κάτι ανεπανόρθωτο. Δεν θα το ξεπερνούσε ποτέ, όσους γιατρούς κι αν έβλεπε, όσα φάρμακα κι αν έπαιρνε, όσες μεταγραφές κι αν έκανε.
Η μικρή του κόρη, η Λάρα, είχε γεννηθεί με δυσπλασία στην καρδιά. Όσο κι αν το προσπάθησαν οι γιατροί, το κορμάκι της δεν άντεξε στα βαριά φάρμακα και τις συνεχόμενες επεμβάσεις. Έσβησε ένα πρωινό του 2006. Μαζί του έσβησε και η τελευταία ελπίδα του Ρόμπερτ Ένκε για χαμόγελο. Για ζωή. Για χαρά. Η αντίστροφη μέτρηση είχε ξεκινήσει.
10 Νοεμβρίου 2009: “Φεύγω. Πάω για προπόνηση. Σας αγαπάω”. Οι τελευταίες του λέξεις θα ηχούν για πάντα στ’ αυτιά της Τερέσα. Ο Ρόμπερτ Ένκε έζησε όλη του τη ζωή μόνος κάτω από τα δοκάρια. Αυτοκτόνησε μόνος πέφτοντας στις ράγες ενός τρένου. Κηδεύτηκε δίπλα στην πολυαγαπημένη του κορούλα.